Ὁ Δημήτρης Καμπουράκης σ’ ἕνά κείμενό του, τό ὁποῖο τιτλοφορεῖται «Ὅταν κλείνει ὁ κύκλος» καί ἀναρτήθηκε στήν ἱστοσελίδα marketnews κάνει τήν πιό εὐσύνοπτη καί ἀνατριχιαστικά εἰλικρινή περιγραφή τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς ἱστορίας ἀλλά καί τῆς ἠθικῆς καί πνευματικῆς πανούκλας πού κουβαλοῦσε στά σάπια σωθικά της ἡ πασοκική μάστιγα.
Ὁ κ. Καμπουράκης, εὐτυχῶς, εἶναι εἰλικρινής ἄνθρωπος. Καί τίμιος. Αὐτά τά συμπεράσματα δέν προέρχονται ἀπό μακροσκοπική ἐξέταση τῶν λεγομένων καί τῶν κειμένων του ἀλλά ἀπό τήν ὄντως ἐξαιρετική συνεργασία, παρά τίς χαώδεις ἰδεολογικές διαφορές πού μᾶς χώριζαν, στό νεκρό καί ξεχασμένο πλέον ραδιόφωνο τοῦ ΑΝΤ1. Ἡ τιμιότητά του, ἡ ἀνεκτικότητα στήν διαφορά καί ἡ ὠμή εἰλικρίνειά του τόν ξεχωρίζουν ἀπό τίς μυριάδες τῶν συντρόφων του πού ἐπιδίωξαν μία θέση στήν πειρατική ἁρμάτα τοῦ ΠΑΣΟΚ πού ἔκανε ρεσάλτο στήν ἐξουσία, πλιάτσικο στό ἑλληνικό καί εὐρωπαϊκό χρῆμα καί βύθισε αὔτανδρη τήν ἑλληνική κοινωνία στό ἕλος τῆς διαφθορᾶς καί μίας ἀσυναγώνιστα χαμηλῆς, ἐλεεινῆς αἰσθητικῆς.
Γιά τά δύσκολα, ἀπό οἰκονομικῆς ἄποψης παιδικά χρόνια του, ὁ κ. Καμπουράκης ἀναφέρει: «Ὅταν ἤμουν πιτσιρίκι τήν δεκαετία τοῦ ‘60, πρό ἀμνημονεύτων χρόνων δηλαδή, τά Χριστούγεννα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἦταν φτωχικά. Τοὐλάχιστον στό κομμάτι τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας στό ὁποῖο ζοῦσα ἐγώ καί ἡ οἰκογένεια μου. Μιλᾶμε γιά βαθιά ἐπαρχία, στήν ὁποία ὁ σπάνιος κακοπληρωμένος ὑπάλληλος ἦταν ἐξαιρετικά προνομιοῦχος. […]Κατεβαίναμε ἀπ’ τό χωριό στήν πόλη μέ τό λεωφορεῖο καί κοιτάζαμε σάν χαζά τά καρότσια τοῦ δρόμου μέ τά λιγοστά χριστουγεννιάτικα εἴδη τῆς ἐποχῆς. Ἐκεῖνα τά ἄθλια καρότσια καί οἱ πρόχειρες παράγκες στήν κεντρική πλατεία, ἦταν τά δικά μᾶς ἀπλησίαστα Golden Halls».
Αὐτή τήν κατάσταση, πού μεταφέρει στόν ἀναγνώστη ἡ μνήμη τοῦ συντάκτη (ἔχοντας ὡς συγκείμενο μία αὔρα ἀπό μυθιστόρημα τοῦ Ντίκενς) τήν διαδέχτηκε ἡ ἀκόλουθη: «Δυό δεκαετίες ἀργότερα, τήν δεκαετία τοῦ ’80, ὡς εἰκοσάρηδες πιά, κοιτάζαμε γύρω μας μία χώρα πού ἄλλαζε ραγδαῖα. […] Ἐμεῖς, νεαροί πού βρίσκαμε δουλειά μόλις τελειώναμε τό πανεπιστήμιο, μαζευόμασταν τά βράδια καί παίζαμε χαρτιά. Ἁπλώναμε τά εἰκοσάρικα καί τά πενηντάρικά μας πάνω στήν κουβέρτα καί περήφανα τά παίζαμε γιά τό καλό τοῦ χρόνου. Εἴχαμε ἀρχίσει νά ἔχουμε λεφτά στήν τσέπη, καθώς ἡ χώρα εἶχε ἀρχίσει νά εἰσπράττει ἀπό τά εὐρωπαϊκά ταμεῖα. Θαρρούσαμε τότε πῶς ὅλος ὁ κόσμος ἦταν δικός μας».
Πρῶτο σχόλιο: τήν δεκαετία τοῦ ’80, ὅπως τήν ζήσαμε καί ἐμεῖς οἱ μή πασόκοι καί τήν ἔζησαν ὅλοι οι… παραμένοντες στό σοσιαλιστικό στρατόπεδο τοῦ Ἀνδρέα μέ τά ζεϊμπέκικά του, τίς Αμερικές του, τίς Μιμές καί τούς
Κατσιφάρες του, δέν ἔβγαλαν ὅλοι χρήματα. Δέν ἔβρεξε εἰκοσάρικα οὔτε πενηντάρικα στίς αὐλές τῶν ὀπαδῶν τῆς «ἐπαράτου» Δεξιᾶς. Το μαγικό «ραβδάκι» τοῦ σοσιαλισμοῦ δέν ἄγγιξε τίς σακαράκες τῶν δεξιῶν, τῶν βασιλοφρόνων, τῶν ἀντικομμουνιστῶν, τῶν ὀπαδῶν τῆς παράδοσης. Μόνο οἱ πράσινες κολοκύθες (καί οἱ ροζοερυθροί οὐραγοί τους) ἔγιναν λιμουζίνες. Εἶναι ἀπορίας ἄξιον πώς τό χρῆμα ἀπό τά εὐρωπαϊκά ταμεῖα κατέληξε στίς κουβέρτες ὅπου τζόγαραν περήφανοι πενηντάρικα καί εἰκοσάρικα οἱ χαρωποί πασόκοι.
Παρακάτω, ὁ κ. Καμπουράκης, κλιμακώνει τήν ἀφήγηση τῆς περιόδου τῶν παχέων ἀγελάδων μέ τά κάτωθι: «Δυό ἀκόμα δεκαετίες ἀργότερα, τελειώνοντας τόν αἰώνα, εἴχαμε κιόλας σαλτάρει ὁμαδικῶς. Ἀνοίγαμε τά μπουκάλια τό ουίσκι σα νά ἦταν ἐμφιαλωμένο νερό καί τίς σαμπάνιες λές καί μεγαλώσαμε μαζί τους. Ἐκεῖνα τά χρόνια κάναμε γιορτές σέ πελώρια σαλόνια ἀπό μεζονέτες πού εἶχαν ἀγοραστεῖ μέ δάνειο ἤ στίς μεγάλες πίστες καί στά πανάκριβα μαγαζιά μέ τίς gourmet μερίδες. Τί χαζά χρόνια. Μετρούσαμε τήν εὐτυχία καί τήν ἐπιτυχία ἀπό τήν καταναλωτική μας ἱκανότητα, ἡ ὁποία ἦταν ἀπεριόριστη λόγω τραπεζῶν. Δέν εἶχες παρά ν’ ἁπλώσεις τό χέρι σου καί νά πάρεις ἕνα δάνειο».
Καί πάλι, ὁ κ. Καμπουράκης προβαίνει σέ μία παράξενη μεταβίβαση. Συνδέει τό μερικό μέ τήν ὁλότητα. Μερικό εἶναι τό ὁμαδικό σαλτάρισμα καί τό ἄνοιγμα φιαλῶν σαμπάνιας καί ουίσκι ‘λες καί μεγαλώσαμε μαζί τούς’.
Μυριάδες… παράξενοι, ἴσως στριφνοί ἄνθρωποι στούς ὁποίους προκαλοῦσε ἀναγούλα ὁτιδήποτε συμβόλιζε τό πασοκικό ἐθνικοσοσιαλιστικό κίνημα (δέν εἶναι λίγοι ὅσοι θυμοῦνται τίς ἀντιεβραϊκές κορῶνες του ἴδιου τοῦ Ἀνδρέα, τῆς Αὐριανῆς καί τῶν ἐνσωματωμένων πασοκτζήδων λαχανογράφων) δέν συμμετεῖχαν σέ διαγωνισμούς σαμπανοποσίας καί οὐισκοκατανάλωσης. Προσπαθοῦσαν νά ἐπιβιώσουν σ’ ἕνα ἐχθρικό περιβάλλον (ὅπου ἡ γυφτιά ἔπαιρνε ὄντως τήν ἐκδίκησή της, ὅπως λέει καί ὁ ἐμβληματικός τῆς ἐποχῆς δίσκος) νά μείνουν καθαροί μέσα στό μάτι τοῦ κυκλώνα τῆς κλεπτοκρατίας καί τήν ἴδια στιγμή πού ἔβλεπαν τά ἀποθεματικά τῶν ταμείων τούς νά ἐξαϋλώνονται ἐπειδή ὁ Ἀνδρέας ἔβαζε συνεταίρους σέ αὐτά σταλινικούς συμμορίτες τοῦ «Δημοκρατικοῦ Στρατοῦ». Σύνταξη ἀπό τά δουλεμένα στούς ἐχθρούς τῆς πατρίδας.
Οἱ μή ἀνήκοντες στόν πασοκικό θίασο κολυμποῦσαν στά θολά ὕδατα μίας κοινωνίας στήν ὁποία γινόταν ἀπόπειρα νά ἐπιβληθεῖ πλήρης ἀποκτήνωση καί ἡ προπαγάνδα ὑπέρ τοῦ «μεγάλου ἡγέτη» γινόταν ἀκόμα καί στίς σχολικές αἴθουσες.
Εἶναι ἀποκαλυπτικό ὅτι σ’ αὐτή τήν ἑνότητα τοῦ κειμένου τοῦ Καμπουράκη ἐκδηλώνεται ἡ ρηχότητα τῶν ἔργων, τῶν ἡμερῶν καί τῶν δραστηριοτήτων ὅλων ὅσοι συμμετεῖχαν στή μεγάλη «γιορτή» τῆς πράσινης Βαβυλώνας. Δέν ἔχουν αἰτήματα, ἀναζητήσεις, ὑπαρκτικούς καί ἐθνικούς προβληματισμούς. Μόνο οὐίσκι, σαμπάνια, γκουρμέ ἑστιατόρια, μεγάλες πίστες, πανάκριβα μαγαζιά. Ὅ,τι ἀκριβῶς θά ἔκανε καί μία παρέα νεοφώτιστων μαφιόζων μετά ἀπό μία καλή μπάζα. Αὐτοί ἦταν οἱ ἑορτάζοντες σοσιαλιστές. Ἕνα λιπαρό, γλοιῶδες γλεντοκόπι.
Καί τό καλύτερο: «Μετρούσαμε τήν εὐτυχία καί τήν ἐπιτυχία ἀπό τήν καταναλωτική μας ἱκανότητα, ἡ ὁποία ἦταν ἀπεριόριστη λόγω τραπεζῶν». Δέν πῆραν ὅλοι δάνεια κ. Καμπουράκη. Δέν μετροῦσαν ἅπαντες τήν εὐτυχία καί τήν ἐπιτυχία τούς μέ θαλασσοδάνεια ἀπό τράπεζες, πού τώρα τίς χρυσοπληρώνουμε μέ ἀνακεφαλαιοποιήσεις. Ὑπῆρξαν καί κάποιοι (ἀδιάφορο ἄν ἦταν λίγοι ἤ πολλοί), ἀενάως περιφρονούμενοι, χλευαζόμενοι, συκοφαντημένοι ἀλλά ἄκαμπτοι, πού ἔνιωθαν εὐτυχία τό γάτζωμα τῆς ψυχῆς τους στήν παράδοση, τό ἄγγιγμα τῆς ἑλληνικῆς γῆς μέχρι νά ματώσουν τά χέρια, τά ἄτσαλα ἀλλά ὁρμητικά μακροβούτια στούς ὠκεανούς τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σκέψης, τήν ἐπιτέλεση τοῦ ὅποιου καθήκοντος τούς εἶχαν ὁρίσει ἡ Κλωθώ, ἡ Λάχεσις καί ἡ Άτροπος.
Οἱ ἀμέτοχοι στό πάρτυ, οἱ «ἐθελοντές τῆς κακοπέρασης» (χαρακτηρισμός πού ἔδωσε στό παρελθόν μία πράσινη ἀκρίδα σ’ ἕναν πού ἔλεγε ὅτι ὁ Σημίτης ἔπρεπε νά δικαστεῖ ἀπό ἔκτακτο ἐθνοδικεῖο καί νά τουφεκιστεῖ αὐθημερόν γιά τήν προδοσία στά Ίμια), ἔβλεπαν στίς ἰλουστρέ σελίδες τῶν περιοδικῶν τά τεράστια σαλόνια καί τούς ψυχικά λεπρούς καρναβαλιστές καί τό βλέμμα τούς ἔφτανε μέχρι τό σήμερα, ὅπου οἱ ἐξαθλιωμένοι ψάχνουν στά σκουπίδια γιά ἕνα πετρωμένο καρβέλι.
Δέν τά φάγαμε ὅλοι μαζί!
Κι ὁ Καμπουράκης τί μᾶς λέει στό φινάλε; Μία ἀναμενόμενη πασοκιά. Ἀφοῦ δέν πέφτουν φράγκα, ἄς φιλοσοφήσουμε: «Ἔφτασαν καί τά χρόνια πού ἀπέδειξαν τίς θεωρίες κάποιων ὅτι ὁ χρόνος εἶναι στρογγυλός. Ἔκλεισε ὁ κύκλος καί στήν πέμπτη δεκαετία τῆς ζωῆς μας ξαναγυρίσαμε στήν πρώτη, τότε πού γουρλώναμε τά μάτια μπροστά σέ δυό κόκκινα μπαλόνια τῆς κακιᾶς ὥρας πού δέν μποροῦσε να μᾶς τά ἀγοράσει ὁ ἀγρότης πατέρας μας. Δέν πειράζει, ἡ ζωή δέν θέλει μόνο γιορτές καί πανηγύρια, χρειάζεται καί κάποιες στιγμές βαθιᾶς φιλοσοφικῆς ἐνατένισης μέσα στήν σιωπή».
Ἡ τελευταία σοῦ ἀτάκα κ. Καμπουράκη ξεγυμνώνει ὁλόκληρη τήν βδελυρή 30ετία τῆς πασοκικής παρακμῆς. «Ἄν δέν σέ παίρνει γιά ὕλη, ε, τότε ρίξτο στόν Σόπεναουερ, τόν Ἡράκλειτο, τόν Νίτσε». Ε, ὄχι, φιλαράκο. Ἡ βαθιά φιλοσοφική ἐνατένιση πρέπει νά εἶναι καθημερινή ἄσκηση κάθε σκεπτόμενου ἀνθρώπου. Ὑποχρέωση κάθε δημοσιολογούντα ἤ προσώπου πού ἐπηρεάζει τήν πόλη. Δέν εἶναι γαρνιτούρα τῆς ἀφραγκίας ἡ φιλοσοφία.
Καλά Χριστούγεννα νά ἔχεις Δημήτρη Καμπουράκη, μέ ὑγεία καί τύχη καί εἴθε νά ἔρθει ἡ μέρα πού ἕνας ἐθελοντής τῆς κακοπέρασης καί οἱ φίλοι του νά δοῦν τόν Σημίτη νά δικάζεται καί νά καταδικάζεται γιά τά Ἴμια καί νά ἐκτελεστεῖ ἄμεσα ἡ ποινή του.
Ισως ένα από τα καλύτερα άρθρα σου Πανο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕὐχαριστῶ Κώστα. Καλά Χριστούγεννα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαταπληκτικό Παναγιώτη. Αναδημοσιεύω τάχιστα στο τουϊτερ. Καλά Χριστούγεννα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά Χριστούγεννα φίλε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΌπως πάντα Παναγιώτη είσαι η πένα που χτυπάει φλέβα.... Εξαιρετικός
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό άρθρο, αισθάνομαι ότι με εκφράζει. Καλά Χριστούγεννα, ευτυχισμένο το νέο έτος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό αρθρο
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό άρθρο
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεξι κροσε στην σμπαραλιασμενη μουρη 30 χρονων ασυδοσιας κ αλητιας
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο κύριε Λιάκο, από τα καλύτερα κείμενά που έχετε γράψει. Το ότι βγαίνουν και τα λένε χωρίς να ντρέπονται είναι τουλάχιστον εξοργιστικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικος φιλε μου Παναγιωτη.Καλη Χρονια με υγεια.Παν ποθητον.Δημητρης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕὐχαριστῶ σε, φίλε. Ἀντεύχομαι!
ΑπάντησηΔιαγραφή