Σελίδες

Κυριακή, Ιουνίου 19, 2016

Θεός, ὄμορφος, φιλόσοφος καὶ ἕνας

«Αὐτούς, πάλι, ποὺ θεωροῦν ὅτι ὁ ἥλιος καὶ ὁ Ἀπόλλωνας ταυτίζονται ἀξίζει νὰ τοὺς ἀσπαζόμαστε καὶ νὰ τοὺς ἀγαπᾶμε γιὰ τὴν καλὴ τοὺς διάθεση νὰ συσχετίζουν τὴν ἔννοια τοῦ θεοῦ μὲ αὐτὸ ποὺ τιμοῦν πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅσα γνωρίζουν καὶ ποθοῦν. Ἀλλὰ ἂς τοὺς ξυπνήσουμε, σὰν ἀνθρώπους ποὺ τώρα ὀνειρεύονται τὸ θεὸ στὸ πιὸ ὡραῖο ἀπὸ τὰ ὄνειρα, καὶ ἂς τοὺς προσκαλέσουμε νὰ ὑψωθοῦν καὶ νὰ αντικρίσουν ἕνα πραγματικὸ ὅραμα τοῦ θεοῦ καὶ τὴν οὐσία του, νὰ τιμοῦν ὅμως καὶ τούτη ἐδῶ τὴν εἰκόνα του καὶ νὰ δείχνουν σεβασμὸ στὴ γονιμοποιὸ της δύναμη, γιατὶ ἡ εἰκόνα αὐτὴ ἀντανακλᾶ κατὰ κάποιον τρόπο εἴδωλα καὶ ἀνταύγειες τῆς χάρης καὶ τῆς μακαριότητας ποὺ πηγάζουν ἀπὸ τὸν θεό, ὅσο βέβαια εἶναι δυνατὸν στὸ αἰσθητὸ νὰ ἀνακλάσει τὸ νοητὸ καὶ στὸ κινητὸ τὸ ἀκίνητο».
Πλουτάρχου «Περὶ τοῦ ΕΙ τοῦ ἐν Δελφοῖς»,393D, ἐκδόσεις Ζήτρος, σελ. 337

Στη σελίδα κυριαρχοῦν τὰ χρώματα τῆς παραλίας τῆς Θεσσαλονίκης, μὲ ὀρθάνοιχτες τὶς πύλες θάλασσας καὶ οὐρανοῦ, νὰ ἀφήνει ἐλεύθερους τοὺς πάντες, πιστοὺς καὶ ἄπιστους νὰ
κοιτοῦν τὴν οὐσία τῆς πλάσης. Το θέαμα στὴν φωτογραφία μπορεῖ νὰ ἀφήνει ἀσυγκίνητους τοὺς ντόπιους ποὺ τὸ ἔχουν συνηθίσει – πάντα σοῦ λέει ψέματα ἡ συνήθεια καὶ σὲ παραπλανᾶ μὲ τὴν φθορὰ τῆς ἐπανάληψης. Ὅμως, ὁ ἐπισκέπτης ποὺ δὲν ἔχει εὔκολη τὴν πρόσβαση σὲ τούτη τὴν ἐκδήλωση τῆς ἐπίγειας ὀμορφιᾶς δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ σιωπήσει γιὰ λίγο ἤ περισσότερο καὶ νὰ βλέπει, νὰ παρατηρεῖ, ὅπως κάνουν (κατά τὸν Ιάμβλιχο) οἱ φιλόσοφοι στὸ μεγάλο πανηγύρι τῆς ἐπίγειας, σύντομης καὶ ἀντίξοης διαδρομῆς τῶν θνητῶν ἀνθρώπων. Παρατηροῦν καὶ ἑρμηνεύουν. 
Κι αὐτὴ ἡ εἰκόνα μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴν θάλασσα νὰ ἑνώνονται σχεδὸν σὲ ἐξαναγκάζει νὰ θυμηθεὶς αὐτὸ τὸ χωρίο ἀπὸ τὸν Πλούταρχο. Ξυπνᾶς κάποιον ποὺ ὀνειρεύεται τὸν θεὸ ἀπὸ τὸν ὕπνο καὶ τὸν προσκαλεῖς νὰ ὑψωθεῖ καὶ νὰ αντικρίσει ἕνα πραγματικὸ ὅραμα τοῦ θεοῦ καὶ τὴν οὐσία του. Καὶ ξυπνώντας βλέπει αὐτὸ τὸ θέαμα τοῦ εὐρύχωρου μεγαλείου. Κι ὕστερα πιστεύει… 

Ἄφθαρτο ἕν

Ὁ Πλούταρχος, ποὺ ζωγράφισε μὲ λέξεις αὐτὸ τὸν κρυπτογραφημένο χάρτη τοῦ Ἀπολλώνειου κόσμου, ἦταν ἐπικεφαλῆς ἱερεὺς στὸν ναὸ τοῦ Φοίβου στὸ μαντεῖο τῶν Δελφῶν. Ἐκεῖ, στὴν κορυφὴ τοῦ ἀετώματος τῆς κεντρικῆς πύλης τοῦ ναοῦ δέσποζε τὸ «Εἶ». Στο βιβλίο ποῦ ἀφιέρωσε στὸ «Εἶ» μαθαίνουμε γιὰ τὸν δίδυμο ἀδελφὸ τῆς Ἀρτέμιδος ὅτι φιλοσοφεῖ. Καὶ οἱ θεοί, λοιπόν, φιλοσοφοῦσαν τὰ χρόνια τοῦ ἑλληνικοῦ θαύματος. Ἐπίσης, μᾶς κοινοποιεῖται ὅτι ὑπάρχει, εἶναι ἕνας καὶ «πληροῖ τὴν αἰωνιότητὰ του μέσα στὸ τώρα» καὶ «εἶναι Ἀπόλλωνας, καθόσον ἀρνεῖται τὰ πολλὰ καὶ αποποιεῖται το πλῆθος». 
Στο «Περὶ τοῦ Εἶ τοῦ ἐν Δελφοίς», ὁ «διευθυντὴς» τῆς ὀρχήστρας τοῦ διαλόγου εἶναι ὁ Αμμώνιος. Κατὰ πολλούς, ὁ Αμμώνιος, τὸν ὁποῖον ὁ Πλούταρχος ἀποκαλεῖ «καθηγητὴ» του, σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Πλούταρχος καὶ ἐκφράζει τὴν περίοδο τῆς ὡριμότητας τοῦ πολυπράγμονα μύστη, συγγραφέα καὶ φιλοσόφου. Ὁ κατασταλαγμένος Πλούταρχος μιλάει μέσα ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ καθηγητὴ του καὶ προβαίνει σὲ περισσότερες ἀποκαλύψεις ἀπ’ ὅσες μποροῦν νὰ ἀντιληφθοῦν καὶ νὰ ἀφομοιώσουν οἱ ἐφήμεροι πολλοὶ κατὰ τὴ διάρκεια μίας ὁλόκληρης ζωῆς. Ἕνα ἀπὸ τὰ σημεῖα τοῦ βιβλίου ποὺ πρέπει νὰ ἀπασχολήσει ὅσους τὸ μελετοῦν εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ ενός– ὡς ἄφθαρτος θεὸς ἀλλὰ καὶ καθαρότητα. 
Ὁ Πλούταρχος, ὡς Αμμώνιος, θέλει νὰ μᾶς μιλήσει γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν πηγὴ τῆς ἰσχύος του, ποὺ εἶναι ἡ καθαρότητὰ του: «Το ἕνα, λοιπόν, εἶναι ἁπλὸ καὶ καθαρό. Γιατὶ ἡ μόλυνση προκύπτει ἀπὸ τὴ μείξη τοῦ ἑνὸς μὲ τὸ ἄλλο, ἔτσι ὅπως λέει κάπου ὁ Ὅμηρος ὅτι τὸ ἐλεφαντόδοντο ποὺ γίνεται κόκκινο μὲ τὴ βαφὴ μολύνεται. Καὶ γιὰ τὰ χρώματα ποὺ αναμιγνύονται οἱ βαφεῖς λένε ὅτι ‘φθείρονται’ καὶ τὴν μείξη τοὺς τὴν ὀνομάζουν ‘φθορά’. Ταιριάζει ἑπομένως στὸ ἄφθαρτο καὶ καθαρὸ νὰ εἶναι ἕνα καὶ ἀμόλυντο»(393C).
Ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο τῆς νεοταξικὴς «πολυπολιτισμικῆς» κατασκευῆς.

Το παρὸν εἶναι λεκτικὴ σπονδὴ γιὰ τὸν μέγα ἑορτάζοντα, φιλοσοφοῦντα θεὸ Ἀπόλλωνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου