Ιδού το σκουπιδομάνι που ρίχνουν βάρβαροι στην ιερή πηγή των Χαρίτων στον Ορχομενό Βοιωτίας. |
Ευριπίδου «Ιππόλυτος», στ. 73-81, εκδόσεις Πάπυρος, τόμος 3, σελ. 29
Αυτή η τραγωδία είναι μια αφήγηση έρωτα και εκδίκησης. Τα αγνότερα των συναισθημάτων τα στιγματίζει το χρώμα του αίματος. Η ιδεατή σχέση μεταξύ του Ιππόλυτου, του γιου ενός ήρωα βασιλέα, και μιας παρθένας θεάς, που αφιέρωσε την ολύμπια αιωνιότητά της στο κυνήγι και την ένωση με τη Φύση, γεννά φόνο, αδικία και δόλο. Ο Ιππόλυτος, που μιλάει στο απόσπασμα που παρατέθηκε, είναι γιος του Θησέα και μιας Αμαζόνας. Οι παλμοί της καρδιάς του είναι συντονισμένοι με την αψεγάδιαστη τελειότητα της θεάς Αρτέμιδος.
Η δολοπλόκος Αφροδίτη ζηλεύει. Προσλαμβάνει ως προσβολή την
προσήλωση του άσπιλου Ιππόλυτου στην Αρτεμη. Αρχίζει τις μηχανορραφίες με μοναδικό στόχο τη θανάτωση του νέου. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν το πλεχτό στεφάνι που έφτιαξε ο Ιππόλυτος για την αγαπημένη του θεά. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η τραγωδία έχει και την εναλλακτική ονομασία «Στεφανηφόρος», όνομα που παραπέμπει στο χειροποίητο ανάθημα προς τη θεά του κυνηγιού.
Η ενότητα των αρχαίων Ελλήνων με τη φύση ήταν αναπόφευκτο να εκφράζεται με κάθε δυνατό τρόπο. Οι πιστοί προσφέρουν στεφάνους από άνθη στους θεούς και στις θεές. Οι ολυμπιονίκες ως έπαθλο λάμβαναν τη δόξα και κότινους, στεφάνια από κλαδιά αγριελιάς. Σε κάθε τραγωδία, σχεδόν σε κάθε χορικό, εκθειάζονταν τα τοπία, η πανίδα και η χλωρίδα, όλα τα στοιχεία που συνέθεταν την ψυχή κάθε γωνιάς της Ελλάδας. Τα χιονοσκέπαστα όρη και η αφρισμένη θάλασσα, οι μυρωδιές από το ανοιξιάτικο όργιο της αναγεννώμενης φύσης έκαναν την παρουσία τους αισθητή στα κείμενα που σώθηκαν από τον Χρόνο και την απάνθρωπη βαρβαρότητα που κυβερνά συνήθως τον πλανήτη.
Τρεις Χάριτες
Οι θεοί και οι θεές, οι ημίθεοι, οι μυθολογικές οντότητες μπορούσαν να ξεπηδήσουν μέσα από δέντρα, να κρυφτούν σε νεφέλες και ποταμούς, να ταξιδέψουν στα βάθη των ωκεανών και να υποδείξουν τις λύσεις σε χρονίζοντα προβλήματα με φωνές και σημεία που έρχονταν από τα έγκατα της γης και τις απρόσιτες βουνοκορφές. Στον διάλογο «Φαίδρος» ο Σωκράτης θεωρεί σκόπιμο να ξεκινήσει τη μνημειώδη πραγματεία του για τον Ερωτα, αποθεώνοντας τον πλάτανο που διάλεξε ο μαθητής του για να σκιάσει εκείνους και να διευκολύνει την κουβέντα τους. Πριν από το ξεδίπλωμα της οντολογίας του Ερωτα προηγήθηκε η ευλογία στον Ιλισό ποταμό, στις νύμφες, στον ήχο από τα τζιτζίκια που συνόδευαν με τον τρόπο τους τις σκέψεις του Σωκράτη αλλά και το «πλούσιο χορτάρι που κλίνει προς τα πλάγια και κάνει για προσκέφαλο». Ολα τούτα συνοδεύτηκαν με επιχειρήματα για το αν το εν λόγω σημείο ταίριαζε με όσα περιέγραφε ο μύθος της αρπαγής της Ωρείθυιας από τον Βορέα.
Κι οι πρόγονοί μας, που λάτρεψαν τους θεούς τους και τη Φύση ως όλον, μας άφησαν πολιτισμό που δεν μπορεί να αντιγραφεί και συντηρεί ακόμα και σήμερα με το φως του την ανθρωπότητα, που δείχνει να ρέπει στο σκοτάδι.
Κι εμείς; Τι κάνουμε εμείς; Αυτό που αντικρίζουμε όλοι στη φωτογραφία. Εναν τόπο ιερό τον καταντούμε χωματερή, αντάξια της αποσύνθεσης, των ρύπων και του Τάρταρου που κουβαλάμε στους συγχυσμένους νόες μας. Βλέπουμε την Ακιδαλία πηγή της Αφροδίτης (ή «πηγή των Χαρίτων»). Βρίσκεται στον Ορχομενό και κατά την παράδοση εκεί γεννήθηκαν οι Χάριτες, οι κόρες του Δία και της Ευρυνόμης, που ακολουθούσαν τη θεά Αφροδίτη. Το σκουπιδομάνι που ρίχνουν άπαντες οι βάρβαροι ελαφρά τη καρδία σ' αυτόν τον τόπο είναι πέραν πάσης περιγραφής. Κι ύστερα λέμε να φύγει η κρίση. Μόνη της θα φύγει; Πού θα βρει καλύτερα από εδώ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου