Σελίδες

Παρασκευή, Νοεμβρίου 22, 2013

Εντελά μαγκέν ντε βουλευτίκ

Πάρε ό,τι θέλεις βουλευτή, από μια χώρα που δεν ζει. Άραξε μεσ' στη Βουλή, σολάρουν οι τροϊκανοί. Στου Μεϊμαράκη την αυλή, πέφτουν αβέρτα οι μισθοί...

Είπε, προχθές, ο πρόεδρος της Βουλής κ. Μεϊμαράκης για τις βουλευτικές «αποζημιώσεις»: «Θα πρέπει, λοιπόν, οι συνάδελφοι Βουλευτές να μην είναι εξαθλιωμένοι, να μην προέρχονται μόνο από τις πλούσιες τάξεις και από πλούσιες οικογένειες». Τι καταλάβαμε ημείς οι κακόπιστοι απ' αυτό; Ότι θα πρέπει κι εκείνοι να έχουν το δικαίωμα να γίνουν πλούσιοι μέσω της αυτοθυσίας τους στα έδρανα του Κοινοβουλίου.
Εξήγησε και γιατί αποκαλούν το μηνιάτικο «αποζημίωση» και όχι μισθό: «Είναι αποζημίωση, γιατί αυτή λαμβάνεται για όσο καιρό διαρκεί η θητεία του Βουλευτή, είτε αυτή διαρκεί ένα χρόνο, είτε δύο χρόνια, είτε τρία, είτε τέσσερα χρόνια μέχρι να γίνουν εκλογές. Επομένως, δεν είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει και μετά και γι’ αυτό δεν μπορεί να συγκρίνεται συνεχώς με τους μισθούς. Εδώ πρόκειται για αποζημίωση». Τι αντελήφθημεν ημείς οι πολλάκις απολυμένοι από διάφορες εργασίες του ιδιωτικού τομέα; Ότι εμείς (υποτίθεται ότι) ήμασταν... μόνιμοι και σίγουροι ενώ οι βουλευτές δεν είναι, νιώθουν ανασφάλεια και διά τούτο δεν παίρνουν μισθό αλλά «αποζημίωση». Γκέκε; Αν δεν καταλάβατε να του ρίξετε ένα τελεφόνι να σας το σπρεχάρει μόρτικα κι ασίκικα.

Ο παλιατζής

Χμμμ, και τι άλλο είπε ο πρόεδρας για τις περικοπές των «αποζημιώσεων» των βουλευτώνανε; Το εξής: «Αν κάποιος από εσάς το θέλει μπορεί από μόνος του να απαρνηθεί τα όποια ενδεχόμενα προνόμια ή το επιπλέον, που θεωρεί προνόμιο ή μισθό. Θέλει λοιπόν να είναι 1.800 η αποζημίωση, όπως του Πρέσβη, κι όπως είπε κάποιος προηγουμένως; Μάλιστα. Να δώσει μια εντολή στο Λογιστήριο να παρακρατηθούν τα υπόλοιπα και να δοθούν σε κάποιες οργανώσεις». Όπως τα λέει και το τραγούδι «Ο Παλιατζής» που τραγούδησε ο Διονυσίου (σε στίχους Δημήτρη Γκούτη) και το οποίο παραλλάξαμε ειδικά για την περίσταση:
«Αυτόν τον τόπο που τον βλέπεις σκοτεινό / τον βουλευτή απόψε νά ’ρθει περιμένει. / Για να μαζέψει ακόμα ό,τι μένει / από μια χώρα που χτυπήθηκε σκληρά / από του μαύρου δανεισμού τη συμφορά.
Πάρε ό,τι θέλεις, βουλευτή / από τον τόπο που δε ζει / Αφού τα φάγαμε μαζί / πάρε ό,τι θέλεις, βουλευτή.
Πάρ’ το τσουβάλι κι έλα μέσα, βουλευτή / έχω ευρώ πολλά να το γεμίσεις. / Μάζεψε όλες τις μικρές μου επενδύσεις. / Δεν έχω δύναμη να βλέπω τα παλιά / που μου θυμίζουν την χαμένη μου δουλειά».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου