Φέτος εἶναι ἡ πρώτη Ἀνάσταση που περνῶ δίχως τὴν προσδοκία καὶ τὴν πλησμονὴ τοῦ κρέατος. Σταμάτησα νὰ ἐπιθυμῶ τὸ κρέας τῶν ζώων. Καταναλώνω ψάρι, ἴσως ἐπειδὴ ἡ συγκρότησή μου νὰ μὴν ἔχει φτάσει ἀκόμα στὸ σημεῖο νὰ παύσω πλήρως τῆς βρώση ἐμψύχων. Μικρὸς εἶχα παρακολουθήσει ἔντρομος καὶ ἀποτροπιασμένος τὴν σφαγὴ χοίρου σὲ χοιροστάσιο. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ που κατάλαβα σὲ πόση πολλὴ ἁμαρτία καὶ ἀπελπισία ἔχει βυθιστεῖ ὁ κόσμος μας. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ που συνειδητοποίησα πόσο μεγάλος τρόμος εἶναι ἐκεῖνος τοῦ ὄντος ποῦ παλεύει γιὰ τὴν ζωὴ του ἀπέναντι σὲ ὑπέρτερες δυνάμεις.
Ὁ θεῖος μου καὶ τὰ ξαδέλφια μοῦ εἶχαν καταφέρει μία μεγάλη τομὴ στὸν λαιμὸ τοῦ χοίρου κι ἐκεῖνος
σκλήριζε μὲ τρόπο, χροιὰ καὶ ἔνταση ποῦ δὲν πρόκειται νὰ λησμονήσω γιὰ τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου μου. Εἶχα ἀπωθήσει αὐτὴ τὴν εἰκόνα φόνου ἀπὸ τὸ μυαλὸ μου καὶ μάλιστα ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν δήλωνα αὐτάρεσκα καὶ κομπάζων «φανατικὸς κρεατοφάγος». Ὅμως, ἡ πάροδος τοῦ χρόνου φέρνει ὅλα τὰ τοξικὰ νερὰ πού κατάκατσαν στὸν πυθμένα τῆς συνείδησης πρὸς τὰ ἄνω καὶ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἀναμετρηθεῖ μὲ αὐτά. Ἐγὼ δὲν μπορῶ ἀκόμα νὰ συγχωρέσω στὸν ἑαυτὸ μου ὅτι παρακολουθοῦσα ἀποσβολωμένος καὶ δὲν ἔκανα μία -ἔστω καταδικασμένη σὲ ἀποτυχία- ἔφοδο πρὸς τὸν θεῖο και τους εξαδέλφους γιὰ νὰ γλιτώσω τὸ ταλαίπωρο ζῶο, ὁ βίος τοῦ ὁποίου τερματιζόταν μ’ αὐτὸ τὸν ἀδυσώπητο τρόπο σ’ ἕνα ημιφωτισμένο χοιροστάσιο.
Καὶ στὸ χωριὸ τοῦ πατέρα μου, τὴν Φυλὴ Ἀττικῆς, εἶδα, ἔστω γιὰ κλάσματα τοῦ δευτερολέπτου πρὶν ἀποστρέψω τὸ βλέμμα τὴν σφαγὴ ἀμνῶν σὲ ὑπαίθριο σφαγεῖο τὴν πασχαλινὴ περίοδο. Καὶ πάλι προσπαθοῦσα νὰ ξεχάσω τὴν ὑποχρέωση μου νὰ παλέψω ἐνάντια στὴν χθόνια, τιτανικὴ φύση μου, στὴν πτώση ποῦ μᾶς τραβάει πρὸς τὰ εὔκολα – ἐκεῖνα που πάντα μᾶς καταστρέφουν ὁλότελα. Ὅμως, ἡ ἀπώθηση καὶ ἡ ἀναβολὴ δὲν ἀποτελοῦν λύσεις. Εἶναι ἡμίμετρα. Τα προβλήματα τοῦ παρελθόντος ἂν δὲν ἀντιμετωπίζονται ἁπλὰ κακοφορμίζουν.
Δὲν μπορῶ πιὰ νὰ μοῦ τὸ ἐπιτρέπω. Σταμάτησα νὰ προκαλῶ τὴν σφαγὴ τῶν ζώων ποῦ μᾶς κοιτοῦν μὲ τόση ἀθωότητα κι ἐμεῖς τὰ χαϊδεύουμε μέχρι νὰ παραγγείλουμε τὸ λεπίδι νὰ περάσει ἀπὸ τὸ λαιμὸ τοὺς κι ἔπειτα τὰ φωτογραφίζουμε παλουκωμένα στὴν σούβλα.
Δὲν κατηγορῶ ὅσους τὸ πράττουν– εἶμαι ὁ τελευταῖος ἐπὶ γῆς ποῦ μπορεῖ νὰ μεμφθεὶ ἄνθρωπο γιὰ διατροφικὲς συνήθειες κι ἐπιλογὲς (εκτός κι ἂν πρόκειται γιὰ κανίβαλο, ὁπότε τὸν λόγο ἔχει ὁ Νόμος). Δὲν πρέπει ὅμως καὶ νὰ σιωπήσω καὶ νὰ μὴν ἐπισημάνω πόσο ἀντιχριστιανικὸ μοῦ φαντάζει ὅλο τοῦτο τὸ πανηγύρι δίπλα ἀπὸ ψητὲς σάρκες τῶν ζώων που ζέσταναν μὲ τὰ χνῶτα τοὺς τὸν Χριστὸ στὴν φάτνη, ὅταν Ἐκεῖνος ἦταν βρέφος.
Εὔχομαι γιὰ τὸν ἑαυτὸ μου νὰ συνεχίσω νὰ ἀπέχω ἀπὸ τὸ κρέας τῶν ζώων, νὰ μπορέσω νὰ σταματήσω τὴν βρώση ἐμψύχων (καὶ νὰ τὴν γλιτώσουν καὶ τὰ ψάρια ἀπὸ τὰ σαγόνια μου) καὶ σὲ ὅλους/ες σᾶς Χρόνια πολλά! Χριστὸς Ἀνέστη!
Ὁ θεῖος μου καὶ τὰ ξαδέλφια μοῦ εἶχαν καταφέρει μία μεγάλη τομὴ στὸν λαιμὸ τοῦ χοίρου κι ἐκεῖνος
σκλήριζε μὲ τρόπο, χροιὰ καὶ ἔνταση ποῦ δὲν πρόκειται νὰ λησμονήσω γιὰ τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου μου. Εἶχα ἀπωθήσει αὐτὴ τὴν εἰκόνα φόνου ἀπὸ τὸ μυαλὸ μου καὶ μάλιστα ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν δήλωνα αὐτάρεσκα καὶ κομπάζων «φανατικὸς κρεατοφάγος». Ὅμως, ἡ πάροδος τοῦ χρόνου φέρνει ὅλα τὰ τοξικὰ νερὰ πού κατάκατσαν στὸν πυθμένα τῆς συνείδησης πρὸς τὰ ἄνω καὶ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἀναμετρηθεῖ μὲ αὐτά. Ἐγὼ δὲν μπορῶ ἀκόμα νὰ συγχωρέσω στὸν ἑαυτὸ μου ὅτι παρακολουθοῦσα ἀποσβολωμένος καὶ δὲν ἔκανα μία -ἔστω καταδικασμένη σὲ ἀποτυχία- ἔφοδο πρὸς τὸν θεῖο και τους εξαδέλφους γιὰ νὰ γλιτώσω τὸ ταλαίπωρο ζῶο, ὁ βίος τοῦ ὁποίου τερματιζόταν μ’ αὐτὸ τὸν ἀδυσώπητο τρόπο σ’ ἕνα ημιφωτισμένο χοιροστάσιο.
Καὶ στὸ χωριὸ τοῦ πατέρα μου, τὴν Φυλὴ Ἀττικῆς, εἶδα, ἔστω γιὰ κλάσματα τοῦ δευτερολέπτου πρὶν ἀποστρέψω τὸ βλέμμα τὴν σφαγὴ ἀμνῶν σὲ ὑπαίθριο σφαγεῖο τὴν πασχαλινὴ περίοδο. Καὶ πάλι προσπαθοῦσα νὰ ξεχάσω τὴν ὑποχρέωση μου νὰ παλέψω ἐνάντια στὴν χθόνια, τιτανικὴ φύση μου, στὴν πτώση ποῦ μᾶς τραβάει πρὸς τὰ εὔκολα – ἐκεῖνα που πάντα μᾶς καταστρέφουν ὁλότελα. Ὅμως, ἡ ἀπώθηση καὶ ἡ ἀναβολὴ δὲν ἀποτελοῦν λύσεις. Εἶναι ἡμίμετρα. Τα προβλήματα τοῦ παρελθόντος ἂν δὲν ἀντιμετωπίζονται ἁπλὰ κακοφορμίζουν.
Δὲν μπορῶ πιὰ νὰ μοῦ τὸ ἐπιτρέπω. Σταμάτησα νὰ προκαλῶ τὴν σφαγὴ τῶν ζώων ποῦ μᾶς κοιτοῦν μὲ τόση ἀθωότητα κι ἐμεῖς τὰ χαϊδεύουμε μέχρι νὰ παραγγείλουμε τὸ λεπίδι νὰ περάσει ἀπὸ τὸ λαιμὸ τοὺς κι ἔπειτα τὰ φωτογραφίζουμε παλουκωμένα στὴν σούβλα.
Δὲν κατηγορῶ ὅσους τὸ πράττουν– εἶμαι ὁ τελευταῖος ἐπὶ γῆς ποῦ μπορεῖ νὰ μεμφθεὶ ἄνθρωπο γιὰ διατροφικὲς συνήθειες κι ἐπιλογὲς (εκτός κι ἂν πρόκειται γιὰ κανίβαλο, ὁπότε τὸν λόγο ἔχει ὁ Νόμος). Δὲν πρέπει ὅμως καὶ νὰ σιωπήσω καὶ νὰ μὴν ἐπισημάνω πόσο ἀντιχριστιανικὸ μοῦ φαντάζει ὅλο τοῦτο τὸ πανηγύρι δίπλα ἀπὸ ψητὲς σάρκες τῶν ζώων που ζέσταναν μὲ τὰ χνῶτα τοὺς τὸν Χριστὸ στὴν φάτνη, ὅταν Ἐκεῖνος ἦταν βρέφος.
Εὔχομαι γιὰ τὸν ἑαυτὸ μου νὰ συνεχίσω νὰ ἀπέχω ἀπὸ τὸ κρέας τῶν ζώων, νὰ μπορέσω νὰ σταματήσω τὴν βρώση ἐμψύχων (καὶ νὰ τὴν γλιτώσουν καὶ τὰ ψάρια ἀπὸ τὰ σαγόνια μου) καὶ σὲ ὅλους/ες σᾶς Χρόνια πολλά! Χριστὸς Ἀνέστη!
Χριστός Ανέστη... ωραίος τέλειος συμφωνώ και επαυξάνω ...δεν κόβεται το ζωικό προϊόν μία και έξω, ψάρια έπιανα μικρός, να σφάξω ζώο
ΑπάντησηΔιαγραφή; ποτέ! επιθυμω να μην ξαναφάω κρέας ...στο τραπέζι με άλλους αναγκαστικά, αλλά ποτέ δεν αγοράζω για πάρτη μου.
Και ποία η διαφορά με το ψάρι και την υπόλοιπη ζωή στο πλανήτη; Το αν το χαϊδεύαμε πριν; Ας μην ξεχνάμε ότι ο πολιτισμένος άνθρωπος ποτέ δεν βλέπει το ζωο που σφάζει για να τραφεί με τρόπο υβριστικό προς αυτό και την φύση,το αντίθετο.Αντιλαμβάνομαι την ευαισθησία σου αλλά η προσέγγιση θεωρώ πως δεν είναι σύμμετρη με την φυσική πραγματικότητα Παναγιώτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή