«Η φρόνηση είναι αρετή του λογικού μέρους και προετοιμάζει τα πράγματα που συντελούν στην ευδαιμονία. [...] Η ανδρεία, αρετή του θυμικού, κάνει τους ανθρώπους αλώβητους από τον φόβο του θανάτου. Η σωφροσύνη, αρετή του επιθυμητικού, τους κάνει να μην ορέγονται τις απολαύσεις των χυδαίων ηδονών. [...] Δικαιοσύνη είναι η αρετή της ψυχής, που οδηγεί σε σωστές δαπάνες για καλά πράγματα. [...] Αδικία είναι η κακία της ψυχής που κάνει τους ανθρώπους να επιζητούν πράγματα παραπάνω απ’ όσα αξίζουν».
Αριστοτέλους Άπαντα, Τόμος 4, 1250a, 2-3, «Περί Αρετών και Κακιών», σελ. 332-333.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να ταξιδέψουν στις σελίδες ενός βιβλίου τα μάτια ενός ανθρώπου ή τα χέρια του (αν έχει προβλήματα όρασης και διαβάζει με το σύστημα Μπράιγ): ο βιαστικός, η λεγόμενη διαγώνια ανάγνωση. Ο αναγνώστης ψάχνει απεγνωσμένα για λέξεις κλειδιά, για σημεία που θέλει να χρησιμοποιήσει στην εργασία του ή σε μια απλή αντίκρουση επιχειρημάτων. Σ’ αυτό βοηθάει πολύ το ευρετήριο όρων και ονομάτων στις τελευταίες σελίδες – αν ο εκδότης, βέβαια, έχει το μεράκι, τη φιλοτιμία και τον χρόνο για να φτιάξει.
Άλλος τρόπος είναι ο μηχανικός, ο αποστασιοποιημένος. Είτε είναι ψυχαγωγικό το ανάγνωσμα είτε «υποχρεωτικό», εκείνος που διαβάζει, το κάνει μεν προσεκτικά αλλά δεν… συμπάσχει. Οι καταστάσεις, οι πληροφορίες και η ομορφιά του κειμένου περνούν από μπροστά του αλλά εκείνος δεν ταυτίζεται με οτιδήποτε διαβάζει.
Υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος να διαβάζεις, ο οποίος δεν ενδείκνυται σε όλους όσοι είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους, ευαίσθητοι και ταυτόχρονα ανοιχτοί στην κριτική: να μπαίνεις μέσα στην πλοκή, να γίνεσαι ένα με τις ιδέες που αντικρίζεις σε λέξεις, να «ζυγίζεσαι» ως φυσικό πρόσωπο σε κάθε στιγμή της δράσης ή της ανάπτυξης των διανοημάτων του συγγραφέα. «Αν ήμουν εγώ τι θα έκανα; Οι δικές μου αξίες είναι αντάξιες, ισότιμες, εξίσου υπηρετήσιμες με όσα γράφει εδώ;». Αυτές είναι μερικές από τις εύλογες απορίες όσων τοποθετούν συνειδητά τον εαυτό τους στο καμίνι της αξιολόγησης που δημιουργείται σε κάθε πνευματικό δημιούργημα.
«Συνέταιροι» των Τούρκων!
Είναι προφανές ότι η γενιά μας, παρόλο που προσπάθησε, εργάστηκε, μάτωσε, θυσιάστηκε και αγωνίστηκε πολύ στα χρόνια της, δεν είναι κατάλληλη να διαχειριστεί τον πλούτο αυτού του τόπου. Δεν δύναται να το κάνει αυτό. Το έχει αποδείξει. Στον κλήρο της έλαχαν προκλήσεις πολλές και αναμετρήσεις μεγάλες. Τα Ίμια, ο Οτσαλάν, η υποταγή στην Ευρώπη, το «ευχαριστώ» στους Αμερικανούς, το κιτς και η έως μυελού οστέων ανηθικότητα του πασοκισμού, τα Χρηματιστήρια, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, τα σκυλάδικα, οι βιντεοκωμωδίες, οι ανθελληνικοί «εκσυγχρονισμοί», ο ρεπουσισμός στην εκπαίδευση, η... μεσοχωρίτικη αποϊδεολογικοποίηση, όλα μαρτυρούν πως τούτη η γενιά συμβιβάστηκε με το χειρότερο. Λίγοι πολέμησαν ανοιχτά, αντρίκεια, απροκάλυπτα και κοστοβόρα το απεχθές προσωπείο της παρακμής που μεταμφιέστηκε σε «πρόοδο». Και τώρα, οι ταγοί μας λένε πως τούτη η γενιά οφείλει να κλέψει από τον Επόμενο Έλληνα, εκείνον που θα στήσει στα πόδια της την πατρίδα, ό,τι πολυτιμότερο μπορεί να διαθέσει αυτή η γη: τον ορυκτό της πλούτο!
Ο χρεοκοπημένος πατέρας θα πουλήσει κοψοχρονιά το οικόπεδο του πρωτότοκου γιου, του εκλεκτού, για να γλιτώσει από τα επίχειρα των επιλογών του. Κι αυτή η κατάντια προτείνεται ως λύση – και μάλιστα μια «λύση» της οικονομικής εξίσωσης στην οποία τοποθετούνται, σχεδόν... αυτοδικαίως, ως «συνάρτηση» οι Τούρκοι!
Τράπεζα Γη
Όποιος ειλικρινής άνθρωπος με ευρύτητα πνεύματος και στοιχειώδες περί δικαίου αίσθημα διαβάσει το «Περί Αρετών και Κακιών» του Αριστοτέλους και κρίνει τον εαυτό του με βάση τα γραφόμενα θα διαπιστώσει ότι η γενιά μας πρέπει απλά να διαφυλάξει όσα υπάρχουν και να τα παραδώσει –τουλάχιστον αυτά– στους επιγόνους. Εμείς δεν κάνουμε για την δουλειά. Δεν τα «φάγαμε» μεν μαζί με τον κάθε Πάγκαλο αλλά ανεχτήκαμε επί σειρά ετών την ασχήμια του, με την οποία προσπάθησε επίμονα να μας επιμολύνει μέχρι να καταντήσουμε σαν κι αυτόν. Με βάση ποιο ηθικό νόμο θα φτάσουμε σε τέτοιο σημείο πτώσεως και εξαχρείωσης ώστε να κλέψουμε συμπολίτες μας, που άλλοι βρίσκονται στα βρεφοκομεία και άλλοι δεν έχουν καν γεννηθεί, για να ξεπλύνουμε το διαχρονικό όνειδος της συνύπαρξής μας με πρόσωπα που κατέστησαν την ιερή λέξη «Έλληνας» αντικείμενο χλεύης; Ας αφήσουμε τα πετρέλαια, τα αέρια, τα χρυσάφια και τις λοιπές ανεκτίμητες εθνικές οικοσκευές εκεί που βρίσκονται. Η γη μας είναι η καλύτερη τράπεζα. Θα τα φυλάξει όπως πρέπει.
Δυστυχώς έτσι είναι, τι ίδιο σκέφτομαι και εγώ καιρό τώρα Παναγιώτη. Πως εμείς, μία αποδεδειγμένα αποτυχημένη γενιά, θα διαχειριστούμε τέτοιο πλούτο και τέτοιες προκλήσεις την στιγμή που αποτύχαμε σε πολύ απλότερα προβλήματα και προκλήσεις; Τα πληρώματα των επομένων γενεών έρχονται και έρχονται με φόρα και ορμή, και τότε θα «πέσουν» τα κρίσιμα όσο και επώδυνα ερωτήματα στο τραπέζι, και πολύ φοβούμαι ότι θα πέσουν και οι αντίστοιχες καρπαζιές στους αυχένες της δικιάς μας γενιάς. Τουλάχιστον για να αποφύγουμε το δεύτερο, πρέπει σκεφτούμε και πράξουμε σοφά -έστω και στο πάρα 5- ώστε να δώσουμε μία καλή κληρονομιά στα εγγόνια μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑφού αποτύχαμε στα μαθήματα του Γυμνασίου, δεν είναι σωστό να απαιτούμε να μπούμε στο Πανεπιστήμιο...
Πάνος Κηφισιά