Σελίδες

Τετάρτη, Μαΐου 06, 2015

Μετατοπίσεις εννοιών, πολιτική ορθότητα και o Μετάνθρωπος


Σπουδαίο άρθρο του Κωνσταντίνου Π. Ρωμανού για τις τεχνικές προπαγάνδας των υπηρετών της Νέας Τάξης. Μεγάλο μεν αλλά αξίζει κάθε λέξη του.

Πριν από χρόνια παρακολουθούσα μεγάλη διαδήλωση στη λεωφόρο Αλεξάνδρας των Αθηνών, με συμμετοχή ξένων οργανώσεων και μεγάλα πανό που απαιτούσαν: «έξω η ξενοφοβία και ο ρατσισμός!» και αναρωτήθηκα με οργή: πώς προέκυψε αυτό; Γιατί οι δικοί μας νεολαίοι δυσφημούν την Ελλάδα ως ρατσιστική χώρα, τώρα μάλιστα που πολλοί ξένοι τουρίστες έχουν συρρεύσει να παρακολουθήσουν αγώνες αθλητικούς στην παραλιακή ακτή της Αθήνας και θα μεταφέρουν τις εντυπώσεις στην πατρίδα τους; Και από πότε διεπιστώθη ότι οι Έλληνες είναι «ρατσιστές», παρά το ότι οι πόλεις και τα σχολεία της φιλοξενούν τεράστιο αριθμό αλλοδαπών, οι οποίοι ενθαρρύνονται να εισέλθουν μαζικά, χωρίς χαρτιά, μέσα από αφύλακτα σύνορα; Και πώς οι αρχές επιτρέπουν διαδηλώσεις τόσο βλαπτικές για την Ελλάδα στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό; Διότι ναι μεν είχα ήδη τότε κάποιες φορές αναρωτηθεί, πώς συνέβη μέσα σε λίγα χρόνια να έχει γεμίσει ο τόπος ξένους πληθυσμούς και γιατί άραγε συμβαίνει αυτό και που οδηγεί, ούτε είχα ονειρευθεί, όμως, ότι οι απορίες μου αυτές πιθανότατα ήσαν αποκυήματα μιας ρατσιστικής προσωπικότητας. Ούτε ότι οι ανησυχίες και, έστω, οι φόβοι μου για την ξαφνική επέλαση παράνομων ξένων σήμαιναν ότι διακατέχομαι από φοβία, που είναι παθολογική κατάσταση. Αισθάνθηκα έντονο το αίσθημα της αδικίας από τη δυσφήμηση εναντίον μου και εναντίον του Ελληνισμού γενικότερα, και αυτό παρά το ότι μου ήταν γνωστό, ότι ετικέτες του τύπου «ρατσισμός» και παρόμοια, χρησιμοποιούνται κατά κόρον στην Αμερική και στην Ευρώπη και ότι ήταν μόνο θέμα χρόνου να μεταφερθούν από τα εντόπια παπαγαλάκια στην Ελλάδα. Θα είχαν άραγε μέλλον στην Ελλάδα ή θα ναυαγούσαν πάνω στα βράχια της ελληνικής οξυδέρκειας; Δυστυχώς, το μέλλον επρόκειτο να δείξει ότι οι διαδηλωτές μας δεν ήσαν μόνοι, με τις ξενόφερτες σκέψεις τους, αλλά μέρος ευρύτερου επιτελικού σχεδίου, με πρώτο το επίσημο κράτος να υπηρετεί πιστά την εφαρμογή του στην Ελλάδα. Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη, ότι δέκα χρόνια μετά, ετοιμάστηκε και εδώ πλέον, «αντιρατσιστικό νομοσχέδιο» προς ψήφιση στη Βουλή, νομοσχέδιο που ποινικοποιεί, όπως επεσήμανε ο Chomsky για την περίπτωση της Γαλλίας, ένα ευρύ φάσμα του δημόσιου διαλόγου. Ένα νομοσχέδιο, που και για άλλους παρατηρητές, αποτελεί προσπάθεια της πολιτικής εξουσίας να καταστείλει βίαια την σκέψη και την αντίδραση των πολιτών και να επιφέρει έτσι τη βίαιη μεταβολή της κοινωνίας. Ένα νομοσχέδιο παντελώς ασύμβατο με τις αρχές μιας ελεύθερης κοινωνίας.
Είναι ώριμες, άραγε, οι συνθήκες στην Ελλάδα για την επιβολή «αντιρατσιστικού» νόμου; Αν ληφθεί υπόψη ο συνολικός όγκος της προπαγάνδας από την εποχή του Σημίτη μέχρι σήμερα, δηλαδή η έκθεση του κοινού στα συνθήματα και στρεβλά νοήματα που έρχεται να κωδικοποιήσει ο αντιρατσιστικός νόμος, θα φανεί ότι η Ελλάδα δεν φοβάται τη σύγκριση με τις λοιπές χώρες του δυτικού κόσμου, μάλιστα ξεπερνάει τις περισσότερες, με μόνη ίσως εξαίρεση τις ΗΠΑ, όπου η προπαγάνδα έδρασε
σωρευτικά σε πολύ μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Από τα πανεπιστήμια ως τα νηπιαγωγεία, από τα πανεπιστημιακά συγγράμματα ως τα σχολικά εγχειρίδια, από τα ΜΜΕ ως τους τοίχους των Εξαρχείων και τα ντουβάρια, από την Κρήτη ως το Διδυμότειχο, το ελληνικό κοινό, εκόν άκον, εξοικειώθηκε με την πρωτόγνωρη περί ρατσισμού ιδεολογία της Νέας Εποχής.
Όπως από την ιστορική πείρα ήταν αναμενόμενο, η εξοικείωση με την προπαγάνδα και η διασφάλιση της παθητικότητας απέναντι σ’αυτήν της κοινής γνώμης, δεν θα μπορούσε να αφεθεί στην τύχη, ήτοι στην διακριτική ευχέρεια του κάθε ατόμου-αποδέκτη, αλλά απαιτούσε και την συμπληρωματική δράση του εκφοβισμού των συνειδήσεων. Ο στόχος αυτός για να επιτευχθεί, προϋπέθετε την επίδειξη δύναμης με χιλιάδες νεολαιίστικες ιδέες, μαχητικές διαδηλώσεις και εκδηλώσεις σ’όλη την επικράτεια, με την δράση εκατοντάδων Μ.Κ.Ο. επιδοτούμενων από του υπουργείο εξωτερικών, με τη δράση «αντιεξουσιαστών» του νέου παρακράτους εναντίον «φασιστών», «ξενοφοβικών», «ομοφοβικών», «εθνικιστών», «σεξιστών» και «ελληνοκεντρικών» ατομικών ή συλλογικών υποκειμένων (π.χ. με το τρομοκρατικό σύνθημα: «τσακίστε τους φασίστες σε κάθε γειτονιά» ή «καταγγείλατε τους φασίστες στο τηλέφωνο τάδε»). Τις εξόφθαλμες απειλές κατά της σωματικής ακεραιότητας του οιουδήποτε αντιφρονούντος, συνοδεύει παράλληλα, η απειλή της κοινωνικής, πολιτικής, ακαδημαϊκής και εργασιακής περιθωριοποίησης και καταστροφής του. Πού να στραφεί για την υπεράσπιση της νομιμότητας ο πολίτης; Από πού να προσμένει την στήριξη της ιστορικής του συνείδησης, των κοινωνικών ηθών και των πολιτικών θεσμών; Από τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου ως τον τελευταίο δικαστή, η αυτοάμυνα λογίζεται ως κακούργημα. Από το πανεπιστήμιο των κρατικοδίαιτων καθηγητών (και λυμεώνων των χιλίων ευρωπαϊκών προγραμμάτων για την ένταξη μεταναστών), ως τους θεατράρχες, τους καλλιτέχνες και τους ανθρώπους του γραπτού λόγου, αλλεπάλληλα έρχονται τα μηνύματα, ότι ο ελληνισμός δεν είναι στην πραγματικότητα παρά ένα συνονθύλευμα τυχάρπαστων ανθρώπων, με ηθικά επιλήψιμο παρελθόν και παρόν, ναρκωμένων από υποβολιμαίες δοξασίες και ψευδή ιστορικά στερεότυπα. Τόσα άτεγκτα κριτικά πνεύματα, όσα εμφανίσθηκαν από το πουθενά στην Ελλάδα της τελευταίας δεκαπενταετίας, δεν διέθετε ούτε η Γαλλία τις παραμονές της επανάστασης! Η ίδια η Ελλάδα, χωρίς υπερβολή, έγινε το μεγαλύτερο διεθνές κέντρο ανθελληνισμού! Ο ελληνικός αυτός ανθελληνισμός ήταν, που τροφοδότησε τέλος, από το 2010 και μετά, τα γερμανικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ, για να διεκπεραιώσουν μία άνευ προηγουμένου δολοφονία χαρακτήρος του Έλληνα, ως διεφθαρμένου συλλογικού υποκειμένου και ως εξ αυτού υπεύθυνου για την γενικότερη οικονομική κρίση! Ναι, στην Ελλάδα βρίσκονται οι καλοθελητές προμηθευτές πληροφοριών στους γερμανούς δημοσιογράφους για τα «φακελλάκια» και το πελατειακό σύστημα ( όχι βέβαια ότι αμφισβητώ τα πράγματα αυτά καθαυτά, αλλά αμφισβητώ την χρήση που έγινε αυτών, με αποδομητική και όχι εποικοδομητική πρόθεση), για το ψεύδος και την οκνηρία και τον παρασιτικό καταναλωτισμό. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι ο στόχος του ανθελληνισμού τότε μόνον επιτυγχάνεται πλήρως όταν οι ίδιοι οι Έλληνες απαρνούνται τον εαυτό τους… Διότι οι ζώντες σήμερα Έλληνες στο γένος, είναι οι τελευταίοι μάρτυρες του όλου αξιακού οικοδομήματος του διαχρονικού ελληνικού πολιτισμού. Επομένως, ένας επερχόμενος παγκόσμιος ολοκληρωτισμός θα επιδιώξει να καταστρέψει πρώτα την συνείδηση και κατόπιν αυτού το σώμα του Υπαρκτού Ελληνισμού της σήμερον (όπως οι αιχμάλωτοι της Ιεράς Εξέτασης αναγκάζονταν να απαρνηθούν πρώτα τις πεποιθήσεις τους πριν οδηγηθούν στην πυρά). Γι’αυτό δεν είναι ίσως τυχαίο ότι η οικονομική κρίση επεβλήθη στην Ελλάδα προηγηθείσης της κρίσεως ιδεολογίας του Ελληνισμού: έχοντας, δηλαδή, προηγουμένως θρυμματίσει την ασπίδα της αυτοσυνειδησίας, τώρα μπορούν ευκολότερα να πλήξουν, με την οικονομική-υλική κρίση, το γυμνό σώμα του Ελληνισμού· αυτή είναι η γενικότερη στρατηγική.
Επανάσταση της Ελίτ κατά των «διακρίσεων»
Με ποιο ακριβώς ιδεολογικό όπλο επιχειρείται σήμερα στην Ελλάδα το πλήγμα κατά του Υπαρκτού Ελληνισμού; Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου της μεταπολεμικής εποχής γνωρίσαμε την προκρούστεια κλίνη του εθνικιστικού αντικομμουνισμού. Πριμοδοτήθηκε στην αμερικανική σφαίρα επιρροής ο εθνικισμός στον βαθμό που αυτός ενσωμάτωνε τον αντικομμουνισμό. Την εφαρμογή των προηγουμένων στην Ελλάδα είχε αναλάβει ένα δεξιόστροφο κράτος και ένα εξίσου δεξιόστροφο παρακράτος. Μετά τη διάλυση του ανατολικού μπλοκ, οι σειρήνες των ΗΠΑ με τον Κλίντον μπροστά, διακήρυξαν την είσοδό μας στην ευλογία της «παγκοσμιοποίησης» (όπως ευφημιστικά βαφτίστηκε η παγκόσμια αμερικανική κυριαρχία), η οποία μέσω μίας επιταχυμένης κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων και εργατικού δυναμικού σε πλανητικό επίπεδο, θα επέφερε την άμβλυνση των εθνικών εγωισμών και ανταγωνισμών και θα προωθούσε, με την βοήθεια της παράλληλα αναπτυχθείσας τεχνολογίας επικοινωνιών, την συνάντηση δήθεν των ανθρώπων σ’ένα «πλανητικό χωριό». Τέλος με τις «εμμονές των παλαιών, δήθεν «κλειστών» κοινωνιών σε έθνη, κοινότητες, ιστορικές και φυλετικές καταγωγές, τέλος και με τις διακρίσεις φύλου, θρησκείας και σεξουαλικού προσανατολισμού.
Δηλαδή, τέλος όλων των διακρίσεων γενικώς; Όχι βέβαια, εφόσον επρόκειτο να διατηρηθεί μία από τις παλιές διακρίσεις, αυτή μεταξύ πλουσίων και φτωχών ατόμων, κοινωνικών τάξεων και χωρών. Αυτή η λεπτομέρεια διέφυγε, εντούτοις, της προσοχής ενός μέρους της διεθνούς Αριστεράς, η οποία...

Η συνέχεια στην ιστοσελίδα της "δημοκρατίας".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου