του Παναγιώτη Λιάκου
Η εποχή της μετανεωτερικότητας έχει αρκετά κοινά σημεία με τα
προηγούμενα στάδια της κοινωνικής εξέλιξης. Ζούμε μεν σε καιρούς φαινομενικά
«αντιηρωϊκούς» αλλά η πρόσληψη της ιδέας του αρμόζοντος –στο συλλογικό
υποκείμενο- θανάτου ακολουθεί ομηρικά, επικά, βαγκνερικά μοτίβα.
Ο Αχιλλεύς και πιο πολύ ο Έκτορας, ο Διγενής Ακρίτας, ο Λεωνίδας,
ο Παπαφλέσσας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Φαβιέρος
Κωνσταντινίδης, ο Λορέντζος Μαβίλης εφορμούν από το πεδίο του εφήμερου μέχρι το
άφθιτο, θείο πεδίο του άχρονου όντος μέσα στην αχλή της μάχης. Η έξοδος από το
φαινόμενο, το οποίο χαρακτηρίζουμε «ζωή» ή βίο (το αρσενικό της βίας) γίνεται με
κρότο, λάμψη, αίμα, φωτιά και χαλασμό. Υπάρξεις συντονισμένες στον ρυθμό του
αιώνιου, ενώθηκαν με αυτό σ’ ένα μυθικό κρεσέντο αντάξιο των ιδεών, των τρόπων,
των λόγων και των πράξεών τους.
Ο μεταπολεμικός κόσμος –και ειδικά η εποχή της ιδεολογικοποίησης της αχρειότητας, η αποκαλούμενη «Μεταπολίτευση- απανθρακώνει τις προσωπικότητες στην πλουτώνεια πυρά του συμβιβασμού. Αποτελεί μια αδιάκοπη προσομοίωση θανάτου, ψυχικού και όχι σωματικού. Είναι μια μαθητεία στη