Δευτέρα, Μαΐου 23, 2016

Ἡ τιμωρία τῶν ὀπαδῶν τῶν ἀθέων

Xάλκινο ἄγαλμα τοῦ Διός, ποὺ βρέθηκε κοντὰ στὸ ἀκρωτήριο Ἀρτεμίσιο, στὴ βόρεια Eύβοια. Χρονολογεῖται γύρω στὸ 460 π.X. καὶ ἐκτίθεται στὸ Ἐθνικὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο.

«Γιατὶ εἶναι γελοῖο αὐτὸ ποῦ κάνουν οἱ ἄνθρωποι, νὰ ἀναζητοῦν τὸ καλὸ ἀπὸ κάπου ἀλλοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ τοὺς θεούς, καὶ μοιάζει σὰν κάποιος ἀπὸ τοὺς πολῖτες μίας βασιλευομένης χώρας νὰ ὑπηρετεῖ κάποιον ἀξιωματοῦχο καὶ νὰ παραμελεῖ αὐτὸν τὸν ἄρχοντα όλων˙ κάτι τέτοιο θεωρεῖται πὼς κάνουν καὶ οἱ ἄνθρωποι. Ἀφοῦ, δηλαδή, ὑπάρχει θεὸς καὶ εἶναι κυρίαρχος τῶν πάντων, εἶναι γενικὰ παραδεκτὸ ὅτι πρέπει ἀπὸ τὸν κύριο νὰ ζητάει κανεὶς τὸ καλό∙ γιατὶ ὅλοι δίνουν τὰ ἀγαθὰ σὲ αὐτοὺς τοὺς ὁποίους ἀγαποῦν καὶ τοὺς εἶναι εὐχάριστοι, καὶ τὰ ἀντίθετα σὲ ὅσους εἶναι ἀντίθετοι».
Ἰάμβλιχος «Περὶ τοῦ Πυθαγορικοὺ Βίου», ἀπὸ τὸν δεύτερο περὶ Πυθαγόρα τόμο τῶν ἐκδόσεων Κάκτος, σελ. 165.

Ὁ ἀρχαῖος ἑλληνικὸς πολιτισμὸς ἦταν ἀρχιτεκτονημένος πάνω στὸ μοτίβο τοῦ ἔνθεου βίου. Ὅσοι ἔρχονται στὸν τόπο μας γιὰ νὰ θαυμάσουν τὰ ὑλικὰ ποιήματα τῶν καλλιτεχνῶν καὶ τῶν μαστόρων τῶν ἁρμονικῶν κτισμάτων μᾶς ἀναγκαστικὰ στρέφουν τὸ βλέμμα σὲ ναούς, κτερίσματα, ἀνάγλυφα, σκεύη καὶ ἀγάλματα μὲ μορφὲς θεῶν, νυμφῶν, Μουσῶν, ἡμιθέων καὶ
ἡρώων τοῦ ἔθνους μας. Πρὶν ἀπὸ τὸν γάμο, τὴν ἔναρξη ἐπιχείρησης, ἕνα μακρινὸ ταξίδι, ἕναν πόλεμο, ζητοῦνταν χρησμός. Μετὰ τὴ νίκη μέρος ἀπὸ τὰ λάφυρα ἀφηνόταν στοὺς ναούς. Τα σπουδαιότερα τρόπαια τῆς μάχης δίδονταν σ' ἐκείνους ποὺ χάρισαν τὴ νίκη: στοὺς θεούς. Τα ἀναθήματα, δῶρα καὶ ἱκεσίες συνάμα πρὸς τοὺς ἐνοίκους τῶν ὀλυμπίων δωμάτων, γέμιζαν τοὺς ναούς. Ἡ ὕλη ἀπετίθετο στοὺς βωμούς, ὅπως τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ βρίσκονται πάντοτε ὑπὸ τὴν κηδεμονία καὶ τὴν οὐσιαστικὴ νομὴ τοῦ ἄυλου κόσμου. Ἡ Ἀκρόπολις τῶν Ἀθηνῶν, ἡ Ἀρχαία Ὀλυμπία, οἱ Δελφοί, τὸ μαντεῖο τῆς Δωδώνης, ἡ Κνωσὸς μὲ τὸ Τριμερὲς Ἱερὸ της, ἡ Ἐλευσῖνα, κάθε γωνιὰ τούτης τῆς γῆς ἐξυμνεῖ τὴ θεία οὐσία ποὺ καθαγίασε τὸν πυρῆνα τοῦ πολιτισμοῦ μας. Ἕνας μέγας καὶ ὑπέροχος ναὸς ἡ Ἑλλάδα, ὕμνος πρὸς τοὺς θεοὺς ὁ ἑλληνικὸς πολιτισμὸς καὶ σπονδὴ λατρευτικὴ τὸ αἷμα τοῦ ἄνθους τῆς νεολαίας μας, ποὺ κατὰ καιροὺς χύνεται γιὰ νὰ μποροῦμε ἐλεύθεροι καὶ ἀπερίσπαστοι νὰ κάνουμε τὴν ἐπίγεια διαδρομὴ μας μὲ προορισμὸ τὸ ἀπόλυτο τῆς ἕνωσης μὲ τὸ αἴτιο τῆς ὕπαρξης τοῦ σύμπαντος. Δὲν ὑπάρχει κάτι ἀποκομμένο ἀπὸ τὸν διάλογο τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν δημιουργὸ ποὺ νὰ εἶναι ἄξιο λόγου καὶ νὰ τοῦ ἔδιναν τὴν παραμικρὴ σημασία οἱ ἀρχαῖοι προγονοὶ μας.

Νόημα ζωῆς

Ἕνα ἀγοραῖο καὶ ἐν πολλοῖς ἀνυπόληπτο κομμάτι τῶν φιλοχρήματων τεχνιτῶν τοῦ λόγου, τῶν σοφιστῶν, ἔφτασε σὲ σημεῖο νὰ ἀμφισβητήσει τὴ σκοπιμότητα τῆς θρησκευτικότητας, δηλαδὴ τὸν κεντρικὸ ὑπαρκτικὸ πυλῶνα τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Αὐτοὶ δὲν ἦταν τὸ αἴτιο τῆς συλλογικῆς παρακμῆς ἀλλὰ μία ἀπὸ τὶς πολλὲς ἐκδηλώσεις της. Αὐτὸ δὲν εἶναι πρωτόφαντο στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ ὕφεση τῆς πίστης σηματοδοτεῖ τὴν κατάρρευση τοῦ κοινωνικοῦ, οἰκονομικοῦ καὶ πολιτικοῦ βίου. Ἀπὸ τὴ Βαβυλῶνα καὶ τὴν Ἀλεξάνδρεια ὡς τὴ Ρώμη καὶ τὴν Ουάσινγκτον ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὰ θεία ὁδήγησε, ὁδηγεῖ καὶ θὰ ὁδηγεῖ μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια σ' ἕναν τρόπο ζωῆς δίχως νόημα καὶ ἄρα χωρὶς προορισμό.

Ὁ Ἰάμβλιχος ἀλλὰ καὶ ὅλοι ὅσοι ἔχουν ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν πυθαγόρειο διδασκαλία αὐτὸ προσπάθησαν νὰ μεταδώσουν στοὺς ἐνδιαφερομένους: τὴν προτεραιότητα ποὺ ὀφείλει νὰ δίδει ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεό. Δὲν νοεῖται νὰ ἐπιδιώκει τὸ ἀγαθὸν ἄνευ τῆς ἐναρμόνισης τοῦ βίου του μὲ τὴν πηγὴ παντὸς ἀγαθοῦ, ποὺ εἶναι ὁ Θεός. Στὴν ἐποχὴ μας ἡ παχυλὴ ἄγνοια δοξάζεται μὲ τόση ἀφροσύνη, ὥστε θεωρεῖται ἔνδειξη «προηγμένης» ἀντιληπτικῆς ἱκανότητος νὰ δηλώνει κάποιος τὴν ἀδιαφορία ἤ καὶ τὴν ἀπροκάλυπτη ἐχθρότητὰ του πρὸς τὴν ἰδέα τοῦ θείου. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἀποτελοῦν ένσαρκες ἀντιφάσεις, ἀπὸ τὴ μία ἐκφράζουν τὸν θαυμασμὸ τοὺς γιὰ τὰ ἐπιτεύγματα τοῦ Ἑλληνισμοῦ κι ἀπὸ τὴν ἄλλη κομπάζουν περὶ τῆς αθεΐας τους. Στὸν δικὸ τους κανόνα δὲν ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις. Οἱ ἐκτὸς Θεοῦ οὐδέποτε κομίζουν στὸ σύνολο θετικὰ ἀποτελέσματα. Ὅπως ἔγραψε ὁ Ιάμβλιχος, «ὅλοι δίνουν τὰ ἀγαθὰ σὲ αὐτοὺς, τοὺς ὁποίους ἀγαποῦν καὶ τοὺς εἶναι εὐχάριστοι, καὶ τὰ ἀντίθετα σὲ ὅσους εἶναι ἀντίθετοι». Κι ὅσοι συμβαδίζουν μὲ τοὺς ἀντίθεους λαμβάνουν τὰ δέοντα ἀπὸ τὶς δυνάμεις ποὺ ἀμφισβητοῦν καὶ περιφρονοῦν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: