Τετάρτη, Φεβρουαρίου 26, 2020

Η πηγή της ακμής και της παρακμής


«Σωστά επίσης θα έλεγε κάποιος σε όσους υπερηφανεύονται για τους λόγους που έγραψαν. αν δηλαδή απομακρύνεις τους ανθρώπους των έργων, δεν θα έχεις ούτε τους ανθρώπους των γραμμάτων. Να εξαφανίσεις την πολιτική δράση του Περικλή, τα τρόπαια του Φορμίωνα για τις ναυμαχίες του στο Ρίο, τα ανδραγαθήματα του Νικία στα Κύθηρα, στα Μέγαρα και στην Κόρινθο, στην Πύλο του Δημοσθένη και τους τετρακόσιους αιχμαλώτους του Κλέωνα, τον περίπλου του Τολμίδα στην Πελοπόννησο και τη νίκη του Μυρωνίδη επί των Βοιωτών στα Οινόφυτα, και τότε διαγράφεται και ο Θουκυδίδης».Πλουτάρχου «Πότερον Αθηναίοι κατά πόλεμον ή κατά σοφίαν ενδοξότεροι» C1-D, τόμος «Ηθικά 9», Αθήνα 1992, εκδόσεις Κάκτος, σελ. 131.

Στο πεδίο της μάχης κρίνεται η ελευθερία προσώπων, φυλών και εθνών. Δίχως ελευθερία δεν δύναται να υπάρξει ακμή. Το οικοδόμημα της ακμής και της ανάπτυξης ενός πολιτισμού έχει ως πυλώνες και θεμέλιά του τα πολεμικά έργα, που, κυριολεκτικά, αιμοδοτούν τις σύγχρονες με εκείνα γενεές καθώς και τις επόμενες. Αυτά γράφει ο Πλούταρχος (46-120 μ.Χ.) σε τούτο το έργο, το οποίο ανήκει στους λεγόμενους «επιδεικτικούς» λόγους και θεωρείται πιθανό ότι εκφωνήθηκε στην Αθήνα.

Το «Πότερον Αθηναίοι κατά πόλεμον ή κατά σοφίαν ενδοξότεροι» αναφέρεται στο αθηναϊκό θαύμα και στον τρόπο επίτευξής του. Το πόρισμα του Πλουτάρχου είναι σαφές: Ο δρόμος για τον ελληνικό πολιτισμό άνοιξε με τα
όπλα. Οι λάμες των σπαθιών και οι αιχμές των βελών και των δοράτων εξασφάλισαν χώρο, χρόνο και ύλη για το έθνος – και αυτά κατακτώνται μόνο με πολεμικές πράξεις και δευτερευόντως με την πολιτική. Όλα τα υπόλοιπα είναι «μιμήσεις». Η Τέχνη, σε όλες τις εκφάνσεις της, είναι μίμηση. Η Ιστορία αποτελεί απόπειρα μετεγγραφής και προσαρμογής των πράξεων σε κείμενο∙ μια μίμηση κι αυτή. Η αρετή, η τόλμη, η αυτοθυσία είναι οι γνήσιες, κατά σάρκαν μητέρες της εξέλιξης της Αθήνας και κατ’ επέκταση του έθνους μας.

Δίχως Μαραθώνα και Σαλαμίνα θα ήταν αστείο να μιλά κάποιος για ελληνικό πολιτισμό, μια και στον χώρο μας θα είχε επικρατήσει ο ασιατικός τρόπος των Περσών. Λίγες παραγράφους μετά το εναρκτήριο απόσπασμα του παρόντος (κεφ. 3C), ο Πλούταρχος γράφει για τον Μαραθώνα: «Τα νέα από τη μάχη του Μαραθώνα ανήγγειλε ο Θέρσιππος ο Ερχιεύς, όπως διηγείται ο Ηρακλείδης από τον Πόντο. Οι περισσότεροι, όμως, παραδίδουν ότι ο Ευκλής έτρεξε έχοντας τον οπλισμό του, θερμός από τη μάχη, έπεσε μπροστά στην πόρτα των αρχόντων και, αφού είπε μόνο ”Χαίρετε” και ”Χαίρομεν”, αμέσως ξεψύχησε. Ο άνθρωπος αυτός, βέβαια, είχε έρθει ο ίδιος ως αγγελιοφόρος από τη μάχη στην οποία είχε λάβει μέρος.

Ας υποθέσουμε, όμως, ότι κάποιος ποιμένας ή βοσκός βρισκόταν πάνω σε έναν λόφο ή ύψωμα και παρακολουθούσε τη μεγάλη εκείνη σύγκρουση, την ανώτερη κάθε περιγραφής, και είχε έρθει στην πόλη ως αγγελιοφόρος, χωρίς να έχει τραυματιστεί ή χύσει το αίμα του ο ίδιος, και μετά ζητούσε να λάβει τις ίδιες τιμές με τον Κυναίγειρο, τον Καλλίμαχο ή τον Πολύζηλο, επειδή είχε ανακοινώσει τα ανδραγαθήματα εκείνων, τα τραύματα και τον θάνατό τους».

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω τα γράφει ένας από τους σημαντικότερους λογίους όλων των εποχών. Ο Πλούταρχος, ως φιλόσοφος, ξεχώρισε για το εύρος των γνώσεών του. Στα έργα του παραπέμπει σε έναν τεράστιο όγκο πρωτογενών πηγών και πληροφοριών, και μέσω αυτού έχει εν μέρει χαρτογραφηθεί κι ένα σημαντικό κομμάτι της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνικής, φιλοσοφικής και επιστημονικής παραγωγής.

Συν τοις άλλοις, επί δεκαετίες ο Πλούταρχος διετέλεσε πρεσβύτερος των ιερέων του Απόλλωνα στο Μαντείο των Δελφών και ήταν υπεύθυνος για την ερμηνεία των χρησμών της Πυθίας. Παρά ταύτα, κατά την άποψή του τίποτε και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με τα πολεμικά κατορθώματα.

Αν αυτή την άποψη τη χρησιμοποιήσουμε ώστε να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα για τη γενεσιουργό αιτία της σύγχρονης, καλπάζουσας παρακμής που βιώνει το έθνος μας κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο και έπειτα, θα δούμε να διαγράφονται δύο τεράστιες «ανεπίσημες» στρατιωτικές ήττες, οι οποίες είχαν επισημότατα αποτελέσματα: Κύπρος 1974, Ίμια 1996.

Η Τουρκία, και στις δύο αναμετρήσεις, νίκησε το ελληνικό κράτος και στρατιωτικά και πολιτικά, χρησιμοποιώντας τις ένοπλες δυνάμεις της. Από την άλλη πλευρά, οι ελληνικές κυβερνήσεις σε αυτές τις καμπές της Ιστορίας απέφυγαν τη στρατιωτική εμπλοκή και προτίμησαν να ατιμάσουν τα όπλα της πατρίδας, υποχωρώντας μπροστά στη βαρβαρότητα. Εκεί βρίσκεται η νέα ρίζα του κακού που μας αφανίζει – στην Κύπρο του ’74 και στα Ίμια του ’96.

Δεν υπάρχουν σχόλια: