Τετάρτη, Νοεμβρίου 04, 2020

ΟΣΟΙ ΛΕΙΠΟΥΝ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗ ΧΩΡΑ


Έλληνες μετανάστες στην πολιτεία Γιούτα των ΗΠΑ το 1905. 


«Ἀκούσας ὑπό τινος λοιδορεῖσθαι, “ἀπόντα με,” ἔφη, “καὶ μαστιγούτω”».

«Του ανέφεραν ότι κάποιος εξεφράσθη υβριστικώς σε βάρος του. ‘Απόντα’, είπε, ‘μπορούν και να με μαστιγώνουν’».

Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων – Αριστοτέλης», τόμος Β΄, κεφ. 18, στ. 9., σελ. 25, Άμμων Εκδοτική, Αθήνα:2020.

 

Το έργο του Διογένους Λαερτίου (180-240 μ.Χ.) «Βίοι Φιλοσόφων» αποτελεί μια από τις καλύτερες επιλογές για όλους όσοι θέλουν να μάθουν τους ανθρώπους πίσω από τις φιλοσοφικές ιδέες τους. Στις σελίδες που βιογραφεί τον Αριστοτέλη περιλαμβάνεται η καταγραφή αυτού του περιστατικού όπου διαπιστώνουμε πως ο Σταγειρίτης πανεπιστήμων δεν ήταν ακριβώς όσο βλοσυρός και σοβαρός τον φανταζόμαστε η εύστροφη και εύθυμη αντίδρασή του όταν πληροφορήθηκε πως κάποιος τον βρίζει μας φανερώνει έναν θυμόσοφο, μεγάθυμο αλλά και ανυποχώρητα πρακτικό Αριστοτέλη. «Απόντα μπορούν και να με μαστιγώνουν».

Ουσιαστικά, με αυτή την φράση, ο Αριστοτέλης δεν αναφέρθηκε μόνο στην περίπτωσή του αλλά σε όλες τις απουσίες σε όλους τους τόπους και σε όλα τα πρόσωπα. Αυτός που λείπει, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει για τους άλλους, δεν επηρεάζεται από τις πράξεις και τους λόγους τους, δεν νιώθει τα δικά τους αισθήματα και συναισθήματα. Ο τόπος έχει...

τεράστια σημασία σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.

Ένας από τους λόγους που η Ελλάδα κοντεύει να ξεμείνει από το βασικό περιουσιακό της στοιχείο, τους ανθρώπους της, είναι ακριβώς αυτός: υπήρξαν και υπάρχουν εκατομμύρια Έλληνες που δεν ήθελαν να μαστιγώνονται άλλο από τις συνήθως αντίξοες συνθήκες που διαμορφώνει το δύσκολο γεωπολιτικό περιβάλλον μας και η ακαταλληλότητα του πολιτικού προσωπικού. Δεν άντεξαν άλλο την ανεργία, την φτώχεια, την οικογενειοκρατία, την αναξιοκρατία, τη σώρευση υποχρεώσεων χωρίς παράλληλη αναγνώριση δικαιωμάτων, την ανυπαρξία θεσμών, τη χειραγώγηση της Δικαιοσύνης, την πολιτική και κοινωνική διαφθορά. Γι’ αυτό έφυγαν στο εξωτερικό πολλοί εξ αυτών νόμισαν ότι η απουσία τους θα ήταν προσωρινή (σπουδές, «λίγα χρόνια» εργασίας κ.ά). Τελικά, η Ελλάδα αποτέλεσε για εκατομμύρια ομοεθνείς μας απλώς ένας τόπος παραθερισμού και δεν επέστρεψαν ποτέ – ούτε καν για να ταφούν εδώ.

Έχουν χαθεί για το έθνος, οριστικά και αμετάκλητα, πολλές γενιές Ελλήνων. Οι μεικτοί γάμοι και η πλήρης αφομοίωση των πάλαι ποτέ συμπατριωτών μας στις χώρες υποδοχείς δημιούργησαν απογόνους που φέρουν ελληνικά επίθετα, μια αόριστη νοσταλγία για το ελληνικό στίγμα στον χάρτη, τήρηση κάποιων εθίμων –μηχανικά, σαν ανώδυνο φολκλόρ- και αυτό είναι όλο. Ούτε καν την γλώσσα δεν μαθαίνουν τα παιδιά και τα εγγόνια Ελλήνων που ξενιτεύτηκαν. Κοντολογίς, η σχέση με το έθνος κατέστη… πλατωνική.

Η ομογένεια θέλει αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτε ουσιαστικό για την πατρίδα. Παρήλθαν οι χρόνοι που η ελληνική διασπορά επηρέαζε καθοριστικά τις εξελίξεις (όπως πριν την Επανάσταση του 1821). Τώρα τη θυμόμαστε και μας θυμάται στις εθνικές επετείους με την ευκαιρία των παρελάσεων και των ανέξοδων δηλώσεων των επικεφαλής ξένων κρατών που «αναγνωρίζουν τη γενναιότητά μας». Για παράδειγμα, το μέγιστο των δυνατοτήτων του τόσο διαφημισμένου ελληνικού «λόμπι» στις ΗΠΑ ήταν το εμπάργκο πώλησης όπλων στην Τουρκία, το 1975, (ως αποτέλεσμα της εισβολής του «Αττίλα» στην Κύπρο το 1974), το οποίο ήρθη στις αρχές Αυγούστου 1978. Τόσες γενιές χαμένες για ένα τριετές αμερικάνικο εμπάργκο πώλησης όπλων στην Τουρκία…

Όποιος ενδιαφέρεται στ’ αλήθεια για την πατρίδα του δεν λείπει. Φροντίζει να είναι εδώ, να μην «φυγαδεύει» τα παιδιά του, τα χρήματά του κι οτιδήποτε άλλο θεωρεί πολύτιμο στο εξωτερικό. Όταν εκείνος βρίσκει δικαιολογίες για την απομάκρυνσή του από τα δύσκολα οι… παραμένοντες βρίσκουν λύσεις – έστω αυτές τις χλωμές, τις άτεχνες, τις κακορίζικες που δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα. Είναι υποκριτικό να μεγαλαυχεί κάποιος για το έθνος αλλά να επενδύει τις ελπίδες του σε τρίτες χώρες.  

Και αναφορικά με το δικαίωμα ψήφου: Όσοι απουσιάζουν από την Ελλάδα δεν πρέπει να έχουν ισοβαρές δικαίωμα απόφασης για την πορεία της χώρας. Αν νοιάζονται αληθινά για την πατρίδα ας επιστρέψουν, φέρνοντας μαζί τα παιδιά και τα εγγόνια τους, τα οποία πρέπει πάση θυσία να τα έχουν διδάξει την ελληνική γλώσσα.  

Οι άδοξοι ήρωες που έμειναν και μένουν εδώ συνεχίζουν να πολεμούν για τη δημιουργία μιας πατρίδας αντάξιας του ονόματός της. Δεν κάνουν κριτική από μακριά. Υπερασπίζονται με πάθος –είτε φανερό είτε άδηλο- αυτή τη μικρή γωνιά της γης, η οποία μας δόθηκε απ’ τον Θεό.

 

3 σχόλια:

kimon είπε...

. Τολμάς να λες την αλήθεια σε μία χώρα δήθεν. Πόσο αληθινό και τολμηρό άρθρο...

Ανώνυμος είπε...

Καλησπέρα σας,

συμφωνώ με το πολύ καλό άρθρο σας με μια επισήμανση.
Πάρα πολλοί Έλληνες μετανάστες στην Αμερική την πρώτη δεκαετία του 1900, ενώ είχαν κάνει μια υποτυπώδη περιουσία και είχαν αρχίσει να στήνουν την νέα τους ζωή, τα πούλησαν όλα και ήρθαν να πολεμήσουν για την Ελλάδα στους Βαλκανικούς πολέμους.Ένιωθαν Ελληνίδες πάνω απ' όλα. Σε αντίθεση με πολλούς Ελλαδίτες σήμερα που δεν νιώθουν καθόλου περήφανοι που είναι Έλληνες αλλά θέλουν να γίνου κάτι άλλο. Προτιμούν να λέγονται Ευρωπαίοι παρά Έλληνες και στην πραγματικότητα είναι ευρωπέοι, ξενολάγνοι και όπως έλεγε ο Περικλής Γιαννόπουλος, φραγκολεβαντίνοι στην ψυχή.

Μιχάλης

Ανώνυμος είπε...

elite sniper