Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος εἰσέρχεται στήν Βαβυλώνα.
Πίνακας τοῦ Γάλλου ζωγράφου Charles Le Brun (1619 –1690).
Ἀρριανός «Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις Α΄», κεφ. 11, στ. 25-29, Ἀθήνα: 1992, ἐκδόσεις Κάκτος, σελ. 65.
Ὁ Ἀλέξανδρος Φιλίππου, βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων, μαζί μέ ὁπλίτες ἀπ’ ὅλο τό ἔθνος (πλήν Λακεδαιμονίων), εἰσβάλλει στήν Ἱστορία γιά νά μείνει ἐκεῖ, ἄφθαρτο πρότυπο ἀνδρείας καί ἀρετῆς. Ἡ ἐγγραφή τοῦ ὀνόματός του στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων ξεκινᾶ μέ τό Α. Ὁ Ἀλέξανδρος περνᾶ στήν Ἀσία γιά νά διεκπεραιωθεῖ ἀπό ἐκεῖ στήν Ἀθανασία.
Ὁ φιλόδοξος καί ὁρμητικός νέος βασιλιάς εἶναι ἕνας βιρτουόζος χειριστής τοῦ υπερόπλου τῶν συμβολισμῶν. Τά σύμβολα, οἱ σημασίες καί ὁ ἀντίκτυπός τους στό λογιστικό, στό θυμοειδές καί τό ἐπιθυμητικό μέρος τῆς ψυχῆς τῶν ἄλλων βοήθησαν τόν Ἕλληνα αὐτοκράτορα νά κατασκευάσει τόν προσωπικό του θρύλο.
Τό ἴδιο πρόσωπο, μέ μία χειρονομία, μετουσιώνεται σέ ἑλληνικό ἀρχέτυπο. Ἡ θυσία στόν τάφο τοῦ Πρωτεσίλαου ἔστελνε σέ ὅλους, φίλους καί ἐχθρούς, τό μήνυμα ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος καί οἱ ὁπλίτες του ἀναλαμβάνουν τή σκυτάλη πού ἄφησαν στήν ἁλωμένη Τροία οἱ Ἕλληνες ὑπό τόν Ἀγαμέμνονα. Ὁ ἐπικεφαλῆς τῆς μυθικῆς προσπάθειας κατάλυσης τῆς αὐτοκρατορίας τῶν Περσῶν, κατάκτησης τοῦ κόσμου καί ἐκρηκτικῆς ἐξάπλωσης τοῦ Ἑλληνισμοῦ, μέ τό ὠστικό κύμα της νά φτάνει μέχρι τίς ἡμέρες μας, δέν διαλεγόταν μόνο μέ τό σήμερα. Κάθε πράξη του εἶχε τήν ὁρμή καί τήν ἐπιτάχυνση πού ἔχουν τά σώματα πού ἐκσφενδονίζονται ἀπό τό παρελθόν πρός τό μέλλον. Κάθε σκέψη καί σχεδιασμός του γιά τό τώρα εἶχε ὁρίζοντα τό αὔριο καί κάθε λογισμός περιελάμβανε νεκρούς κι ἀγέννητους σέ ἕνα ἑνιαῖο ἐθνικό σύνολο.
Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἦταν ἕνας ἄχρονος στρατηγός, ἀέναες οἱ μάχες του, απέρατη καί υπερδιαστατική ἡ ἐπικράτειά του. Ξεκίνησε τήν ἔφοδο στήν Ἀσία θυσιάζοντας στόν τάφο τοῦ Πρωτεσίλαου ἐπειδή ἡ ἑλληνική παράδοση ἦταν ὁ πολυτιμότερος κι ἐγκυρότερος μυστικοσύμβουλός του. Κατά τήν παράδοση λοιπόν εἶχε δοθεῖ χρησμός ὅτι ὁ πρῶτος ἀπό τόν στρατό τῶν Ἀχαιῶν πού θά πατοῦσε τό πόδι στήν Τροία θά ἦταν καί ὁ πρῶτος
νεκρός τοῦ πολέμου. Ὁ Πρωτεσίλαος τό γνώριζε μέν ἀλλά πρόθυμα ἀποβιβάστηκε πρῶτος στίς ἀκτές τῆς Τροίας, διδάσκοντας τούς ἄλλους, μέ τό προσωπικό τοῦ παράδειγμα, τί σημαίνει ἡ λέξη «καθῆκον».
Ὁ Ἀλέξανδρος μέ τή θυσία στόν τάφο τοῦ Πρωτεσίλαου καί τήν -εὔλογη κι ἀνθρώπινη- εὐχή νά μήν ἔχει τή μοίρα του, πῆρε μόνος του τό δαχτυλίδι τῆς διαδοχῆς τῶν ἐπικῶν πρωταγωνιστῶν τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου, τό φόρεσε καί συνέχισε τήν ἀποστολή ἀπό ἐκεῖ πού τήν ἄφησαν οἱ καταστερισμένοι ἥρωες τῆς φυλῆς.
Ὁ γιός τοῦ Φιλίππου συνέχισε τήν ἱεροτελεστία τῆς ἀποδοχῆς τῆς κληρονομιᾶς τῶν Ἑλλήνων ταυτιζόμενος μέ τόν Ἀχιλλέα καί μακαρίζοντας τούς τραγουδισμένους ἀπό τόν Ὅμηρο προγόνους μας. Γράφει ὁ Ἀρριανός (Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις Α΄, κεφ. 11, στ. 38 - κεφ. 12, στ.8): «Λένε ἀκόμα ὅτι πρῶτος πάτησε ἀρματωμένος τή γῆ τῆς Ἀσίας καί ὅτι ἵδρυσε βωμούς πρός τιμήν τοῦ Αποβατηρίου Δία, τῆς Ἀθηνᾶς καί τοῦ Ἡρακλῆ στό σημεῖο ἀπό ὅπου ἐγκατέλειψε τήν Εὐρώπη καί ἐκεῖ ὅπου πρωτοπάτησε στήν Ἀσία.[…]
Ὅταν ἔφτασε στήν Τροία, θυσίασε στήν Τρωαδίτισσα Ἀθηνᾶ, ἀφιέρωσε τήν πανοπλία του στόν ναό καί τήν ἀντικατέστησε μέ τά ἱερά ὄπλα πού κρέμονταν ἐκεῖ ἀπό τόν καιρό τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου. Λένε μάλιστα ὅτι οἱ ὑπασπιστές του τά μετέφεραν μπροστά του στίς μάχες. Ἡ φήμη λέει ἀκόμα ὅτι θυσίασε πρός τιμήν τοῦ Πριάμου στόν βωμό τοῦ Ἐρκείου Δία γιά νά πάψει ἡ ὀργή του νά κατατρέχει τό γένος τοῦ Νεοπτόλεμου στό ὁποῖο ἀνῆκε καί ὁ ἴδιος.[...] Ἄλλοι, πάλι, λένε ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος στεφάνωσε τόν τάφο τοῦ Ἀχιλλέα καί ὁ Ἡφαιστίων τόν τάφο τοῦ Πατρόκλου. Καί λέει ἀκόμα ἡ φήμη ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος μακάρισε τόν Ἀχιλλέα πού εὐτύχησε νά τόν μνημονεύσει ὁ Ὅμηρος».
Ὁ Ἀλέξανδρος περνᾶ ἀπό τήν Εὐρώπη στήν Ἀσία γιά νά λύσει ὑπέρ τῶν Ἑλλήνων διαφορές αἰώνων καί γιά νά τραβήξει μία γραμμή πού τέμνει τόν δυτικό πολιτισμό πρίν καί μετά ἀπό ἐκεῖνον. Τό πρότυπό του μᾶς συντροφεύει καί σήμερα καί ἡ σκέψη τῶν ἔργων καί τῶν τρόπων του ἕλκει τούς ἀνθρώπους σέ σφαῖρες ὑψηλότερες ἀπό ἐκεῖνες πού ἔχουμε συνηθίσει νά περνοῦμε τόν χρόνο μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου