Ερυθρόμορφος κρατήρας του 5ου αιώνα π.Χ. με τον Γανυμήδη να σερβίρει τον Δία.
«Με τον αριθμό ρεκόρ των 19.000.000 αφίξεων φλερτάρει πλέον ο ελληνικός τουρισμός, καθώς σε αρκετούς εξαιρετικά δημοφιλείς προορισμούς οι ξενοδόχοι έχουν ήδη διαθέσει το 90% των δωματίων τους για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, ενώ τα μηνύματα από το εξωτερικό ‘δείχνουν’ επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου ως τις αρχές Νοεμβρίου».
Γεράσιμος Κοντός, «κυριακάτικη δημοκρατία», 15/6/2014, σελ. 52
Έπειτα από τόσες χιλιάδες χρόνια διαδρομής στα μονοπάτια της Ιστορίας, οι Έλληνες έφτασαν στο σημείο να δικαιολογούν την πνευματική, οικονομική και πολιτική υποτέλεια της πολιτικής τάξης τους με την επίκληση του «Ξένιου Δία» ως πρόφαση για τον «κερδώο Ερμή». Πάντα μια αναφορά στα θεία και σε κάτι ανώτερο από την βαρεία ύλη μπορεί να απαλύνει τις εντυπώσεις μιας οδυνηρής κατάστασης. Ωστόσο, αν και οι εντυπώσεις δύνανται να λειανθούν όταν το ξύδι βαφτίζεται «γλυκάδι», αλλά η ουσία παραμένει απαράλλαχτη. Το ξύδι είναι ξύδι. Η εγχώρια παραγωγή...
υλικών και πνευματικών αγαθών βρίσκεται στο ναδίρ την ίδια στιγμή που η αμέλεια, η κακή πρόθεση και η ροπή στα εύκολα των επικεφαλής του συλλογική βίου, οδηγούν το έθνος στην εθελοδουλεία. Ο τουρισμός, είναι μεν προσοδοφόρος σε οικονομικό επίπεδο, αλλά δεν γίνεται να αποτελέσει πρότυπο ανάπτυξης μιας ισχυρής και ακμάζουσας χώρας.
Η διάθεση κλινών, η προετοιμασία χωριάτικης σαλάτας και το σερβίρισμα ποτών, αναψυκτικών και αλκοολούχων ποτών δεν συνιστούν λύσεις για το υπαρξιακό πρόβλημα που αντιμετωπίζει εδώ και μερικούς αιώνες το έθνος μας. Ο σερβιτόρος απέχει αρκετά από τα ελληνικά αρχέτυπα του φιλοσόφου, του πολεμιστή, του καλλιτέχνη, του θαλασσοπόρου και του δημοσίου ανδρός. Όλοι οι στοιχειωδώς καλλιεργημένοι άνθρωποι της υφηλίου γνωρίζουν τον Δία, τον Οδυσσέα, τον Σωκράτη, τον Περικλή και τον Λεωνίδα. Ελάχιστοι έχουν ακούσει έστω μια φορά στη ζωή τους το όνομα του Γανυμήδη, του οινοχόου των θεών.
Υπάκουος Γανυμήδης
Η άκριτη και συστηματική προπαγάνδιση του μοντέλου του... Γανυμήδη ως μια «λύση σωτηρίας» για την οικονομία του τόπου μας δεν μπορεί να καταλήξει θετικά. Η χρησιμοθηρία δεν αρμόζει σε ελεύθερους και μεγαλόψυχους ανθρώπους, υποδεικνύει ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» (1338b): «το δε ζητείν πανταχού το χρήσιμον ήκιστα αρμόττει τοις μεγαλοψύχοις και τοις ελευθερίοις».
Είναι απορίας άξιον πόσο απροκάλυπτα και συστηματικά προβάλλεται το στερεότυπο του Έλληνα-υπηρέτη μέσα από τις δομές της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Με δόλωμα το άμεσο («ζεστό» κατά τη χυδαία ορολογία των λιανεμπόρων και χονδρεμπόρων πατρίδας) χρήμα, οι πολίτες οφείλουν να εξοικειωθούν με την εικόνα των εαυτών τους και των απογόνων τους να τρέχουν να εξυπηρετούν τους αλλοδαπούς παραθεριστές, οι οποίοι έρχονται για να εκδικηθούν το επικρατούν σκότος της καθημερινότητάς τους με έκθεση στον ελληνικό ήλιο τα πρωινά και άγριο ξεφάντωμα σε κατάσταση μέθης, τις νύχτες.
Η δουλικότητα είναι μονόδρομος για εκείνους που αντλούν εξουσία από τις έδρες των σύγχρονων Δαρείων και υποκλέπτουν νομιμοποίηση από τις σποραδικές εκλογικές ετυμηγορίες του εξαθλιωμένου πληθυσμού. Η ισοφάριση των λιγδωμένων οβολών που λαμβάνει η χώρα από τους βουλημικούς τουρίστες θα μπορούσε να γίνει σχετικά εύκολα. Ουδείς έχει μέχρι σήμερα ασχοληθεί στα σοβαρά με την οικονομική αιμορραγία της χώρας διά της επιλογής δεκάδων χιλιάδων νέων να σπουδάσουν στην αλλοδαπή. Ουδείς έχει μεθοδεύσει την παροχέτευση των «αποδημητικών» φοιτητικών ρευμάτων στην Ελλάδα με τη δικευκόλυνση ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων σε διάφορα στρατηγικά σημεία της επικράτειας. Ουδείς έχει δρομολογήσει την εκβιόμηχάνιση της Ελλάδας στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας – μια πτυχή της οικονομικής δραστηριότητας με δεκάδες παράπλευρα οφέλη, η οποία δεν επιβαρύνει το περιβάλλον και δεν απαιτεί ένταση παραγωγής και αφθονία πρώτων υλών.
Αν η άρχουσα τάξη επένδυε σ’ αυτά τα προνομιακά για το έθνος μας πεδία δεν θα υπήρχε τόση μεγάλη ανάγκη να σερβίρουμε νυχθημερόν τους οινόφλυγες της Δύσης και να οργανώνονται επιτροπές... υποδοχής για τα κακόγουστα λεφούσια τα οποία φορούν πέδιλα με κάλτσες.
Φυσικά, τα παραπάνω δεν είναι άγνωστα στους διαχειριστές των συλλογικών υποθέσεων. Τα γνωρίζουν αλλά τα αποφεύγουν για λόγους προφανείς: διότι θα έδιναν σταθερές βάσεις στην εθνική οικονομία και θα ανέβαζαν σε επικίνδυνα (για την εξουσία) επίπεδα την αυτοπεποίθηση και την αυτογνωσία του λαού. Δεν είναι εφικτό να υπάρξει οποιαδήποτε ετερόφωτη κορυφή πυραμίδας δίχως την πάκτωσή της σε μια δουλοπρεπή βάση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου