Πέμπτη, Μαΐου 30, 2013

Κουτσούμπας κληρώνει σήμερα!

Στη φωτογραφία βλέπουμε τον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ μαζί με μια «φάσα» που ενημερώνει τους τηλεθεατές για κλήρωση κουζινικών και μετρητών! 

Την Τρίτη 28 Μαΐου, ο Γιώργος Παπαδάκης διέκοπτε μια συζήτηση με τον Άρη Σπηλιωτόπουλο της ΝΔ, τον Δημήτρη Παπαδημούλη του ΣΥΡΙΖΑ, τον Βασίλη Οικονόμου της ΔΗΜΑΡ και το Νάσο Αλευρά του ΠΑΣΟΚ με τα ακόλουθα όμορφα: «Επιστρέφουμε με τον κ. Οικονόμου και τον κ. Αλευρά αμέσως μετά τις διαφημίσεις. Κύριοι πουλάτε! Εξαιτίας σας έχουμε πολλές διαφημίσεις. Δηλαδή, σ' εσάς οφείλεται το γεγονός ότι έχουμε πολλές διαφημίσεις σήμερα. Δέκα διαφημίσεις είχαμε και μόλις είδαν ποιους καλεσμένους έχουμε, μας φόρτωσαν άλλες εκατό! Υπεύθυνοι για τις διαφημίσεις είναι οι καλεσμένοι μας». Μοναδική αντίδραση προήλθε από τον κ. Παπαδημούλη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θύμισε κάτι από τον βουλευτή Ταμήλο, τον οποίο απολαύσαμε στους Ράδιο Αρβύλα: «Μας έχετε και δουλεύουμε τσάμπα!» είπε ο κ. Παπαδημούλης, ενώ οι υπόλοιποι κατάπιαν αμάσητη τη δηλητηριώδη παρατήρηση του βετεράνου παρουσιαστή! Με αυτές τις λίγες κουβέντες και με την αφωνία που ακολούθησε, ο Γιώργος Παπαδάκης κατόρθωσε να αναδείξει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τόπος: την έλλειψη ευθιξίας (λαϊκά το λέμε «τσίπα») από εκείνους που θα έπρεπε να δίνουν το παράδειγμα στους Έλληνες πολίτες.

ΚΚΕ - μετρητά 

Αξίζει να σημειωθεί ότι καθ' όλη τη διάρκεια της παρουσίας των πολιτικών στο γυαλί, ακριβώς από κάτω από τις ευγενικές μορφές τους, οι τηλεθεατές ενημερώνονταν για μια κλήρωση κατσαρολικών και μετρητών στην οποία θα μπορούσαν να συμμετέχουν μέσω αποστολής SMS (κάπως αλμυρής χρέωσης) ή τηλεφωνήματος σε γραμμή (με εξίσου ακριβούτσικη χρέωση). Δεν παίρνουμε το τιμόνι λίγο πιο αριστερά μπας και πετύχουμε κάναν πολιτικό που δεν δέχεται να γίνει -έστω και χάριν αστεϊσμού- «κράχτης» για διαφημίσεις ή ανθρώπινο ντεκόρ για την μεγάλη κλήρωση μιας κουζίνας, ενός σετ από κατσαρόλες και 200 ευρώ μετρητά; Ας το κάνουμε κι αυτό. Ας διαλέξουμε κάτι σε Κουτσούμπα. Αν δεν το έχετε μάθει ακόμα, ο κ. Δημήτρης Κουτσούμπας διαδέχτηκε την Αλέκα Παπαρήγα στη Γενική Γραμματεία του ΚΚΕ. Παραχώρησε συνέντευξη στον Γιώργο Παπαδάκη. Στην αρχή, τουλάχιστον, ούτε εκείνος ξέφυγε από την ακούσια συνύπαρξή του με την φάσα που αναφερόταν στην κλήρωση της εκπομπής. Τελικό συμπέρασμα: Μπράβο στον Γιώργο Παπαδάκη! Ξέρει να βγάζει μεγάλες αλήθειες χωρίς να χρειαστεί να τις βροντοφωνάξει. Αυτό κι αν είναι αντίσταση στο σύστημα...

Πυρετώδεις οι διαβουλεύσεις για το αντιρατσιστικό!

Έχει σκεφτεί ποτέ ο Αλέξης Κωστάλας να ασχοληθεί με το πολιτικό ρεπορτάζ; Ο χώρος τον χρειάζεται. Μόνο εκείνος θα μπορέσει να περιγράψει επαρκώς τις περίτεχνες κωλοτούμπες των πολιτικών δυνάμεων.

Τετάρτη, Μαΐου 29, 2013

Ήταν υποψήφιος βουλευτής της ΝΔ και επιχαίρει για την Άλωση της Πόλης

Ερχάν Ιμάμογλου ονομάζεται, κατέβηκε στις εκλογές με τη Νέα Δημοκρατία στη Ροδόπη και ποστάρει σήμερα χαρούμενος στο Facebook της είδηση για την 560ή επέτειο από την "Κατάκτηση της Ισταμπούλ". Τα σχόλια περιττεύουν.

29 Μαΐου. Ένα παιδί της Πόλης έγραψε για τον τόπο του...

ΤΟΥ ΝΕΟΚΛΗ ΣΑΡΡΗ

Δημοσιεύτηκε στην ειδική έκδοση της εφημερίδας "Δημοκρατία" για την Κωνσταντινούπολη 29/5/2011, από τον σπουδαίο δάσκαλο, που μας λείπει πολύ...

Αρχές του Μάη του 1980. Μια πρόσκληση στην Ελληνική Φιλοσοφική Εταιρείας από το αντίστοιχο σωματείο της Τουρκίας με έφερε στην Κωνσταντινούπολη. Στην ελληνική αντιπροσωπεία εκτός από μένα ήταν η γνωστή καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κική Παπούλια και αδελφή του Γιώργου Παπούλια που την εποχή εκείνη υπηρετούσε πρέσβης μας Ελλάδος στην Άγκυρα ( και ο οποίος αργότερα χρημάτισε, για ένα διάστημα και υπουργός των εξωτερικών) . Επρόκειτο για ένα συνέδριο που είχε οργανωθεί στην τουρκική πρωτεύουσα και του οποίου η θεματολογία εκτεινόταν στη φιλοσοφία των Βαλκανικών λαών. Την εποχή εκείνη οι ουρανοί μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είχαν κλείσει και δεν υπήρχε αεροπορική σύνδεση μεταξύ των δύο χωρών, εκτός από μια πρωινή πτήση της Lüfthansa από τη Θεσσαλονίκη στην Κωνσταντινούπολη, η οποία παρέκαμπτε τους αιθέρες του επίμαχου Αιγαίου. Καθώς όμως συνεχιζόταν η απεργία των τουρκικών αεροπορικών γραμμών, θα έπρεπε από την Πόλη να ταξιδέψουμε σιδηροδρομικώς νύχτα για νάμαστε το πρωί στον προορισμό μας. Όπως αντιλαμβάνεστε αυτό συνεπαγόταν μια μικρή ταλαιπωρία την οποία η παρέμβαση του κ. πρέσβη είχε εξαφανίσει. Με τη φροντίδα του, ο γενικός πρόξενος στην Κωνσταντινούπολη που τότε ήταν ο Φίλων Φίλων είχε αποστείλει το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο με εντολή να μας οδηγήσει κατευθείαν από το αεροδρόμιο του Αγίου Στεφάνου (εκτουρκισθέντος προ πολλού σε Γεσίλκιοϊ ) στην προξενική κατοικία που βρισκόταν στο ‘Σιφάγιουρντού’, στα υψώματα του Βοσπόρου.
Αισθανθήκαμε λίγο παράξενα γιατί το φιλόξενο προξενικό ζευγάρι απουσίαζε-ήλθε κάπως αργότερα- και βρεθήκαμε μόνοι σε ένα καθιστικό, θυμάμαι, που άνοιγε σένα τεράστιο μπαλκόνι από το οποίο από το ένα άκρο στο άλλο ξετυλιγότανε θαυμαστό πολύπτυχο της έκπαγλης Κωνσταντινούπολης, από την κυρίως Πόλη (την ‘παλαιά’ όπως αποκαλούνταν ακόμη και στην εποχή μου), δεξιά του Κερατίου Κόλπου, όπου βρίσκεται η Αγία Σοφία και απέναντί του το Τζαμί του σουλτάνου Αχμέντ,, ο Ιππόδρομος, το οικοδομικό σύμπλεγμα των ανακτόρων του Τοπ-Καπού όπως καταλήγει στο ακρωτήρι, τη πούντα του Σαράϊ – Μπουρνού. Απέναντι ακριβώς η Χαλκηδόνα (το τούρκικο Καντίκιοϊ), το Χαϊντάρπασα με τον επιβλητικό σιδηροδρομικό σταθμό απ’όπου θα παίρναμε το βραδάκι το τραίνο που θα μας πήγαινε στην Άγκυρα. Απέναντι δεξιά χανότανε οι γραμμές του Μαρμαρά προς αυτά που αποκαλούσαμε ‘αντικρυνά’ (στα Πριγκηπονήσια) και συγκεκριμένα το Μάλεπε, η Χαρταλιμήν, το Παντείχι….Και δεξιά το Σκούταρι, το Μπεϊλέρμπεϊ με το παραθαλάσσιο ανάκτορό του, το γενέθλιό μου Τσεγκέλκοϊ το Χρυσοκέραμο των Βυζαντινών χρόνων, το Κανδυλί,. Διέκρινε κανείς απέναντι μέχρι την Κάλντζα και το Βανίκοϊ. Αυτά όλα στην απέναντι , την Ασιατική ακτή του Βοσπόρου, του Κατάστενου κατά την παλαιά αλλά φεύ ξεχασμένη πολίτικη τοπολαλιά που μας τη θύμιζε ο Ψυχάρης στο ‘Ταξίδι’ του.. Απ’ εδώ που βρισκόμασταν εμείς , στο Ευρωπαϊκό, πάει να πει τμήμα, δεξιά αχνοφαιόταν τυλιγμένος σα σε πλουμιστό μαγνάδι ο Κεράτιος κόλπος και η μια από τις δυό τότε γέφυρές του, ο Γαλατάς με τον πύργο του και στα υψώματά του το Πέραν, το Σταυροδρόμι αλλοτινών εποχών, όταν η Πόλη είχε διακριτή ‘ευρωπαϊκή’ συνοικία. Στο βάθος, πάνω από τον Κεράτιο στον έναν από τους επτά λόφους της Πόλης, ο πύργος του Μπεγιαζίτ (όπου ήταν κάποτε το Σερασκεράτο, δηλαδή το υπουργείο των στρατιωτικών) και τώρα στεγάζεται το κεντρικό κτήριο του Πανεπιστημίου Εισταμπούλ και πίσω του βρίσκεται το τέμενος Σουλεϋμανιγιέ (που ανήγειρε ο σουλτάνος Σουλεϋμάν ο μεγαλόπρεπος ή νομοθέτης. Κάπως πιο δεξιά του τζαμιού, περνώντας το υδραγωγείο του Αδριανού, στο βάθος η συνοικία του Φατίχ (Προθητή), το Τσαρσαμπά και η Δράμα, και στους πρόποδες εκτείνεται το Φανάρι η ‘συνοικία των ευγενών’ (όπως την αποκαλούσε ο συνονόματος παππούς μου- μια και είχε γεννηθεί εκεί) με τον Πάνσεπτο Πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου και το κτηριακό συγκρότημα του Πατριαρχείου –των πατριαρχείων όπως το λέγαμε, όχι πληθυντικός ανάλογος ‘των ανακτόρων’, αλλά γιατί στα χρόνια της επί του Γένους μας οσμανικής κυριαρχίας, το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης ουσιαστικά είχε ‘απορροφήσει’ τα υπόλοιπα πρεσβυγενή Πατριαρχεία, δηλαδή της Αλεξανδρείας, της Αντιόχειας και των Ιεροσολύμων και οι πατριάρχες τους συνήθως περνούσαν τον καιρό τους στο Φανάρι, από όπου –για να έλθουμε στην περιγραφή μας- με λίγη καλή διάθεση από εκεί που ήμασταν, διέκρινες ή νόμιζες πως διέκρινες στα υψώματά του σαν αετοφωλιά τη Μεγάλη του Γένους Σχολή (από την οποία αποφοίτησα) με το τρούλο της που κάποτε λειτουργούσε ως αστεροσκοπείο).

Από το μπαλκόνι που βρισκόμασταν, πιο σιμά, και στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου έβλεπες τα ανάκτορα του Ντολμάμπαχτσέ, και αριστερότερά τους τα ερείπια των ανακτόρων του Τσιραγάν (που τώρα είναι ένα περίλαμπρο ξενοδοχείο πολυτελείας) και λίγο πιο ψηλότερα, τα ανάκτορα του Γιλντίζ. Ακόμα το πέρα εκτεινόταν από το Φουντουκλή και το Καμπάτας, το Διπλοκιόνιο (Μπεσίκτας), το Μεσοχώρι (Ορτάκιοϊ) και το Μέγα Ρεύμα ή Αρναούτ-κιοϊ (στο οποίο κάποτε ‘επιχωρίααν’, δηλαδή είχαν τα εξοχικά μέγαρά τους οι Φαναριώτες ηγεμόνες), και κατά σειρά η Στένη, το Νιχώρι, το Μπεμπέκι (όπου και η περιλάλητη Ροβέρτιος Σχολή, το σημερινό Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου), τα Θεραπειά, το Μπουγιούκντερε (ή Βαρυρρύακα των καθαρευουσιάνων) με τις εξοχικές κατοικίες των ξένων πρεσβευτών, το Βαφεοχώρι (Μπογιατζή-κιοϊ), για να προχωρήσει το μάτι κατά το Σαρίγερ και τα ‘καβάκια’, δηλαδή την είσοδο το Βόσπορο από τον Εύξεινο πόντο.
Ένα μεγάλο τμήμα όλου αυτού του πανοράματος το έβλεπα να εκτείνεται μπροστά μου, ενώ ένα άλλο τμήμα το θεωρούσα με τα μάτια της ψυχής μου. Αναδυόταν από το μύχιο εαυτό μου, ενστάλαγμα συνείδησης και μνήμης περίτεχνο και μεγαλειώδες τέχνημα. Μέρα ηλιόλουστη, το βοσπορινό αεράκι μετέφερε θεσπέσιες και τόσο γνώριμες σε μένα οσμές, ενώ έφθαναν στ’ αυτά μου σπαράγματα από ήχους από την πολύβουη κοσμόπολη ανάμιχτους με ανατολίτικες μουσικές και το νωθρό εζάνι του μουεζίνη από κάποιο μιναρέ στο κάλεσμά του προς τους πιστούς για τη μεσημεριανή προσευχή…..
Τα μάτια μου πλημμύρισαν… Ασυγκράτητος ο λυγμός μου, όσος ο πόνος μου βαθύς και ασίγαστος. Σε παραμυθία πρόστρεξαν οι καλές μου συνάδελφοι, η Κική Παπούλια με τη Μυρτώ Δραγώνα (καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, και τρεις μας πλέον ομότιμοι …). Αλλά ο πόνος ήταν αξεπέραστος. Είναι απαίσια και η σκέψη ακόμη να είσαι τουρίστας στο δικό σου τόπο τον οποίο αποχωρίστηκες δίχως τη θέλησή σου.
Κατά τη μετάβασή μας από το αεροδρόμιο στην προξενική κατοικία, περάσαμε από την παραλιακή λεωφόρο η οποία την εποχή εκείνη ήταν σχετικά πρόσφατη η διανοιξή της με την πρόσχωση όλης της παραλίας στην ακτή της Προποντίδας επί της θρακικής γης. Η πρόσχωση αυτή αλλοίωσε όπως ήταν επόμενο το παραθαλάσσιο τοπίο από τον Άγιο Στέφανο μέχρι το Σιρκετζή (όπου υπάρχει ο έτερος σιδηροδρομικός σταθμός στον οποίο καταλήγει το δίκτυο από το ευρωπαϊκό τμήμα, όπου κατέληγε το γνωστό Orient Express). Έτσι το ιστορικό Μακροχώρι (ή πάλαι ποτέ Μακρί-κοϊ και νυν Μπακίρκοϊ με 4 εκατομμύρια πληθυσμό !!!!!!!!!), το ‘χωριό’ που λειτούργησε κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα κάπως ανάλογα προς τα Βόρεια προάστια της Αθήνας μαζί με τη Χαλκηδόνα στην ασιατική, όπως επεξήγησα πλευρά, ως περιοχές που είχε τις κατοικίες τους ένα σημαντικό τμήμα της ανεχόμενης
Αστικής τάξης και όπου επί της σημερινής λεωφόρου Εισταμπούλ βρισκόταν το πατρογονικό σπίτι του προπάππου μου). Μετά το Μακροχώρι, το Επταπύργιο (Γεντή Κουλέ) και πιο πέρα το Βαλουκλή (όπου και τα Ελληνικά Νοσοκομεία – το Ψυχιατρείο και το Γροκομείο), τα Ψωμμαθειά ή ορθότερα τα Ψαμμαθειά, η Βλάγκα, το Κοντοσκάλι (Κούμκαπου-Γενίκαπου). Στην παράκτια περιοχή που ανέφερα, ιδιαίτερα στο τελευταίο τμήμα ουσιαστικά βρισκόταν υπολείμματα από ψαροχώρια και θαλάσσιες ταβέρνες (που τις συναντά ανανεωμένες βέβαια κανείς και σήμερα). Όταν ακόμη η ακτή δεν είχε υποστεί τις προσχώσεις για να γίνει η πλατιά λεωφόρος που οδηγεί στο αεροδρόμιο, είχε δηλαδή χαλίκια και άμμο, τις μέρες (και κυρίως τις νύχτες) με τρικυμία συνέβαινε κάτι το συνταρακτικό πολυσήμαντο για την αρχαιολογία και ειδικά για τα μολυβρόβουλα, δηλαδή τα ‘σφραγίσματα’ των επιστολών κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Κάθε σπίτι την εποχή εκείνη, συνήθως στην είσοδό του, είχε ένα ερμάριο στο οποίο φύλασσε την αλληλογραφία. Οι επιστολές και τα έγγραφα σφραγιζόταν από το αποστολέα με σφραγίδα και λειωμένο μολύβι (εξ΄ου και μολυβδόβουλο, ενώ χρυσόβουλο ήταν έγγραφο του αυτοκράτορα που έφερε ‘χρυσή σφραγίδα’). Με το χρόνο και τις κατεδαφίσεις των σπιτιών, τα υπολείμματα του ερμαρίου που φυλάσσονταν η αλληλογραφία παρέμεναν στη γη. Βέβαια το κυρίως σώμα του εγγράφου, από χαρτί ή πάπυρο, διαλυόταν, παρέμενε όμως σώο το σφράγισμα. Με την εκ νέου ανοικοδόμηση, τα μπάζα και τα χώματα για τη διάνοιξη των θεμελίων μεταφερόταν σε μαούνες οι οποίες άδειαζαν το περιεχόμενό τους στ’ ανοιχτά της θαλάσσιας περιοχής στην οποία αναφέρομαι. Με την τρικυμία λοιπόν και το συνακόλουθο αναβρασμό τα μολυβένια σφραγίσματα καθάριζαν και ελαφριά όπως ήταν επέπλεαν. Στη συνέχεια το κύμα τα έφερνε στην ακρογιαλιά και τα εναπόθετε στα χαλίκια της. Τότε ήταν πως οι ‘αραϊτζήδες’ ξημερώματα ερευνούσαν προσεκτικά τη ακρογιαλιά και τα περισυνέλλεγαν. Κύριος πελάτης του ήταν ο αρχαιοπώλης Ζάχος ο οποίος εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη εγκαταστάθηκε στην Βασιλεία της Ελβετίας και εξέδωσε ένα μοναδικό και ογκώδες έργο με τα μολυβδόβουλα . Να σημειώσουμε πως ‘αραϊτζήδες’ δηλαδή ‘αναζητητές’ ήταν ένα από τα επαγγέλματα που έχουν εξαλειφθεί. Επειδή ο κύριος όγκος των σπιτιών στην παλαιά Κωνταντινούπολη ήταν ξύλινα και τα σοκάκια στενά, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες ξεσπούσαν οι γνωστές ‘φωτιές’. Πυρκαγιές που έκαιγαν επί μέρες και εξάλειφαν από το χάρτη ολόκληρες συνοικίες. Την κατάσβεση των πυρκαγιών είχαν αναλάβει οι ‘τουλούμπαζήδες’ (τουλούμπα=αντλία). Κάθε ενορία είχε δική της τουλούμπα και νέους που ασκούντο στον αγώνα δρόμου για τη μεταφορά της αντλίας, ήταν σα να λέμε το άθλημα της εποχής. Μετά τις πυρκαγιές οι ειδικοί ‘αραϊζτήδες’ έψαχναν στα αποκαϊδια να βρουν τιμαλφή ή άλλα σχετικά…..

Αυτά και άλλα σχετικά έλεγα στους συνταξιδιώτες μου, περνώντας από την παραλιακή λεωφόρο, όπου με τις προσχώσεις τα παραθαλάσσια βυζαντινά τείχη φαντάζουν πλέον χερσαία.. Η συνάδελφος Παπούλια, με διέκοψε ακριβώς κατά τη διέλευσή μας από ένα κομμάτι από το τείχος (αποκαταστημένο με χολυγουντιανή αισθητική).
- Και όμως εμείς είχαμε την Πόλη πάνω από μια χιλιετία… Οι σημερινοί κύριοί της ούτε τα μισά χρόνια δεν έχουν καλύψει….
Δεν είχαν άμεση σχέση οι λόγοι της με τα δικά μου λεγόμενα… Ωστόσο έδεναν όλα μαζί γιατί ανάβλυζαν από κοινή συνειδησιακή κατάσταση….Τον κοινό πόνο από κοινό τραύμα…
Καλοπροαίρετοι με συγκατάβαση και σεβασμό για τον πάσχοντα ψυχισμό του πλησίον, αλλά κυρίως κακοπροαίρετοι –και αυτοί είναι που πληθαίνουν στην ‘εκσυγχρονισιτική’ τους φθονερή λύσσα- θα πουν με το φθόνο και τη χαιρεκακία που τους χαρακτηρίζει ότι το τραύμα σημαίνεται από το ιστορικό γεγονός της Άλωσης της Πόλης. Και κάθετί που έχει σχέση με την ιστορική μνήμη του γένους μας είναι μαύρη αντίδραση και στείρος ‘εθνικισμός’. Στο σκοτισμένο τους μυαλό το μικρόνοο, και στη στενόκαρδη μικροψυχία τους και την πολυπολιτισμική μωρία τους, τυφλωμένοι από το πάθος και τη βλακεία τους (να μη πω τίποτε άλλο), τι μπορεί να σημαίνει η Κωνσταντινούπολη για κάθε Ρωμηό, συνειδητό και ασυνείδητο Έλληνα. είναι τόσο αγράμματοι ιστορικά και συναισθηματικά βαθειά νυχτωμένοι που ούτε μπορούν να τη συλλαβίσουν. . Στην πραγματικότητα είναι μια προσπάθεια για εθνική λοβοτομή, για πολιτικό και πολιτιστικό αυτοχειριασμό ταυτόχρονα. Λησμονείται σήμερα σκόπιμα ότι η Μητρόπολη του γένους μας ήταν από τα βάθη της Ιστορίας η Κωνσταντινούπολη. Και όπως παρατηρεί η Ελένη Αρβελέρ, οι Έλληνες είμαστε το μόνο βαλκάνιο έθνος που έγινε ανεξάρτητο κράτος δίχως την πρωτεύουσά του.
Ο Γ. Θεοτοκάς βάζει έναν ήρωα του κυριότερου από τα έργα του, την ‘ Αργώ’, τον Σκινά, να ρωτά τον Χριστίδη, ένα τυπικό εκπρόσωπο της δημοσιοϋπαλληλίας του Ελληνικού κράτους, «Πήγες ποτέ σου στην Πόλη;» και συνεχίζει «όχι δεν πήγες, δεν ξέρεις, δεν μπορείς να καταλάβεις. Όποιος έζησε στην Πόλη και ανάσανε τον αέρα της βαθιά, χορταστικά , τον αέρα της Αυτοκρατορίας δεν θα ξεχάσει αυτό το μεγαλείο, αυτό το ρίγος του μεγαλείου».
Αλλά πάλι η Άλωση δεν πρέπει να εκλαμβάνεται σε αριθμό ενικό, αλλά πληθυντικά. Η Άλωση της Πόλης είναι ένα γεγονός επαναλαμβανόμενο στον ιστορικό χρόνο. Δεν έχουμε μια Άλωση, αλλά πολλές Αλώσεις από τις οποίες εκείνη του 1204 και του 1453 είναι οι πιο γνωστές. Υπάρχουν και εκείνες του Απρίλη του 1821, του Φθινόπωρου του 1922, του 1943 με εκείνο τον τρομαχτικό ‘Φόρο Περιουσίας’ (το Βαρλίκι), το 1955 με το ανθελληνικό πογκρόμ, το καλοκαίρι του 1964 με τις ομαδικές απελάσεις, το 1974… Η δική μου γενιά έζησε τουλάχιστον τρεις από αυτές….


Μετά την επιστροφή μας από την Άγκυρα, άφησα τους συναδέλφους να αναχωρήσουν και είπα να μείνω δύο-τρεις μέρες, αφιερώνοντάς τες σε ένα προσκύνημα σε δρόμους και σε πλατείες, σε σοκάκια λερά και ανήλια, σε κτήρια οικεία και ζεστά ακόμη και μέσα στον παγετό της εγκατάλειψής τους. Η Μεγάλη οδός του Πέραν (η λεωφόρος Ανεξαρτησίας της σήμεον, το Ιστικλάλ Τσαντεσί), κάποτε είχε κατά συντριπτική πλειοψηφία εμπορικά καταστήματα εφάμιλλα ή/ και ανώτερα των ευρωπαϊκών, με ιδιοκτήτες μη μουσουλμάνους/μη Τούρκους όπου οι Έλληνες υπερτερούσαν αριθμητικά. Εκεί, πιο κάτω από τη στοά (το ΄πασά΄) Χατζόπουλου) ήταν το κατάστημα του παππού μου του Νεοκλή, μέχρι το 1910, με είδη πολυτελείας και νεωτερισμού για άνδρες, κοντά στο υποδηματοποιείο του Βασίλη Πατσικάκη (παππού βέβαια, και όχι του συνονόματού του εγγονού, που είναι παιδικός μου φίλος και τώρα επί τιμή πρέσβης).
Το Σταυροδρόμι άλλωστε βρίσκεται στο τέλος της Μεγάλης οδού του Πέραν (ξεκινώντας από το Ταξίμ, δηλαδή προς το Τουνέλ όπου διαστραυρώνονται οι τέσσερεις δρόμοι (Ντόρτ γιόλ), ένα από τα οποία ήταν το Ασμαλίμετζιτ, ανέκαθεν δρόμος για τους εργένηδες, όπου και κατά από τα μέσα του 19ου αιώνα υπήρχαν και τα διαμερίσματα για ‘εργένηδες’ (τα μπεκιάρ ονταλαρί).
Ο προπάππος μου Αλέξανδρος Σαρρής, πηλιωρίτης (από τη Μακυνίτσα) έμπορος σιτηρών ενοικίαζε ένα τέτοιο δωμάτιο γιατί έπεφτε πολύ μακριά να πάει σπίτι οπου ήταν η οικογένειά του ( στο Φανάρι αρχικά και μετά στο Μακροχώρι), για να διανυκτερεύει εκεί όταν έπεφτε πολύ δουλειά Το περίεργο είναι ότι το ίδιο δωμάτιο ενοικίασε στη συνέχεια ο παππούς μου Νεοκλής (μέχρις ότου τέλεσε τους γάμους του με τη γιαγιά μου Ζωή Τσιτσοπούλου από το Καρπενήσι) και έμειναν σε μεγάλο διαμέρισμα σε πολυκατοικία στον ‘ Ίσιο Δρόμο (άλλη ονομασία της Μ.Οδού). Ιστορούσαν λοιπόν ότι σε ένα από τα διπλανά δωμάτια είχε πεθάνει ο ένοικός του που ήταν ανταποκριτής των λονδρέζικων Times. Αυτό συνέβη γύρω στο 1880. Όταν ήλθαν από την αγγλική πρεσβεία να το αποσφραγίσουν διαπίστωσαν με κατάπληξη ότι είχε αρκετά ερμάρια/ ντουλάπες με ράφια όπου ο μακαρίτης είχε τοποθετήσει γυάλινα βάζα με ετικέτες που κάθε μια τους έφερε ημερομηνία. Έμειναν εμβρόντητοι, όταν διαπίστωσαν το περιεχόμενο των βάζων: ήταν τα σκύβαλα, τα περιττώματα γενικά του μακαρίτη, με τα οποία είχε κάνει την πιο πρωτότυπη και αηδιαστική ταυτόχρονα συλλογή.
Το Σταυρδορόμι λοιπόν, που αναπτύχθηκε ως οικισμός μετά το τέλος του 17ου αι. γύρω από τα κτήρια των μόνιμων πρεσβειών των ευρωπαϊκών χωρών και που διατηρούνται μέχρι σήμερα, χωροθετείται κοντά στο σημερινό ο Τουνέλ (το μικρότερο αλλά και αρχαιότερο Μετρό στον κόσμο, που συνδέει το Γαλατά με το Πέραν ). Εκεί, έφηβος –μαθητής από την 1η Λυκείου, έτρεχα για να παραδώσω την τακτική μου συνεργασία μου στην ημερήσια εφημερίδα ‘Εμπρός’.. Τα γραφεία της εφημερίδας που διεύθυνε ο Αλέκος Παπαδόπουλος (ιδιοκτήτης σήμερα των εκδοτικού οργανισμού ‘Έπτάλοφος΄ στην Αθήνα), έξι χρόνια μεγαλύτερός μου. Ο Αλέκος ήταν ο άνθρωπος που με εισήγαγε στη δημοσιογραφία. Τα γραφεία του ‘Εμπρός’ βρισκόταν στη λεωφόρο Γκαλίπντεντέ ή πιο απλά στα ΄Σκαλάκια’. Πηγαίνοντας στην εφημερίδα δεν παρέλειπα να κάνω μια στάση στο παλαιοβιβλιοπωλείο του Γιώργου Πατριαρχέα, του έξοχου αυτού ποιητή που λειτουργούσε ως στέκι των διανοουμένων μας, και που βρισκόταν δίπλα από τον ιστορικό τεκέ των Μεβλεβίδων δερβισάδων (των στροβιλοζόμενων). Ο Πατριαρχέας υπήρξε από τους πρώτους Έλληνες υπηκόους που απελάθηκε το Νοέμβρη του 1957 και ύστερα από κάποια χρόνια άνοιξε στην Αθήνα και στην αρχή της Σόλωνος ένα παρόμοιο κατάστημα. Μαζί του είχε απελαθεί ο φίλος του πατέρα μου δημοσιογράφος, μέχρι το 1922 της ιστορικής ‘Πρόοδο’ του Κ. Σπανούδη (σύζυγου της μουσικολόγου Σοφίας Σπανούδη και πατέρα της Αθηνάς ή Νινίτσας Σπανούδη, συγγενών μας εντάχτηκαν από την πρώτη στιγμή της μετοικεσίας τους στον πνευματικό, πολιτικό και δημοσιογραφικό κόσμο της Αθήνας). Ο Παπαδόπουλος καταγόμενος από την Ανατολική Ρωμυλία (μαζί με το Γιαννιό, κωνσταντινουπολίτη γραμματέα του Ι.Ψυχάρη στο Παρίσι) ήταν δυο από τους πρώτους σοσιαλιστές (μαρξιστικής έμπνευσης, όπως ο πόντιος Σκληρός στην Αλεξάνδρεια και ο .Γλυνός στη Σμύρνη, το Σεραφείμ Μάξιμο στην Πόλη, αλλά και το θείο του πατέρα μου Ντόντο Παπαδημητρίου που εξέδιδε στην Πόλη το ‘Νέο Πνεύμα’ σύζυγο της συμφοιτήτριας της Σοφίας Μινεϊκο, και μαθήτριας του Γιούγκ, της παιδαγωγού Μυρσίνης Κλεάνθους Παπδημηρίου και χορηγό του Α.Δελμούζου). Η γυναίκα του Γιαννιού, η Αθηνά Γαϊτάνου ήταν άνθρωπος από τους πιο οικείους της οικογένειάς μας συγγραφέας μιας σημαντικής μελέτης για το ‘Πνευματικό Μακροχώρι’. Ο Παπαδόπουλος ο οποίος υπήρξε, όπως μου έλεγε ο πατέρας μου ανταποκριτής και του ‘Ριζοσπάστη’, υπήρξε όπως και οι άλλοι τυπικός εκπρόσωπος της ‘πατριωτικής αριστεράς’ που ήλθε σε ρήξη με η Φεντερεσγιόν του Μπεναρόγια της Θεσσαλονίκης ιδιαίτερα μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση που τους κατηγορούσαν ότι εργαζόταν για έναν ‘ιουδαϊκό σοσιαλισμό’.
Ο Παπαδόπουλος που είχε έντονη πατριωτική δραστηριότητα ιδίως κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν δημοσιογράφος στην Απογευματινή, την άλλη ημερήσια εφημερίδα (που διήυθυνε ο Γ. Γιαβερίδης) και την οποία συνεχίζει σήμερα ο συμμαθητής μου στο Ζωγράφειο Μιχάλης Βασιλειάδης με το γιο του, τόσο έντυπη, όσο και με ηλεκτρονική μορφή. Ο Παπαδόπουλος, έγραφε τη θρυλική στήλη ‘Στο Φτερό’, όπου είχε γράψει ένα από τα κολακευτικά σχόλια που είχα δεχτεί δεκάχρονος για την παρουσία μου στη σχολική γιορτή στο Κέντρικό. ‘Μπράβο Νεοκλή’. Το ίδιο μου έλεγε δια ζώσης όταν ήλθα στην Αθήνα το 1962 και αναμίχτηκα αμέσως στο φοιτητικό κίνημα, οπότε είχαν φράξει κάποια μορμολύκεια στην Πόλη, αλλά και στην Ελλάδα!!! ‘Ξέρω τις κοινωνικές σου ανησυχίες και τις καταλαβαίνω’ μου έλεγε. Επειδή γνώριζε τον Δημ. Λαμπράκη, με την απέλασή του –είχε μείνει μόνος, γιατί είχε πεθάνει πριν λίγο χρόνο η γυναίκα του Δόμνα)- τον είχε περιθάλψει το Συγκρότημα της Χρ. Λαδά, όπου προσελήφθηκε ‘τιμής ένεκεν’. Μαζί με τους δύο ήταν και ο νεαρός τότε Γιώργος Τσιτούρης. Και ο δημοσιογράφος Ψάλτης, που αν δεν κάνω λάθος ήταν καθολικός το θρήσκευμα, δηλαδή όχι ‘ρωημός’, παραταύτα οι Τούρκικές αρχές δεν είχαν διαστάσει, λόγω της υπηκοόητάς του να τον απελάσουν και αυτόν.


Απέναντι από το κατάστημα του Πατριαρχέα όπου έκαμα την πρώτη στάση μου βρισκόταν το Βιβλιοπωλείο του Σεργιάδη (απ΄όπου προμηθευόμασταν και τα σχολικά μας βιβλία), δίπλα το παλαιοβιβλιοπωλείο της Νομίδη και πιο κάτω το παλαιοβιβλιοπωλείο του Λ. Μπέρτ. Μια δεύτερη στάση ήταν στο διπλανό κατάστημα των καπέλων, του Γιώργου Ρούσου, έξοχου ηθοποιού και σκηνοθέτη (που αναλώθηκε στο ερασιτεχνικό θέατρο, συμπρωταγωνιστώντας κάποτε με τρανταχτά ονόματα των ελληνικών θιάσων όταν επισκεπτόταν την Πόλη και βέβαια με το να σκηνοθετεί στις σχολικές παραστάσεις των τελειοφοίτων του Ζαπείου Παρθεναγωγείου ή του Ζωγραφείου Λυκείου. Ο Ρούσος μου έδωσε το βάπτισμα της σκηνής, ήδη σαν ήμουνα 6 ετών. Ήταν μια κωμωμδία του Τσακόπουλου, ‘Ξανθές Μελαχροινές’ που ανεβάσαμε στην αίθουσα του Αθλητικού Συλλόγου Πέραν. Σον Ρούσο που απέλασαν οι Τουρκικές αρχές το καλοκαίρι του 1964 οφείλω επίσης ότι γνώρισα τον κορυφαίο σκηνοθέτη Τάκη Μουζείδη που με προσέλαβε το 1960 στο θίασο του Μάνου Κατράκη, παίζοντας δόπλα σε πολύ γνωστούς ηθοποιούς όπως τους Ειρήνη Παπά, Ζ. Τσάπελη, Μ. Χρονοπούλου, Ν. Βασταρδή και την Κατερίνα Χέλμη με την οποία μέχρι σήμερα διατηρούμε τις καλλίτερες φιλικές σχέσεις.
Δεν ήταν όμως μόνο η Μεγάλη οδός του Πέραν που ήθελα να διαβώ πάνω-κάτω κάποιες φορές, σε ανάμνηση της περαντζάδας των Κυριακών του χειμώνα, όταν απέλυαν οι δικές μας εκκλησίας της Αγίας Τριάδας, των Εισοδίων της Παναγίας, με τις αρμένικες στο Ταξίμ και στο Μπαλούκπαζαρι, και τις καθολικές του ΣαντΑντώνιο και της Σάντα Μαρίας σχεδόν ταυτόχρονα και γέμιζαν τα πεζοδρόμια από κόσμο και (εννοείται ότι όταν νιώσαμε νέοι μας ενδιέφεραν κυρίως οι νέες, ανεξαρτήτως δόγματος και θρησκεύματος). Τα καλοκαίρια ο περίπατος γινόταν στο ΄ντεμπρκαντέρ’ (την αποβάθρα) ή το κέ ( προκυμαία) στα Πριγκηπονήσια ή στον παράλιο δρόμο της ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου όπου βρισκόταν εκτός από τα γιαλιά (τα παραθαλάσσια μέγαρα που κάποια διέθεταν και ‘καγικαχανάδες’ δηλαδή ιδιόκτητους υπόγειους χώρους για τις μακριές βάρκες, τα καϊκια με τα οποία κυκλοφορούσαν στο Βόσπορο).

Ακόμη πόσο ήθελα να περάσω από το Ζωγράφειο Λύκειο (όπου φοίτησα πέντε χρόνια με γυμνασιάρχη τον πρόωρα χαμένο Βασίλη Μούτσογλου) και από το Κεντρικό Παρθεναγωγείο (του οποίου αποφοίτησα το Δημοτικό, τότε με γυμνασιάρχη τον φίλο του πατέρα μου Θωμά Νάτσινα). Στη συνέχεια ήταν δυνατό να μη περάσω από την Πλατεία Ταξίμ στο Τσιχανγκίρ, τη συνοικία με τους περισσότερους, στην εποχή μου, Έλληνες. Περιοχές του Σταυροδρομίου, του Πέραν (από την παλαιά Πόλη) όπου έμεναν οι δικοί μου από το δεύτερο μισό του 19ου αι και να δω στη λεωφόρο Σιράσελβιλέρ αρ. 184, όπου ήταν τα διαμερίσματα Emniyet, το ‘παρταμέντο μας’, δηλαδή το σπίτι μας και η γειτονιά μας.
Θα έμενε όμως το Πατριαρχείο έξω από αυτή την επιθεώρηση του χώρου της μνήμης και της συνείδησης σε διάσταση πραγματική; Πως ήταν δυνατό να μην περάσω, όπως χρόνια, αρχικά ως τελειοδίδακτος στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στη συνέχεια υπότροφος του Πατριαρχείου στη Νομική Σχολή, απασχολούμενος στο ‘ Τουρκικό Γραφείο’ μια υπηρεσία νομική και τύπου ταυτόχρονα με μεταφραστή του τουρκιού Τύπου τον Στυλιανό Κεχαγιόπουλο, τον Στέλιο τον Στυλ (και αυτόν ερασιτέχνη ηθοποιό, τον πρωτοείχα δει ως ‘κοντάρι’ όταν ήμουν εννέα χρονών στο θέατρο ‘Σες’ δίπλα στον Αιμίλιο Βεάκη που έπαιζε τους Άθλίους’ του Βίκτωρα Ουγκώ, με το Νίκο Παρασκευά στο ρόλο του επίσκοπου Μυριήλ και τον νεαρρό τότε Αλέκο Αλεξανδράκη εισαγγελέα ή δικαστή. Σε μια μοσοάδεια αίθουσα είχα πράγματικά θαυμάσει το Βεάκη –όπως δύο χρόνια αργότερα στο Λαλέ τη Μελίνα Μερκούρη και το Δ. Μυράτ στην Άννα των Χιλίων Ημερών στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη (με το Μίμη Φωτόπουλο και τον Ν΄τινο Ηλιόπουλο να υποδύονται, αν δεν πέφτω έξω, δύο νεκτοθάφτες. Μετά το Στέλιο είχαμε στο γραφείο μας που ήταν γωνιακό,δεξιά αμέσως μετά την είσοδο στο ‘Ευγενείδειο’ λεγόμενο κτήριο –την εποχή εκείνη οι Τουρκικές αρχές δεν έδινανάδεια να ανοικοδομηθεί το πατριαρχικό μέγαρο που είχε καεί το 1941, και το Πατριαρχείο περιοριζόταν σ’ αυτό το κτήριο που βλέπει δεξιά του ο εισερχόμενος σήμερα από την κυρία είσοδο, έχοντας μπροστά του την ‘ κλειστή Πύλη’, εκεί που τον Απρίλη του 1821 απαγχονίστηκε ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’, ως υπόλογος για την επανάσταση κατέναντι του Οσμανικού κράτους. Στον δεύτερο όροφο ήταν το Πρώτο πατριαρχικό γραφείο –όπου υπηρετούσε ο Χαρισιάδης, ενώ ο καθηγητής (της Θεολογικής σχολής) Φωτιάδης ήταν εκείνος που έγραφε σε θεσπέσια ελληνικά τα πατριαρχικά επίσημα γράμματα και άλλα σχετικά έγγραφα. Εκεί ήταν και η γραμματεία της Ι. Συνόδου, και το μικρό Συνοδικό. Αρχιγραμματέας ήταν ο αρχιμανδρίτης Συμεών Αμαρίλιος – ο εξ’ Εβραίων!- (μετέπειτα μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως και στη συνέχεια Πριγκηποννήσων που είχαμε για ένα διάστημα καθηγητή θρησκευτικών στη Μ. Σχολή υπογραμματέα τον Γαβριήλ Πρεμετίδη μετέπειτα μητροπολίτη Κολωνίας (όλοι μακαρίτες πλέον με τελευταίο τον τελευταίο από τους παραπάνω.
Στο ίδιο ισόγειο, εκτός από το δικό μας γραφείο στο βάθος βροσκόταν τα γραφεία του πρωτοσυγγέλου, που ήταν ο Αιμιλιανός Ζαχαρόπουλος, μετέπειτα τιτουλάριος Μητροπολίτης Σελευκείας που απέλασαν οι αρχές το 1965 και έγινε πρώτος μητροπολίτης Βελγίου και κατόπιν Κώου. Δίπλα του το γραφείο του αείδημου Αρχιδιακόνου Αγαπίου Ιωαννίδη μετέπειτα μητροπολίτη Σωζοπόλως και για ένα διάστημα Πριγκηπονήσων, δίπλα το γραφείο των διακόνων ‘σειράς’ που τότε ήταν δευτερεύων ένας από τους καλλίτερους γνώστες της ελληνικής γλώσσας, λόγιας, αλλά και δημοτικής, δόκιμος συγγραφέας ιστορικός και λογοτέχνης, ο Ευάγγελος Γαλάνης, μητροπολίτης σήμερα Πέργης και ο τριτεύων Καλλίνικος Αλεξανδρίδης σήμερα μητροπολίτης Λύστρων. Απέναντι στα γραφεία ήταν η οικονομική υπηρεσία, το ληξιαρχείο όπου υπηρετούσε ο Θεμιστοκλής Χατζιανδρέου που το απόγευμα εργαζόταν ως συντάκτης στην Απογευματινή και ο οποίος αντικατέστησε τον Παπαδόπουλο στη στήλη ‘στο φτερό’ και ο οποίος όταν απελάθηκε από τις τουρκικές αρχές το 1964 εξέδωσε στην Αθήνα την μηνιαία εφημερίδα ‘Ο Πολίτης’ που συνεχίζει το βίο της υπό την διεύθυνση της Πόπης Τσουκάτου, νύφης του συνεκδότη του Χατζηενδρέου.
Στον τρίτο όροφο του Ευγενιδείου ήταν ‘τα πατριαρχικά δώματα’ , δηλαδή ο κυρίως ‘οίκος’ του πατριάρχη με το απέριττο υπνοδωμάτιό του και το γραφείο του με το διπλανό μικρό γραφείο, το παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέου και μια αίθουσα υποδοχής. Ευτύχισα στη ζωή μου να πατριαρχεύει ένας από τους μεγαλύτερους πατριάρχες στην εκκλησιαστική Ιστορία, τουλάχιστον των τελευταίων αιώνων, ο Αθηναγόρας ο Α΄, (κατά κόσμο Αριστοκλής Σπύρου γεννημένος στο Βασιλικό Ιωαννίνων), ο από Αμερικής. Και ευτύχισα να το γνωρίσω και να τύχω της προσοχής του. Εκείνος με επέλεξε αρχικά διαβάζοντας τα κείμενα μου στον τύπο– και ο πρώτος που του συνηγόρησε για μένα ήταν ο Ευάγγελος Γαλάνης (κάτι που ούτε ο ίδιος μέχρι σήμερα μου το έχει πει, δηλαδή έγινε ερήμην μου). Γι’ αυτό και του είμαι ευγνώμων. Η μοίρα το έφερε έτσι και με την υποτροφία που έλαβα ειδικά για τη νομική σχολή (ενώ προσανατολιζόμουνα για Οικονομικό Τμήμα της Ροβερτίου), και η ανήσυχη φύση μου με οδήγησαν να αναμιχτώ –ο πρώτος και ο μόνος Έλληνας φοιτητής- στο φοιτητικό κίνημα της Τουρκίας και μάλιστα να ανήκω στη φοιτητική ηγεσία που σε μυστική σύσκεψη αποφάσισε και οργάνωσε την αιματοβαμμένη εξέγερση της 28 Απριλίου 1960. Ακολούθησαν διώξεις και συλλήψεις και φυλακίσεις, αλλά σύντομα εκδηλώθηκε (με αφορμή τις φοιτητικές εκδηλώσεις)το ‘δημοκρατικό’ πραξικόπημα της 27 Μαϊου και κατέλυσε το φαύλο και αντιδημοκρατικό καθεστώς της κυβέρνησης του Μεντερές. Τότε ήταν που με το φωτοστέφανο του ήρωα βρέθηκα τοποθετημένος στην διοικούσα επιτροπή της πανίσχυρης νεολαίας του Ρεπουμπλικανικού Λα;ϊκού Κόμματος (που ίδρυσε ο Κεμάλ Ατατούρκ τον οποίο είχε διαδεχτεί ο Ισμέτ Ινονου που σε ειδική τελετή υπέγραψε μαζί με άλλων την είσοδό μου στο κόμμα! Ήταν τότε ενθουσίασα τον Αθηναγόρα που με ΄προβίασε’ σε ‘πολιτικό του σύμβουλο’. Τι παρασκήνια κρίσιμες καταστάσεις για το Πατριαρχείο αλλά και για την σύγχρονη τουρκική έχω ζήσει, άγνωστες σε κάποια σημαντικά της ιστορία, αλλά και ποιες ανατριχιαστικές στις λεπτομέρειές τους δολοπλοκίες αντιμετώπισα (δυστυχώς από τη δική μας την πλευρά και όχι την τουρκική!!!!), ίσως αποτελέσουν ένα ξέχωρο κεφάλαιο με την αποσφράγιση ενός χώρου μνήμης που έχω απωθήσει στη συνείδσή μου, άσχετο αν στην ίδια ευθεία συνέχισα σε παραλλαγές να τα ζω μέχρι σήμερα εννοείται στην Ελλάδα και εννοείται στο δημόσιό μου βίο.

Όπως έμαθα αργότερα ο Αθηναγόρας έλεγε σε συνεργάτες του (όπως στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο) γελώντας για μένα ‘αυτό το αυτό παιδί δεν φοβάται τους Τούρκους!’ .
Η διείσδυσή μου στην τουρκική πολιτική, ειδικά η έμμεση και άμεση πληροφόρησή μου, αλλά και η ανάλυση που είχα κάνει των κοινωνικών και πολιτικών δεομένων, με οδήγησαν να γράψω ύστερα από κάποιες συναντήσεις μου με τον πατριάρχη μια εκτενή έκθεση στην οποία προέβλεπα τις οδυνηρές εξελίξεις που μηδένισαν στο βάθος μιας δεκαπεντετίας τη Ρωμηοσύνη της Πόλης. Ίσως να έχω το δυσμενές προνόμιο να ήμουν ο πρώτος που είχα διείδη τα πράγματα έτσι όπως ήταν και μάλιστα σε περίοδο που είχε επέλθει η συμφωνία της Ζυρίχης και είχαν υπογραφεί οι συνθήκες που υποτίθεται έλυαν την ελληνοτουρκική διαφορά. Εκείνο που δεμ γνώριζαν από την ελληνική πλευρά οι περισσότερο και λιγότερο υπεύθυνοι ήταν ότι το Κυπριακό ήταν μια αφορμή και αν όλα πήγαιναν καλά σ αυτό το κεφάλαιο, πάλι οι αιτιάσεις της Τουρκίας κατά της Ελλάδος διαχρονικά θα ήταν οι ίδιες. Εξίσου βέβαιο είναι ότι το τέλος της Ρωμιοσύνης στην Κωνσταντινούπολη ήταν κάτι που δεν μπορούσε να αναχαιτιστεί (και αν ακόμη και οι απελάσεις και διωγμοί του 1964 και 1974 δεν πραγματοποιούνταν με πρόφαση το Κυπριακό, το τέλος ίσως αργούσε καμιά δεκαετία, αλλά η κατάσταση σήμερα θα ήταν η ίδια ή παραπλήσια όπως αυτή είναι. Όταν λοιπόν ζήτησα από τον Αθηναγόρα να μου δώσει την άδεια να συνεχίσω τις σπουδές μου στην Αθήνα λέγοντάς του, «Παναγιώτατε, Σας δίνω το λόγο μου ότι θα επιστρέψω»,, χαμογέλασε πικρά και μου είπε «Ποιος ο λόγος να μου δίνεις το λόγο σου; Ποιος έφυγε και επέστρεψε;» Και έκλεισε με εκείνο το μνημειώδες « Μια μια πέφτουν οι κολώνες, θα πέσει και ο τρούλλος», εννοώντας τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία στην κυριολεξία της, το Ρωμαίηκο Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης.
Τον Αθηναγόρα, τον ‘παππού’ όπως τον αποκαλούσαμε όσοι είμαστε κοντά του τον είδα έκτοτε δυο φορές: την πρώτη τον Αύγουστο του 1964 όταν οι απελάσεις των Ελλήνων ήταν στην κορύφωσή τους –μαζί και του πατέρα, άρα και της οικογένειάς μου-, στα πατριαρχικά διαμερίσματα της Θεολογικής Σχολής στη Χάλκη. Τα διαμειφθέντα έχουν σχέση με τις εξελίξεις των ελληνοτουρκικών σχέσεων την εποχή εκείνη και τη πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα την εποχή εκείνη. Επειδή πολύ λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό για την ‘αποστασία’ του 1965 και άλλα συναφή που ακολούθησαν, δεν πρέπει να αποψιλώσει κανείς τις τότε πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα από τις εξελίξεις στο Κυπριακό και την κατάσταση στην Κύπρο. Συνεπώς οι σκέψεις του Αθηναγόρα που εξέφραζαν σε σημαντικό βαθμό τις απόψεις της Ουάσιγκτων ή επηρεαζόταν από αυτές, ήταν σημαντικές και μάλιστα προφητικές. Ότι δεν ήταν ενθουσιασμένος βέβαια με την πολιτική του Γεωργίου Παπανδρέου, δεν οφειλόταν σε αναλύσεις που μου έκανε στο Καστρί ο Γέρος της Δημοκρατίας από το 1962 για τον πατριάρχη ανατρέχοντας στις πολιτικές αντιμαχίες του μεσοπολέμου και μάλιστα για το γεγονός ότι είχε διατελέσει μητροπολίτης Κερκύρας. Ίσως κάποτε θα μπορέσω να κατανικήσω κάποιους δισταγμούς και δημοσιοποιήσω το περιεχόμενο των όσων είχαν τότε ειπωθεί από τα χείλη του Αθηναγόρα..
Τη δεύτερη το χειμώνα του 1970-1971 όταν ακολούθησα τον Πέτρο Μολυβιάτη –που υπηρετούσε τότε ως σύμβουλος της πρεσβείας μας στην Άγκυρα- ο οποίος είχε οριστεί πρόεδρος στη μεικτή ελληνοτουρκική επιτροπή για την επαναχάραξη των συνόρων στον Έβρο με βάση το πρωτόκολλο του 1926, που ακολούθησε τη Συνθήκη της Λωζάννης. Υπογράφηκαν τότε τρεις συμφωνίες που κύρωσε η Βουλή των Ελλήνων το 1975. Η τουρκική πλευρά κατά παρέκκλιση των διεθνώς κρατούντων κατά την οποία οι Διεθνείς Συνθήκες συντάσσονται και υπογράφονται σε μια διεθνή γλώσσα και στη συνέχεια κάθε συμβαλλόμενο μέρος το μεταφράζει στη δική του γλώσσα, ζήτησαν να συνταχθούν στην Ελληνική και Τουρκική ταυτοχρόνως με την ίδια ισχύ των δύο κειμένων. Αυτή ήταν άλλωστε και η δική μου αποστολή, δηλαδή η ακριβής διατύπωση των συμφωνηθέντων όπως και η μετάφραση κατά την διαπραγμάτευση. Είχα δεχτεί την πρόταση που μου είχε από υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου των Εξωτερικών, τότε, γιατί μου δινόταν η ευκαιρία να δω και πάλι την Πόλη και κυρίως να φιλήσω το χέρι του Πατριάρχη. Η συνάντηση που έγινε μια Κυριακή πρωί, με άδειο εντελώς όχι μόνο τα πατριαρχικά γραφεία, αλλά και τον Πάνσεπτο πατριαρχικό ναό, όπου μόνος λειτουργούσε ο ιερέας, έγινε κάτω από τραγικές συνθήκες που μένουν εγχάρακτες στη μνήμη μου. Γιατί ήταν άρρωστος πολύ ο Αθηναγόρας και όπως μου είχε πει ο Δημητρός, ο αρχικλητήρας, είχε διώξει και το γιατρό του. Χρέη ‘εφημερίου’ εκτελούσε ο Παύλος Μενεβίσογλου, υπογραμματέας τότε της Ιεράς Συνόδου και φίλος μου που ήταν ο δεύτερος άνθρωπος που υπήρχε στο πατριαρχικό κτήριο, εκτός από τον Πατριάρχη. Έστειλε ένα σημείωμα και άμεσως έγινα δεκτός. Είχε σηκωθεί από το κρεββάτι –που ας σημειωθεί το έστρωνε πάντα μόνος του- και είχε ρίξει στους ώμους το ράσο του. Οσα ειπώθηκαν από τον Αθηναγόρα, τότε και ο διάλογός μας που γινόταν μέσα από τα πυκνά αναφιλητά έχει προσωπικό χαρακτήρα, αλλά και είναι ιστορικά αξιολογίσημος. Εκεί, είδα μια πραγματικά Άγια φυσιογνωμία, στα πρόθυρα ενός μεγάλου ταξιδιού προς την όντως ζωή, δηλαδή τον ένοιωσα στην οριογραμμή της πρόσκαιρης ζωής με την αιώνια. Αλλά στο πρόσωπο και στα μάτια του έβλεπα το Γένος μας και την φριχτή αλήθεια για την κοιτίδα του, τη Μητρόπολή του, τη Μεγάλη Εκκλησία του, το Ρωμαίηκο, το συνώνυμο όλων αυτών, την Κωνσταντινούπολη. Με αποχαιρέτισε λέγοντάς μου, «τις τελευταίες στιγμές θα σ’ έχω ανάγκη, το τέλος έρχεται και η ελπίδα είστε εσείς οι νέοι, είστε εσύ και να το ξέρεις» και με φίλησε στο στόμα –την ύψιστη τιμή και αγάπη συνάμα που μπορεί να δώσει ένας κληρικός και ένας χριστιανός- μεταφέροντάς μου ένα κομμάτι από την ΄για του ψυχή, συμπληρώνοντας στα αγγλικά “I miss you”. Έφυγα την επομένη από την Κωνσταντινούπολη. Ο Αθηναγόρας έφυγε σε λίγους μήνες.
Πέραν του Ευγενιδείου, υπήρχε –και υπάρχει- όμως και μια άλλη πτέρυγα στο Πατριαρχείο όπου περνούσα πολύ χρόνο και που βρίσκεται πίσω ακριβώς από τον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό. Είναι το κτήριο στο ισόγειο του οποίου στεγαζότανε το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, το σκευοφυλάκειο, και στον πάνω η Πατριαρχική Βιβλιοθήκη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πρώτη απόπειρα ίδρυσης τυπογραφείου στο Πατριαρχείο έγινε επί του φωτισμένου πατριάρχη Κυρίλλου του Λουκάρεως, και το οποίο κατέστρεψαν οι τούρκικές δυνάμεις που τον δολοφόνησαν. Νέο τυπογραφείο άργησε κάπως να αποκτήσει το Πατριαρχείο, αλλά και αυτό καταστράφηκε κατά τις αγριότητες και τους βανδαλισμούς που ακολούθησαν την Ελληνική Επανάσταση, κατά Απρίλιο του 1831 και ο προϊστάμενός Γεώργιος Αράπης δολοφονήθηκε από τους εκτελεστές του Γρηγορίου του Ε’. Μετά το 1922, το Πατριαρχικό τυπογραφείο έκλεισε και πατριαρχικά έντυπα τυπωνόταν σε τυπογραφεία ιδιωτών. Ο Αθηαγόρας ήταν εκείνος που ανασύστησε το τυπογραφείο στο οποίο τυπωνόταν η Ορθοδοξία, η επίσημη Θεολογική επιθεώρηση που εκδιδόταν μετά το 1926, στη θέση της περίφημης Εκκλησιατικής Αλήθειας. Η τελευταία είχε αναγκαστεί να διακόψει την έκδοσή της λόγω της επελθούσας πολιτικής μεταβολής που ακολούθησε τη Μικρασιατική Καταστροφή και το τυπογραφείο έκλεισε βίαια. Εκτός από την Ορθοδοξία, με πρωτοβουλία του Αθηναγόρα εκδόθηκε η εβδομαδιαία εφημερίδα Απόστολος Ανδρέας με ενδιαφέρουσα ύλη και διαλεχτές συνεργασίες , ως επίσημο δημοσιογραφικό όργανο του Πατριαρχείου. Στόχος του Πατριάρχη ήταν ο Αποστολος Ανδρέας να έχει ευρύτερη κυκλοφορία και να φθάνει στα χέρια όλων των ορθοδόξων στα πέρατα της Οικουμένης και βεβαίως στις ΗΠΑ και την Αμερική γενικώς. Μου είχε μάλιστα ζητήσει να καταστρώσω ένα σχετικό οργανωτικό σχέδιο δίδοντας μου και τις απαραίτητες οδηγίες.
Ο Αθηναγόρας ήταν ο πραγματικός αρχισυντάκτης και διευθυντής του Απόστολου Ανδρέα και όχι εκείνος που φαινόταν ως υπεύθυνος, σύμφωνα προς το νόμο –ήταν ο Βασιλιάδης, αν θυμάμαι καλά ο οποίος είχε ακολουθήσει τον Ιάκωβο Κουκούζη όταν εξελέγη το 1958 Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής από επίσκοπος Μελιτινής. Ένα πολύ σημαντικό μέρος της ιεραρχίας, τότε, υποστήριζε την υποψηφιότητα του Μελίτωνα Χατζή μητροπολίτη Ίμβρου και Τενέδου, άξιου ιεράρχη. Ωστόσο οι χειρισμοί του Αθηναγόρα δικαίωσαν εκείνον που είχε προκρίνει και όπως φάνηκε, η επιλογή του ήταν επιτυχής. Μια περίοδος δυσαρέσκειας του Μελίτωνα έκλεισα ύστερα από κάποια χρόνια με το να κερδίσει την εμπιστοσύνη του πατριάρχη που μετά το θάνατο του Χαλκηδώνος Θωμά, τον προβίβασε σε μια πρωτόθρονη μητρόπολη και τον έρισε άτυπα διάδοχό του.
Η ψυχή όμως του Απόστολου Ανδρέα ήταν ο
Ήθελα περισσότερο από του να προσκυνήσω τον οικογενειακό μας τάφο με τους προγόνους μου στο Νεοκροταφείο του Σισλή, να πεταχτώ μέχρι την Χάλκη για να επισκεφτώ το σπίτι που πέρασα παιδί τα καλοκαίρια, όπου ανδρώθηκα, αυτό το σπίτι μου μόνο του ήταν μια Ιστορία σύμφυτης, δίχως υπερβολή, με την Ιστορία της Ρωμιοσύνης… .
………….
Ήδη τη δεκαετία του 80 ο μέντορας των σημερινών κυβερνητών της Τουρκίας, ο ισλαμιστής Νετζμεντίν Έρμπακαν διεκήρυττε την ανάγκη να ‘αλωθεί η Εισταμπούλ!. Ωστόσο από μια πλευρά είχε ήδη αλωθεί. Δεν αναφέρομαι στους Έλληνες που είχαν αποδημήσει και στα ελάχιστα ίχνη Ελλήνων που συναντά κανείς. Το 1922, κατά την ομολογία του λόρδου Κώρζον, στη διάσκεψη της Λωζάνης, σ’ ένα εκατομ. Πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης οι Έλληνες αριθμούσαν πάνω από 360 χιλιάδες. Σήμερα στα 17 εκατομμύρια κατοίκων της Πόλης οι Ρωμηοί δεν ξεπερνούν τους 1700, από τους οποίους 1000 ελληνογενείς και 700 ασύριοι ορθόδοξοι.!!! Όταν ο Ερμπακάν εννοούσε την Άλωση, περίπου καθόριζε τη σημερινή κατάσταση της Πόλης
Αυτή την κατάσταση που πριν τριάντα πέντε χρόνια περιέγραφε ο εκλεκτός Τούρκος συγγραφέας Οκτάη Ακμπάλ:
«..με μιας, εγώ πούμαι γέννημα θρέμμα της Πόλης, σ’ αυτή την πόλη, την Πόλη, την Πόλη που αγαπώ αισθάνθηκα ξένος,. Ήμουν ένας επαρχιώτης, είχε έλθει κατά λάθος σε μια άγνωστή μου μεγαλούπολη και είχα ξεμείνει στους δρόμους της…Όλοι μας γίναμε χωρικοί της Πόλης, οι παλιοί Πολίτες…… Είχε έλθει η Ανατολία εδώ και η Πόλη έπεσε στην κυριαρχία της Ανατολίας… Φόβος κυριεύει τον άνθρωπο. Είναι ένα αίσθημα που σου δίνουν τα πλήθη. Τριγυρνάς τους δρόμους, τα πρόσωπα διαδέχονται το ένα το άλλο. Κανένας γνωστός δεν υπάρχει, κανένα δεν αναγνωρίζεις, δεν υπάρχει μια ματιά, ένα χαμόγελο, έτσι να σου θυμίζει κάτι, Όλα ξένα, όλοι ξένοι μεταξύ τους. Όπως να ναι, όλοι ανελέητα, δίχως όρια, όπως να ναι, είναι εχθρικοί….»

Πώς να μη συγκρίνει κανείς την παραπάνω εκ βαθέων εξομολόγηση ενός σύγχρονου Τούρκου συγγραφέα, διαποτισμένου με τα νάματα της δυτικής παιδείας και του πολιτισμού με τη θρηνωδία του ιστορικού της Άλωσης το 1453 Μιχαήλ Δούκα:
«Ω Πόλις, Πόλις, πόλεων πασών κεφαλή, ω Πόλις, Πόλις, κέντρον των τεσσάρων μερών του κόσμου μερών…..Μετωκίσθη η Ασία από ταπειώνσεως αυτής και από πλήθους δουλείας αυτής…Πάντες οι καταδιώκοντες αυτήν κατέλαβον αυτήν ανά μέσον των θλιβόντων. Οδοί πόλεως πενθούσιν παρά το μη ερχομένους εις εορτήν. Πάσαι αι πύλαι αυτής ηφαναισμεναι…»
Η σύγκριση των δύο κειμένων με απόσταση περισσότερης από μισή χιλιετία, από έναν αυτόπτη μάρτυρα της Άλωσης το 1453, και κατακτηθέντα και ένα απόγονο υποτίθεται του κατακτητή είναι συγκλονιστική, γιατί το σημαινόμενο παραμένει σε αμφότερες τις περιπτώσεις το ίδιο και αφορά μια θρηνωδία για τον χαμένο παράδεισο, για έναν εκβαρβαρισμό της Πόλης, για μια πρωτοφανέρωτη πολιτιστική καταστροφή!!!!


2 Oktay Akbal «Bir İstanbul köylüsü anlatıyor» ( Εξιστορεί ένας χωρικός της Πόλης) σε Cumhuriyet23 Οκτωβρίου 1975.
3 Μιχαήλ Δούκας Βυζαντινοτουρκική Ιστορία, μτφρ. Στη Νεοελληνική Β.Καραλής, ε. Κανάκη, Αθήνα 1997, XLI , 385-389, σ.574-578

Τρίτη, Μαΐου 28, 2013

Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης: «Έσφιξαν οι ζέστες. Εμπρός για Μύκονο!»


Ακόμα ένα αριστούργημα από το blog vapsomalliades είναι γεγονός! Αφιερώνεται στον Μίλκο Βαρβιτσιώτη και εκκινεί ως ακολούθως:
«Σε τούτη την ευλογημένη χώρα το καλοκαίρι μπαίνει ενωρίς – είναι γνωστό αυτό. Ένας από τους (πολλούς) καταγεγραμμένους λόγους για τους οποίους μας ζηλεύουν σε ολόκληρη την πλάση· και εξυφαίνουν τις γνωστές συνομωσίες ενάντια στο Γένος των Ελλήνων.
Ο Μίλκος Βαρβιτσιώτης, σοβαρός, βαθύς κι αγέρωχος τον υπόλοιπο χρόνο, με το που σφίγγουν οι ζέστες και το καλοκαίρι μπαίνει γοργά γίνεται άλλος άνθρωπος. Μια ορισμένη ελαφρότητα, μια κάποια ανεμελιά έρχεται να χαϊδέψει τρυφερά τον άνδρα· βγάζοντας από μέσα του τον διονυσιακό Μιλτιάδη, τον Μιλτιάδη του ήλιου και της θάλασσας, τον Μιλτιάδη της γλυκιάς ραστώνης. Δεν ήταν, λοιπόν, δύσκολο να πάρει την μεγάλη απόφαση. «Ανεβαίνει η θερμοκρασία, η Ελλάδα ετοιμάζεται να μας προσφέρει τους χυμούς της, υπουργός δεν βλέπω να γίνομαι (έχει και η κατάντια τα όριά της), επομένως μάσκες, βατραχοπέδιλα, πετσέτες, αντηλιακά και βουρ για Μύκονο!», αναφώνησε με ενθουσιασμό ο ταλαιπωρημένος από έναν βαρύ πολιτικά χειμώνα Μίλκος. «Α!, να μην ξεχάσω και το ψαροντούφεκο του μπαμπά!», υπενθύμισε φωναχτά στον εαυτό του. «Το τυχερό ψαροντούφεκο των Βαρβιτσιώτηδων! Ήταν δεινός ψαροντουφεκάς ο μπαμπάς! Μπορεί να μην έπιανε πολλά ψάρια, αλλά ήταν καλός βουτηχτής!», επεσήμανε με υπερηφάνεια o Μιλτιάδης. «Τώρα βέβαια πάει το ψάρεμα με ψαροντούφεκο. Είναι και μεγάλος, έχει παχύνει και πολύ βλέπεις…».

Η συνέχεια στην αυτοκρατορία του καλού (κειμένου)...

Δευτέρα, Μαΐου 27, 2013

Ο Καραμανλής ήξερε ότι οδεύουμε στο ΔΝΤ!


Η γαλλίδα δημοσιογράφος Florence Autret στο βιβλίο της "Angela Merkel: Une Allemande (presque) comme les autres" κάνει μνεία για συναντήσεις του Κώστα Καραμανλή με τον Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ στην Αθήνα, ο οποίος ήθελα να κάνει συστάσεις στον τότε πρωθυπουργό για το τεράστιο χρέος της χώρας. Αυτό, φυσικά, είναι καρφί στο μάτι του πρώην πρωθυπουργού, ο οποίος προσπαθεί απεγνωσμένα να φτιάξει προφίλ "εθνικού ηγέτη" μέσα από ατεκμηρίωτες αναφορές για... απόπειρες δολοφονίας του. Ο κ. Καραμανλής, πέρα από την αφωνία που τον χαρακτηρίζει στο κοινοβούλιο (μηδέν ερωτήσεις, μηδέν ομιλίες γράφει το κοντέρ), δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη ούτε στα ΜΜΕ για τα πεπραγμένα της κωμικής (και τραγικής) πενταετίας του. Ωστόσο, οι... "κύκλοι" του -μια και εκείνος δεν έχει το θάρρος να ψελλίσει ούτε λέξη- διαψεύδουν κατηγορηματικά τις πληροφορίες της Florence Autret. "Καμία υπόδειξη Γιούνκερ στον Καραμανλή για το χρέος. Αθλιότητες όσα γράφει η Autret".

Εντάξει, ας δεχτούμε ότι η Γαλλίδα δημοσιογράφος γράφει "αθλιότητες".

Να δεχτούν ωστόσο και οι "κύκλοι" του φυγόμαχου και ρίψασπι πρωθυπουργού ότι την Γαλλίδα δημοσιογράφο την έχει προλάβει ο Μανώλης Κοττάκης, στο βιβλίο του "ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ - OFF THE RECORD", το οποίο ουδέποτε δέχτηκε κριτική από τους "κύκλους".

Ας δούμε τι γράφει στην σελίδα 391

Η ενότητα επιγράφεται "Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΤΟΥ ΓΙΟΥΝΚΕΡ"

Το κείμενο έχει ως ακολούθως:

"Όταν ο Παπαθανασίου επέστρεψε στην Αθήνα, ενημέρωσε, όπως ήταν φυσικό τον Καραμανλή, ο οποίος από χρόνια είχε άριστη σχέση με τον Λουξεμβούργιο ηγέτη. Ο πρωθυπουργός πήρε την πρωτοβουλία να επικοινωνήσει μαζί του για να "πιάσει" το κλίμα. "Πρόσεξε το χρέος, γιατί σε λίγο οι αγορές θα σας δανείζουν με όρους Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου", τον συμβούλευσε ο πρόεδρος του Eurogroup". 

Και το ερώτημα είναι αυθόρμητο προς τους "κύκλους" του κρυπτόμενου (και αμειβόμενου από το υστέρημα του λαού) κληρονόμου του επιθέτου Καραμανλής:

ΚΑΙ Ο ΚΟΤΤΑΚΗΣ ΓΡΑΦΕΙ ΑΘΛΙΟΤΗΤΕΣ; ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΙΛΗΣΑΤΕ ΟΤΑΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ;

Έγγραφο «βόμβα» από Ρεπούση (ΔΗΜΑΡ) σε ΣΥΡΙΖΑ!


Ένα έγγραφο που ανατρέπει τα δεδομένα στη συζήτηση για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, αποκαλύπτει το Real.gr. Πρόκειται για επιστολή της βουλευτή της ΔΗΜΑΡ Μαρίας Ρεπούση προς την Επιτροπή Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ.

Η κυρία Ρεπούση ζητεί από την αντιπολίτευση να... αντιδράσει, προκειμένου να μην περάσουν στο νομοσχέδιο όσα έχει αποφασίσει, ως Γενοκτονίες η Ελληνική Βουλή, δηλαδή της Μικράς Ασίας και των Ποντίων!

Είναι χαρακτηριστικό ότι η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ καλεί την Επιτροπή Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ να παρακινήσει «συναδέλφους, πολιτικά κόμματα και δημοσιογράφους» να μην «περάσει» η -όπως τη χαρακτηρίζει- «προβληματική διάταξη που ποινικοποιεί την άρνηση των γενοκτονιών και των εγκλημάτων πολέμου»!

Από το Real.gr


ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: Μόλις μίλησα με το γραφείο της Ρεπούση. Μου είπαν κατά λέξη: "Δεν ισχύει η είδηση. Δώστε μας email να σας στείλουμε την ανακοίνωσή της". Ελπίζω να την λάβω και να μην είναι στα τουρκικά. 

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 2: Και μου έπεμψε η Ρεπούση το κάτωθι: "Στηρίζω όπως έχω δηλώσει δημόσια την πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης για το νέο αντιρατσιστικό νόμο και δεν έχω επιφυλάξεις για καμία από τις διατάξεις του. Οι οποιεσδήποτε επιφυλάξεις έχουν εκφραστεί από εμένα και άλλους ιστορικούς αφορούν την ποινικοποίηση της μνήμης και δεν συμπεριλαμβάνονται στο συγκεκριμένο σχέδιο νόμου. Περιττό είναι ίσως να πω ότι δεν έχω απευθύνει καμία σχετική επιστολή στην Επιτροπή Δικαιωμάτων ή σε άλλη επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ".

Κυριακή, Μαΐου 26, 2013

Η σκιά της ημισελήνου και το πετρέλαιο

«Ορκιζόμαστε στον παντοδύναμο Αλλάχ ότι δεν πρόκειται να σταματήσουμε τον αγώνα παρά μόνον όταν μας αφήσετε ήσυχους. Ο μόνος λόγος για τον οποίον σφάξαμε αυτόν τον άνθρωπο, είναι επειδή καθημερινώς πεθαίνουν μουσουλμάνοι. Αυτός ο Βρετανός στρατιώτης είναι οφθαλμός αντί οφθαλμού και οδούς αντί οδόντος...
Πρέπει να τους πολεμήσουμε, όπως μας πολεμούν. Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος. Απολογούμαι που γυναίκες έγιναν μάρτυρες αυτού του συμβάντος σήμερα, αλλά στα μέρη μας οι γυναίκες μας βλέπουν παρόμοια περιστατικά. Εσείς, ο λαός, δεν θα είστε ποτέ ασφαλείς. Διώξτε την κυβέρνησή σας. Δεν ενδιαφέρεται για εσάς».

Δήλωση (στις κάμερες) του μουσουλμάνου δολοφόνου που αποκεφάλισε στρατιώτη στο Λονδίνο, 23/5/2013

Η οικονομική κρίση στο Δυτικό κόσμο δεν είναι οικονομικό φαινόμενο. Ούτε καν πρωτίστως πολιτικό. Έχουν περάσει και άλλες περίοδοι στην Ιστορία που οι ηγεσίες ήταν ανέμπνευστες, διεφθαρμένες, ετερόφωτες. Ο κόσμος που μεγαλώσαμε, αγαπήσαμε και πολεμήσαμε για να κρατήσουμε όρθιο, καταρρέει επειδή πρόδωσε τον ίδιο τον εαυτό του. Πούλησε την ψυχή του στο τίποτα για να μην ξεφύγει από τα ασφυκτικά όρια μιας υποκριτικής «ευπρέπειας» που επέβαλε ο ίδιος στον εαυτό του. Η πολιτική «ορθότητα» σκοτώνει την Ευρώπη και την Αμερική. Οι οπαδοί της, άλλοι από καθαρή ιδιοτέλεια (είναι πολλά τα... πετροδολλάρια) κι άλλοι από ατόφια ανοησία είναι οι καλύτεροι δυνατοί τακτικοί σύμμαχοι της ημισελήνου, η οποία απλώνει τον ίσκιο της πάνω από τις γειτονιές του Πλάτωνα, του Σαίξπηρ, του Γκαίτε και του Ρέμπραντ. Για λόγους... προσήλωσης στις αρχές του «Διαφωτισμού», οι πάστορες του αντιρατσισμού και οι ιεροεξεταστές των εγκλημάτων σκέψης παραδίδουν το πάλαι ποτέ ελληνορωμαϊκό και χριστιανικό εποικοδόμημα στο ισλαμικό σκότος.

«Μετριοπαθές» Ισλάμ

Είναι απορίας άξιον (για όποιον υποτιμά τη δύναμη της προπαγάνδας) το πώς μπορούν σκεπτόμενοι άνθρωποι να πιστέψουν στην ύπαρξη «μετριοπαθούς» Ισλάμ. Δηλαδή, να θεωρήσουν ότι διατηρείται νουνεχής και ανοιχτόμυαλος ο βασικός πληθυσμιακός κορμός των πιστών μιας θρησκείας που εξαπλώθηκε με το ξίφος και το σύνθημα «θάνατος στους απίστους». Η σωρευμένη πείρα των αιώνων έχει διδάξει -όλους όσοι μένουν πιστοί στους νόμους της Λογικής- ότι οι μουσουλμάνοι, σε γενικές γραμμές, εφαρμόζουν κατά γράμμα το Κοράνι, το ιερό βιβλίο τους. Όποιος ανατρέξει στις σελίδες του θα βρει απτές αποδείξεις πως ό,τι χαρακτηρίζεται από εμάς «μετριοπαθές» απλά δεν υφίσταται στην ισλαμική σκέψη. Μάλιστα, σε αξιακό επίπεδο, οι σύγχρονοι, αυθεντικοί αναλυτές και ερμηνευτές του Κορανίου (μουφτήδες) θεωρούν την «μετριοπάθεια» καταδικαστέα. Η υιοθέτηση χαμηλών τόνων από τις μουσουλμανικές κοινότητες επιβάλλεται όταν αποτελούν μειοψηφία ή είναι ανίσχυρες. Όταν η ισορροπία δυνάμεων ανατρέπεται υπέρ τους τότε εφαρμόζεται η Σαρία, ο ισλαμικός νόμος.

Επιτάχυνση

Γιατί, όμως, οι θρησκευτικού χαρακτήρα επιθέσεις μουσουλμάνων αυξάνονται δραματικά στις δυτικές χώρες; Για ποιο λόγο το ξίφος των «πιστών» Ισλαμιστών κοντεύει να στομώσει από τις σφαγές Χριστιανών, Εβραίων, και πιστών άλλων θρησκειών χωρίς να έχουν προλάβει ακόμα να επιβληθούν πληθυσμιακά; Ο λόγος είναι απλός. Σε λίγα χρόνια, ακόμα κι αν ο δείκτης των γεννήσεών τους αυξηθεί κι άλλο και καταστούν πλειοψηφία στις Δυτικές χώρες, θα έχουν ξεμείνει από πυρομαχικά. Δηλαδή, χρήματα!
Από τη μία τα πετρελαϊκά αποθέματα της Σαουδικής Αραβίας μειώνονται δραματικά κι από την άλλη η πρόοδος τεχνολογίας ενδέχεται να μας απαλλάξει από τον βραχνά του «μαύρου χρυσού». Τον Φεβρουάριο του 2013, ο Ανατόλι Ντμιτριέφσκι, διευθυντής του Ινστιτούτου Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου της Ρώσικης Ακαδημίας Επιστημών και του Υπουργείου Παιδείας δήλωσε: «Οι αναπτυγμένες χώρες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, από τη λύση των οποίων θα κριθεί το μέλλον του κόσμου. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι βρισκόμαστε στην αρχή της τέλους της εποχής του πετρελαίου, η οποία διήρκεσε ολόκληρο τον 20ο αιώνα. [...]  Με την αύξηση των τιμών του πετρελαίου, γίνονται πλέον ανταγωνιστικές νέες, άγνωστες στο παρελθόν τεχνολογίες».
Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Ότι οι διαχειριστές των διαθέσιμων αποθεμάτων πετρελαίου στις ισλαμικές χώρες, τρέχουν για να προλάβουν την άμαξα των εξελίξεων, πριν τους ξεπεράσει!

Όλα τώρα!

Αν κάποιος απομακρυνθεί από την καυτή ανάσα της επικαιρότητας, από τις ιδεοληψίες, τις εμμονές και τις προκαταλήψεις του θα καταλάβει ότι ο χρόνος προετοιμασίας μέχρι την επερχόμενη «σύγκρουση των πολιτισμών» είναι λιγότερος απ' όσον νομίζαμε. Τα προσχήματα καταρρέουν, οι προθέσεις της αντίπερα όχθης γίνονται ξεκάθαρες και η Δύση τσαλαβουτά σε γάμους ομοφυλοφίλων, υιοθεσίες παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, αντιρατσιστικά νομοσχέδια και άλλα τερτίπια που σκαρφίστηκε για λογαριασμό μας ο αντίπαλος.

Δημοσιεύτηκε στην «κυριακάτικη δημοκρατία»

Οι «Μαθητές της Μαύρης Τάξης»



Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς σε μια μεγάλη χώρα, σ’ έναν τόπο που δεν σκοτείνιαζε ποτέ. Οι κάτοικοί της δεν ήξεραν τι είναι το σκοτάδι. Ούτε μπορούσαν να το φανταστούν. Δεν ένιωθαν ανάγκη για ύπνο. Αραιά και που ξεκούραζαν τα σώματά τους για να συνεχίσουν σε λίγο ό,τι έκαναν. Ο ένας έχτιζε, ο άλλος τραγουδούσε, εκείνος καλλιεργούσε, αυτός έτρεφε ζώα, τούτος τα έσφαζε και πουλούσε το κρέας τους, άλλες ύφαιναν και λίγοι, πολλοί λίγοι, οι ιερείς της «Μαύρης Τάξης», έλεγαν προσευχές κι έκαναν πράξεις για να κρατήσει για πάντα η Αιώνια Ανατολή. Αυτό το θείο δώρο, που σύμφωνα με τις ιερές γραφές του ξεχασμένου βασιλείου, είχε προσφερθεί από τη Μεγάλη Δύναμη πριν από την εποχή του μεγάλου ψύχους, το οποίο πέρασε μόνο μια φορά από τον ευλογημένο τόπο. Ύστερα δεν φαινόταν να επιστρέφει.
Οι ιερείς, όπως είπαμε προηγουμένως, ήταν λίγοι. Ελάχιστοι. Κάθε γενιά που περνούσε άφηνε ακόμα λιγότερους στις επόμενες. Η σταδιακή μείωση του αριθμού της «Μαύρης Τάξης» οφειλόταν στην ολοένα και μεγαλύτερη περιφρόνηση (ή αδιαφορία ήταν;) του κόσμου για το έργο της. Τώρα η κοινότητα των κατοίκων δεν νοιαζόταν τόσο για τους ιερείς. Στα γεννητούρια του βασιλείου όλοι τους σέβονταν – και αυτό που έκαναν ακόμα περισσότερο.
«Κρατούν με τις προσευχές τους όρθιο τον ουρανό και μαγνητίζουν τον ήλιο. Δεν τον αφήνουν να φύγει. Κρατούν μακριά την εποχή του μεγάλου ψύχους», έλεγαν οι αμέριμνοι υπήκοοι του βασιλείου.
Οι ιερείς ήταν απόμακροι. Κλειστοί. Μιλούσαν ελάχιστα μεταξύ τους και καθόλου με τους πολλούς. Είχαν την πεποίθηση ότι οι πολλές συνάφειες, οι συναναστροφές, οι εξηγήσεις και οι απαντήσεις στα ερωτήματα τούς μόλυναν. Έπρεπε να κρατηθούν αγνοί για να μην ξεφύγει ο ήλιος από την τροχιά του. Έτσι τουλάχιστον είχε πει κάποτε ο βασιλιάς σε μια από τις ακροάσεις, όπου οι προύχοντες, οι φτωχοί, οι αγρότες και οι έμποροι ζητούσαν την ευμένεια, την συγχώρεση ή την μεσολάβησή του. Αναπάντεχα, ένας ρώτησε γιατί οι ιερείς δεν καταδέχονταν τον κόσμο. «Δεν σας καταδέχονται γιατί προτιμούν να σας γλιτώνουν από τον κακό σας εαυτό. Αν αναμειχτούν μ’ εσάς θα γίνουν σαν ελόγου σας και θα τραβήξουν πάνω τους και πάνω σας όλες τις συμφορές σας».
Οι «Μαθητές της Μαύρης Τάξης» περνούσαν μέσα από την βουή του κόσμου σαν τον άνεμο που παραβιάζει τις σίτες, τα παράπετα, τις χαραγματιές των τοίχων. Κι εκείνοι έμεναν ακέραιοι στη σιωπή τους. Δεν δίδασκαν κάτι. Ό,τι ήθελαν να πουν το μετέδιδαν με τον τρόπο της ζωής τους. Λιτός, στρατιωτικός, απόλυτος στην τάξη και τον ρυθμό. Έκαναν τα ίδια και τα ίδια με μια πρωτόφαντη προσήλωση, που δεν μπορούσε κάποιος να αντιγράψει παρεκτός αν γινόταν ένας απ’ αυτούς. Δεν ήταν δύσκολο στην αρχή. Αρκούσε να ντυθεί έτσι. Οι φορεσιές τους ήταν μαύρες εκτός από ελάχιστες φορές μέσα στη χρονιά, που προτιμούσαν τα λευκά. Ύστερα ερχόταν το δύσκολο. Η πιστή επανάληψη των συνηθειών, η αδιάκοπη προσευχή, οι λησμονημένες ακατάληπτες λέξεις, η σκληρή άσκηση, η λιτότητα, η σκληρότητα, το απρόσιτο, το βλέμμα που κοιτούσε στο άπειρο (ή το «πουθενά», όπως έλεγαν στα ύστερα τα χρόνια οι πολλοί). Πάνω απ’ όλα εντυπωσίαζε αυτός ο παράξενος, σχεδόν μαγικός τρόπος να συνεννοούνται δίχως να μιλούν. Με το που γινόταν κάτι ήξεραν τι θα κάνουν. Λες και το είχαν χορογραφήσει από τα πριν. Με τα μάτια μιλούσαν. Η γλώσσα των ματιών διαβάτη του χρόνου, που έπεσες πάνω σ’ αυτό το άχρονο χρονικό ενός μυστικού κόσμου, είναι η δυνατότερη απ’ όλες. «Η ψυχή φωνάζει με το βλέμμα», έγραφε μια πινακίδα στην μονή των «Μαθητών της Μαύρης Τάξης». Πρόλαβε και την είδε ένας χωρικός που προσπάθησε να μυηθεί κι απέτυχε. Ύστερα την είπε σε όλους. Και σ’ ένα γύρισμα των καιρών βρέθηκε σφαγμένος στο κατόφλι του σπιτιού του.
Ξέχασα να σας πω ότι παρόλο που ποτέ δεν νύχτωνε σ’ εκείνη τη γωνιά της πλάσης, ξέρανε να μετρούν τον χρόνο. Με μέτρα άλλα, που δεν είναι ώρα να σας πω – εκτός από ένα. Η γωνιά του ήλιου άλλαζε κατά τι ως προς τον λόφο που στεκόταν το περήφανο παλάτι του πρώτου και τελευταίου βασιλιά της αβασίλευτης χώρας, της πατρίδας του ήλιου που δεν βασίλευε ποτέ. 

Τι λέτε; Αξίζει να συνεχίσει ο μύθος;

Παρασκευή, Μαΐου 24, 2013

Gay Kemal?

Πολλές οι ειδήσεις σε μία φωτό (ο Κεμάλ Ατατούρκ σε παραλία με ολίγον τζιναβωτή πόζα). 1) Δημοσιεύτηκε πρώτα σε ιστοσελίδα κι ύστερα στην εφημερίδα Habertürk. 2) Αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι το ίνδαλμα του Μπουτάρη ξεσκόνιζε τον κουραμπιέ. 3) Ο Τούρκος εισαγγελέας απεφάνθη ότι δεν συντρέχει λόγος άσκησης ποινικής δίωξης επειδή στην Τουρκία είναι κατοχυρωμένη η... ελευθερία του τύπου [γελάμε σελτζούκικα - χαρ χαρ χαρ]. 4) Ο Ερντογάν φτιάχνει το χαλιφάτο του ξηλώνοντας τα παλιά τα πρότυπα.

Πέμπτη, Μαΐου 23, 2013

Προκόπης Παυλόπουλος: ο άνθρωπος, ο υπουργός, ο μύθος

Γιατί όποτε βλέπω αυτό σκέφτομαι "πάλι καλά που δεν είμαστε ήδη Τεχεράνη";

Ηλιθιοδίνη, μαρξισμός και μουλτικουλτουρίαση

Ηλιθιοδίνη: μια ουσία την οποία αν στην χορηγήσουν χωρίς συνταγή γιατρού και την απορροφήσει ο οργανισμός σου σε συνδυασμό με ισχυρές δόσεις μαρξισμού και μουλτικουλτουρίασης, εσύ αναπτύσσεις κρετινοειδή απόφυση στην σκέψη σου και όταν σου μιλούν για το ΥΠΑΡΚΤΟ σκοτάδι του ισλαμισμού, τις ΔΕΔΟΜΕΝΕΣ καταπατήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ εκτελέσεις και τις ΑΔΙΑΚΟΠΕΣ τρομοκρατικές επιθέσεις εσύ λες ότι το πρόβλημά σου είναι οι... χριστιανοί παπάδες!

Δευτέρα, Μαΐου 20, 2013

Σε γκουλάγκ όσοι δεν ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ!


Ο Σλαβόι Ζίζεκ θεωρείται (ο Χριστός κι η Παναγία!!!) από τους ΣΥΡΙΖΑίους... φιλόσοφος. Είπε, δίπλα στον Τσίπρα -ο οποίος δεν αντέδρασε- πως όλοι όσοι δεν στηρίζουν ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πάνε σε γκουλάγκ. Για την ακρίβεια δήλωσε: «Το τεστ που πρέπει να γίνεται στους ανθρώπους από εδώ και πέρα πρέπει να είναι το εξής: αντί να τους ρωτάμε τι πιστεύουν για την Ευρώπη πρέπει να τους ρωτάμε τι πιστεύουν για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν υποστηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, κατά την δική μου άποψη το δημοκρατικό μέλλον πρέπει να έχει ως εξής: όλοι αυτοί οι άνθρωποι να πάρουν εισιτήριο πρώτης θέσης χωρίς επιστροφή στα γκουλάγκ».
Ο τυπάκος αυτός είναι γραφικός και ντιπ βαρεμένος. Αν προσέξετε το βίντεο θα δείτε ότι έχει μπόλικα τικ. Πρώτα πιάνει τα @#ίδια του κι ύστερα τη μύτη του! Μπροστά του ποτήρι με κρασί, το οποίο το αδειάζει στο τσακ μπαμ... Στο 2.35'' λέει για τα γκουλάγκ.
Στο 3.40'' φυσάει και τη μύτη του στο χέρι του!!!!
Έτσι είναι η "φιλοσοφία" κατά ΣΥΡΙΖΑ. Μισότρελη, μπεκρού, βρωμιάρα, με τικ και ψεύδισμα.

Γιατί αυτός κυκλοφορεί ακόμα ελεύθερος;


«Ξέρουμε το δρόμο για την Ιθάκη και έχουμε χαρτογραφήσει τα νερά. Μπροστά μας έχουμε ένα ταξίδι  με απαιτήσεις από όλους μας,  αλλά με μια νέα συλλογική  συνείδηση και κοινή προσπάθεια θα φθάσουμε εκεί ασφαλείς, πιο σίγουροι, πιο δίκαιοι, πιο περήφανοι. Ο τελικός μας στόχος, ο τελικός μας προορισμός είναι να απελευθερώσουμε την Ελλάδα από επιτηρήσεις και κηδεμονίες.
Να απελευθερώσουμε τις δυνάμεις του Ελληνισμού, κάθε Έλληνα και Ελληνίδα από αντιλήψεις, πρακτικές  και συστήματα  που τον εμποδίζουν παντού, εδώ και δεκαετίες.
Να δώσουμε οξυγόνο εκεί που υπάρχει ασφυξία, δικαιοσύνη και κανόνες εκεί που υπάρχει αδικία, διαφάνεια εκεί που υπάρχει σκοτάδι, σιγουριά εκεί που υπάρχει ανασφάλεια, και ανάπτυξη για όλους. [...] Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι, θα τα καταφέρουμε».
Από το διάγγελμα του Γιώργου Παπανδρέου στο Καστελόριζο (23/4/2010), όταν αποφάσιζε να υπάγει τη χώρα στη δικαιοδοσία των δανείων δυνάμεων.

Από την ημέρα που ξεστόμισε αυτά τα λόγια ατιμώρητος αυτός ο αλλοδαπός πολυεθνικής καταγωγής, που έλαβε την ελληνική υπηκοότητα δίχως καλά-καλά να γνωρίζει την γλώσσα μας, οι συμφορές δεν έχουν σταματήσει να πλήττουν την πατρίδα. Η θεομηνία της ξενοκρατίας, της περιφρόνησης του λαού μας από τους «συμμάχους», οι συκοφαντίες σε βάρος των Ελλήνων, τις οποίες εκείνος έβαλε στην ημερήσια διάταξη των διεθνών ΜΜΕ και οι ειδήσεις για παιδιά που λιμοκτονούν, τους απελπισμένους που αυτοκτονούν και τους αστέγους που ικετεύουν για μια μερίδα φαγητού στα συσσίτια της Εκκλησίας, ολοένα και πυκνώνουν.
Δέκα εκατομμύρια θύματα της παραπλάνησης του μοιραίου γόνου της δυναστείας Παπανδρέου παρακολουθούν παγωμένοι το δήμιό τους, τον κύριο «Λεφτά Υπάρχουν» να περιφέρει τα ράκη της αξιοπρέπειάς του στα πέρατα του πλανήτη και να αερολογεί προκαλώντας το δημόσιο αίσθημα και την κοινή λογική.
Για εκείνον, η παγκόσμια τάξη πραγμάτων έχει προβλέψει διαμονή σε πεντάστερα ξενοδοχεία, άνετες μετακινήσεις και υπερπροβολή. Το ενδιαφέρον των υψηλόβαθμων εξουσιαστών που ακόμα και τώρα ποντάρουν στο ψωραλέο άτι της Σοσιαλιστικής Διεθνούς είναι  πολύ μεγάλο. Μέχρι και «Παγκόσμιο Στοχαστή» είχαν ανακηρύξει τον προβληματικό εκλεκτό τους. Τώρα, τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας δημοσιογραφίας συνωστίζονται γύρω του μην τυχόν και του αποσπάσουν καμιά δήλωση για το πώς... σώζεις μια χώρα!

Μόνιμος αδειούχος

Η κατάντια του ελληνόφωνου πολιτικού συστήματος φαίνεται και από την στάση της Βουλής απέναντι στο αδειανό έδρανο του Παπανδρέου, το οποίο ακόμα και σήμερα πληρώνουν οι άνεργοι, οι πένητες, οι παρατημένοι γέροντες με τις μηδαμινές συντάξεις. Του δίνουν άδειες για «ολιγοήμερες απουσίες» στο εξωτερικό αντί να τον τυλίξουν σε μια κόλλα χαρτί και να τον δικάσουν για τα μαζικά πολιτικά εγκλήματα που διέπραξε – κάτι που θα έπρεπε να έχει ήδη συμβεί από την στιγμή που η σατιρική εκπομπή του Λαζόπουλου έδειξε τον Ντομινίκ Στρος Καν να ομιλεί για τις προπαρασκευαστικές συνομιλίες με τον ΓΑΠ περί της υπαγωγής μας στη μέγκενη του ΔΝΤ και των άλλων «ευαγών ιδρυμάτων». Τώρα τον «καρφώνει» ως «εκτελεστική μαριονέτα» των Αμερικανών και ο Ντιρκ Μιούλερ, ένας από τους γνωστότερους Γερμανούς σχολιαστές οικονομικών θεμάτων. Στο βιβλίο του με τίτλο «Showdown», ο κ. Μιούλερ (γνωστός και με το παρατσούκλι Mr Dax) γράφει, μεταξύ άλλων, για τον πρώην πρωθυπουργό ότι «αποστολή του ήταν να επιφέρει με κάθε τρόπο την ρήξη στις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη». Με λίγα λόγια, ο Γιώργος Παπανδρέου, σύμφωνα με τον γνωστό συγγραφέα, λειτούργησε σαν δούρειος ίππος των Αμερικανών σε βάρος των ελληνικών αλλά και των ευρωπαϊκών συμφερόντων. Ένας από τους στόχους της υπερδύναμης ήταν αφενός να ανασχεθεί η τάση του ευρώ να υποκαθιστά το δολάριο ως αποθετικό νόμισμα και αφετέρου να εξουδετερωθεί οικονομικά η χώρα μας για να εκποιήσει (κοψοχρονιά) τον φυσικό πλούτο της.

Δικάστε τον

Το γεγονός ότι η εσωκομματική κυριαρχία του Παπανδρέου οδήγησε στην χρεωκοπία του ΠΑΣΟΚ, θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό αν τα δάνεια αυτού του «Κινήματος» δεν κατέληγαν να αποπληρωθούν από τους ανήμπορους φορολογουμένους. Όμως, η οικογενειακή επιχείρηση με το «σοσιαλιστικό» επίχρισμα δανειζόταν από τράπεζες υποθηκεύοντας κρατικές επιχορηγήσεις επομένων ετών. Έτσι κατέστη σίγουρο ότι ο πολίτης θα υποχρεωνόταν να εξοφλήσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Ανάπτυξη, επανεκκίνηση της οικονομίας και νέες υγιείς δομές στον πολιτικό βίο της χώρας δεν θα υπάρξουν ποτέ όσο κυκλοφορούν πρόσωπα σαν τον Γιώργο Παπανδρέου ανάμεσά μας, χωρίς να έχουν εξηγήσει σε κάποιο δικαστήριο τις πράξεις και τα κίνητρά τους.

Κυριακή, Μαΐου 19, 2013

Θυμάστε τι έκανε η Ρεπούση πέρυσι στην τήρηση ενός λεπτού σιγής; Δείτε


Να θυμηθούμε τι έγινε ένα χρόνο πριν, το 2012, με την βουλευτή της ΔΗΜ.ΑΡ κα Ρεπούση, όταν στην συνεδρίαση της Βουλής για την εκλογή προέδρου, ζητήθηκε να γίνει ένος λεπτού σιγή στη μνήμη των νεκρών της Γενοκτονίας των Ποντίων.

Η κυρία Ρεπούση αποχώρησε από την αίθουσα μόλις 2 λεπτά πριν την τήρηση σιγής. Για του λόγου το αληθές παραθέτουμε τις παρακάτω φωτογραφίες:


Ωρα 12:44 μμ η Ρεπούση μέσα στη Βουλή



Ωρα 12:46 μμ Mόλις ο Πρόεδρος ανακοίνωσε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη της Γενοκτονίας των Ποντίων η Ρεπούση εξαφανίστηκε από τα έδρανα της Βουλής.

Μετά το σάλο που προκλήθηκε από την αναχώρησή της και φανερά ενοχλημένη από τη διάσταση που πήρε το θέμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ίδια έγραψε στο προφιλ της στο facebook το εξής:

«Θα παρακαλούσα πολύ όσοι και όσες θέλετε να ανταλλάξετε τις απόψεις σας για το ζήτημα της γενοκτονίας των Ποντίων, να το κάνετε από τη δική σας σελίδα. Να πάψετε να με ενοχλείτε».

Η Μαρία Ρεπούση, βουλευτής Α” Πειραιά, απάντησε και μέσω twitter με μια γνωστή ρήση του Σολωμού, σε όσους, όπως γράφει αμφισβητούν τον πατριωτισμό της.

«Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό, ό,τι είναι αληθινό, έγραψε στο twitter της και συμπλήρωσε: Με όλο το σεβασμό και από τη δική μου μεριά, δεν είναι ο χώρος εδώ για να κάνουμε ιστορική συζήτηση για τις γενοκτονίες και τη μνήμη. Στην ιστορία ευτυχώς ή δυστυχώς οι απαντήσεις είναι σύνθετες και χρειάζονται….χώρο και περιβάλλον διαλόγου και όχι πολεμικής αντιπαράθεσης. Θα σας παρακαλούσα να αρκεστείτε προς το παρόν στην επίσημη ανακοίνωση της ΔΗΜΑΡ για το θέμα».

Η Δημοκρατική Αριστερά με ανακοίνωση της τονίζει ότι : “Σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα της ΔΗΜ.ΑΡ τίμησε με «ενός λεπτού σιγή» τη μνήμη του Ποντιακού Ελληνισμού. Η απουσία κάποιων από τους βουλευτές της οφείλεται σε καθαρά πρακτικούς λόγους».

Η βουλευτής Α’ Πειραιά, Μαρία Ρεπούση, με αφορμή τα όσα κακόβουλα λέγονται και γράφονται δήλωσε τα εξής: «Ο σεβασμός μου στη μνήμη του Ποντιακού Ελληνισμού είναι δεδομένος και δεν επιτρέπω σε κανέναν να τον αμφισβητεί».

Η κ. Ρεπούση είναι μία εκ των συγγραφέων του βιβλίου ιστορίας της Στ’ δημοτικού με τον περίφημο ”συνωστισμό” που έγινε στην Σμύρνη.

Παρακολουθήστε παρακάτω βίντεο με απόσπασμα από την ψηφοφορία στη Βουλή, την τήρηση 1 λεπτού σιγής και την απουσία της κ. Ρεπούση

Τμήμα Σύνταξης
Pontos-News.Gr

Τετάρτη, Μαΐου 15, 2013

Φτηνοί άνθρωποι, φτηνά όνειρα, ακριβές φίρμες


«Πολλοί με ρώτησαν σχετικά με αυτή την φωτογραφία. Προσπάθησα απεγνωσμένα να μάθω γι' αυτούς. Δεν τα κατάφερα. Δεν ξέρω ούτε ποιοι είναι, ούτε τη σχέση του ενός με τον άλλον.
Ήμουν όλη μέρα στα ερείπια και έβλεπα τους διασώστες αλλά και πολίτες να βγάζουν τραυματισμένους εργάτες από τα συντρίμμια. Θυμάμαι ακόμα τα τρομαγμένα μάτια των συγγενών. Ήμουν εξαντλημένη, τόσο πνευματικά όσο και σωματικά.
Γύρω στις 2 το πρωί ανακάλυψα το ζευγάρι αυτό, αγκαλιασμένο στα ερείπια. Το κάτω μέρος των σωμάτων τους ήταν σκεπασμένο από τα χαλάσματα. Το αίμα από τα μάτια του άνδρα έτρεχε σαν δάκρυ. Όταν τους είδα δεν μπορούσα να το πιστέψω. Τους αισθάνθηκα σαν δικούς μου ανθρώπους. Τους έβλεπα τις τελευταίες τους στιγμές να κάθονται έτσι αγκαλιασμένοι, προσπαθώντας ο ένας να σώσει τον άλλο.
Κάθε φορά που κοιτάζω αυτή την φωτογραφία, αισθάνομαι άβολα. Με έχει στοιχειώσει. Είναι σαν να μου λένε. 'Δεν είμαστε ακόμα δυο πτώματα. Δεν είμαστε φτηνά εργατικά χέρια και φτηνές ζωές. Είμαστε άνθρωποι σαν κι εσάς. Η ζωή μας είναι πολύτιμη και τα όνειρά μας το ίδιο'.
Αυτοί είναι μάρτυρες της σκληρής ιστορίας των εργατικών ατυχημάτων. Τώρα τα θύματα φτάνουν τα 750. Πόσο απάνθρωπη είναι η κατάσταση που βιώνουμε, όπου τα ανθρώπινα όντα αντιμετωπίζονται σαν αριθμοί. 
Αυτή η φωτογραφία με έχει σημαδέψει. Αν όσοι είναι υπαίτιοι για ό,τι συνέβη δεν υποστούν την χειρότερη δυνατή τιμωρία θα ξαναδούμε τέτοιο συμβάν. Γι' αυτό και θέλω να μοιραστώ αυτή τη φωτογραφία με όλους». 

Τασλίμα Άχτερ, φωτογράφος, περιοδικό Time, 8/05/2013

Η εικόνα δεν χρειάζεται επεξήγηση. Ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο μέχρι το θάνατο. Οι συνθήκες απαιτούν λόγια. Η χώρα όπου έγινε η λήψη είναι το Μπανγκλαντές. Στην πόλη Ντάκα κατέρρευσε ένα οκταόροφο κτίριο. Εκεί στεγάζονταν μονάδες υφαντουργίας. Εκεί βρίσκονταν εγκλωβισμένοι οι αριθμοί. Οι άνθρωποι δίχως αξία που, για όσους έχουν ισχύ, αποτελούν τα μηδενικά που στοιχίζονται πίσω από τις μονάδες στις αμέτρητες καταθέσεις των τραπεζικών λογαριασμών τους. Φτωχοδιάβολοι, όπως οι περισσότεροι μάρτυρες τούτου του ματοβαμμένου πλανήτη. Τροφή για τα κανόνια. Αναλώσιμοι θεατές της ιστορίας. Σαν τις κότες στριμωγμένοι σε χαλάσματα να εισπνέουν κονιάματα και κλωστικές ίνες όλη μέρα κι όλη νύχτα για να ράψουν τα υφάσματα που θα φορέσουν οι ηλίθιοι ξιπασμένοι που δεν γνωρίζουν πόση μεγάλη αθλιότητα κρύβεται πίσω από τις επώνυμες φίρμες.

Φτωχοί δεσμώτες

Ολόκληρος ο κόσμος είναι μια φυλακή. Τελευταία καταφύγια που έχουν αφήσει στους «καταραμένους» είναι ο τάφος, τα ερημονήσια, το δάσος ή τα απόκρημνα βουνά. Κι οι δούλοι ράβουν, σκάβουν, συναρμολογούν, περιμένουν, υπομένουν, φυτοζωούν. Συνέχεια. Για ένα ξεροκόματο, το οποίο τους το κλέβει από το στόμα το κράτος-μαφία που ειδικεύεται στον εξανδραποδισμό του λαού με την ανακύκλωση και το παραφούσκωμα του εικονικού χρέους. Δεν είναι δυνατόν να βλέπεις τέτοιες εικόνες, να ακούς τόσο σπαραγμό και να οσφραίνεσαι τόσο άσκοπο θάνατο γύρω σου και να μην αλλάζει εντός σου ο ρυθμός του κόσμου. Πρέπει να είσαι από άλλη πάστα, άλλο είδος του ζωικού βασιλείου για να μένεις ασυγκίνητος. Σκέτο ερπετό. Δεν μπορείς να χαριστείς στα δίποδα κτήνη που διαπράττουν το ανοσιούργημα που περιέγραψε η ακριβίστρια φωτογράφος: να αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους σαν αριθμούς. Από εκεί ξεκινάει το γαϊτανάκι της δυστυχίας, ο φαύλος κύκλος που έχει τυλιχτεί σαν θηλιά γύρω από το λαιμό της ανθρωπότητας.

Οι δουλοπάροικοι

Και τα ΜΜΕ που είναι; Πόσοι «δαιμόνιοι» ρεπόρτερ των ισχυρών ομίλων έχουν ταξιδέψει μέχρι τους βιομηχανικούς αποπάτους των πολυεθνικών για να καταγράψουν τα σύγχρονα Άουσβιτς των φτωχών; Αυτοί, που έχουν τόσες «άκρες», γνωριμίες, βραβεία, αναγνωρίσεις, επαίνους, τιμές και κατάρτιση, δεν έχουν υποπτευθεί ότι μέσα στα κινητά με τις οθόνες αφής, τα ακριβά ρούχα, τα γρήγορα αυτοκίνητα, τα έξυπνα πλυντήρια και τις μεγάλες τηλεοράσεις έχουν παραχωθεί οι σκελετοί εκατομμυρίων αθώων ανθρώπων; Δεν έχουν καταλάβει ότι η λάμψη και η «άνεση» που προσφέρει η παγκοσμιοποίηση και η μεταφορά μονάδων παραγωγής σε τριτοκοσμικές χώρες απλά συρρικνώνει τον αριθμό των αποδεκτών των χρημάτων, πολλαπλασιάζει τα κέρδη τους και εξαπλώνει την φτώχεια σαν μεταδοτική αρρώστια; Τα μεροκάματα της Δύσης αποτελούν παρελθόν. Τώρα, η χειρωνακτική εργασία έχει νέες πατρίδες. Τις γαλέρες του Μπανγκλαντές, της Κίνας, της Ινδίας και του Πακιστάν. Ωραίο κόλπο το «παγκόσμιο χωριό». Μόνο που οι χωριανοί μετατράπηκαν σε δουλοπάροικους...

Δευτέρα, Μαΐου 13, 2013

Στιλπνό, ατόφιο κακό

Έχει μια άγρια ομορφιά η αφ' υψηλού κριτική των εκατομμυριούχων στα ψίχουλα των απεργούντων. Σαν να κοιτάς το χάος αυτοπροσώπως. Δεν ξέρεις τι να πρωτοθαυμάσεις: την σκοπούμενη βλάβη στον ανήμπορο (στιλπνό, κατάμαυρο, ατόφιο κακό με την προβιά της "δικαιοσύνης"), την παχυλή υποκρισία; Τι απ' όλα; Πάντως, ως πολιτικό γεγονός δημιουργεί εξαιρετικό επαναστατικό ή έστω αποδομητικό υπόστρωμα.

Δευτέρα, Μαΐου 06, 2013

Αληθινή (προσωπική) πασχαλινή ιστορία



21 χρόνια έχουν περάσει από το Πάσχα του 1992, αλλά για να το θυμάμαι ακόμα κάτι παραπάνω από το τίποτα αξίζει το σκηνικό. Άρα, καλό θα είναι να περιγραφεί. Ίσως να αφορά και περισσότερους από έναν (εμένα).
Ανάσταση στο στρατόπεδο όπου εδρεύει το ΚΕΜΧ. Κέντρο Εκπαίδευσης Μηχανικού, στο μαγευτικό Ναύπλιο. Κάπου πιο πέρα βρίσκεται ένα εργοστάσιο παραγωγής πελτέ και κέτσαπ και ελαφρώς μακρύτερα ένας λόφος που ονομάζεται «Άρια» ή «Άρεια». Αν η μνήμη μου δεν με απατά, η απόσταση δεν είναι μεγαλύτερη των 3 ή 4 χιλιομέτρων. Συνήθως καλύπταμε τρέχοντας την απόσταση, υπό τις φρικώδεις «άριες» ή αρές (επισήμως διαταγές και παραγγέλματα) ενός ανθυπολοχαγού, ο οποίος καμάρωνε σε εμάς επειδή είχε αποφοιτήσει πρώτος από την Σχολή Ευελπίδων. Γενικώς τον είχαμε σε μεγάλη υπόληψη επειδή ήταν ακριβοδίκαιος, αυστηρός, εκτελούσε μαζί μας τις ασκήσεις και έδειχνε ορκισμένος πατριώτης. Εξέπεσε του μύθου του όταν τον πετύχαμε ένα απόγευμα, να φοράει πολιτικά και να πίνει πορτοκαλάδα σε καφετέρια του Ναυπλίου και να «καμακώνει» μία νεαρά. Της συστήθηκε ως φοιτητής! Οποία έκπληξις και ξενέρωμα για τους στρατιώτες που κρυφάκουγαν και διαπίστωσαν ότι ο αυστηρός απόγονος του Μιλτιάδου ντρεπόταν για το αξίωμά του.
Τέλος πάντων, η ζωή στο ΚΕΜΧ κυλούσε όπως σε όλα τα στρατόπεδα της χώρας (τουλάχιστον το 1992. Δεν έχω διαχρονική άποψη για τον χακί βίο). Η διαβίωση στον ΕΣ δεν διαφέρει πολύ από την αντίστοιχη στην «ελεύθερη» κοινωνία. Μόνο μια διαφορά έχει: όσα γίνονται εντός στρατοπέδου δεν έχουν το επίχρισμα της «ευγένειας», της κομψότητας, του δήθεν σεβασμού στην ισότητα, που έχει η καθημερινότητα στην πόλη.
Στο Κέντρο Εκπαίδευσης ή στην μονάδα, την αναξιοκρατία, το βύσμα, την αδικία και την περιφρόνηση στον αδύναμο στην τρίβουνε στα μούτρα. Χωρίς περιστροφές. Δεν επικαλούνται προσχήματα. Εκεί βλέπεις το όνομά σου να είναι σβησμένο με μπλάνκο από τους εξοδούχους και να είναι γραμμένο φαρδύ πλατύ στις σκοπιές ή στην αγγαρεία. Δικαιολογία; Καμία! Γιατί; Γιατί έτσι! Ο άλλος, αυτός που θα βγει εξοδούχος αντ’ εσού, είναι συγγενής του διοικητή, κολλητός βουλευτή, ανηψιός υπουργού, κουμπάρος του νομάρχη – κάτι θα βρει να είναι. Τι είσαι εσύ; Τίποτα! Χμμ, όχι ακριβώς τίποτα. Είσαι το 3ο ή 4ο νούμερο στην σκοπιά τάδε. Αυτό είσαι. Ένα εργαλείο που θα εξυπηρετεί την ισχύ του άλλου. Το εθνόσημο το φοράς και εσύ και οι άλλοι για να θυμάσαι πόσες δεκάδες χιλιάδες μικρές και μεγάλες προδοσίες γίνονται στο όνομα της Ελλάδας.
Μην ξεχνιόμαστε, ο λαός είναι το ντεκόρ. Το τοπίο είναι ο «ισχυρός». Όλα για εκείνον πρέπουν – εκτός από τα κοπιώδη, τα επικίνδυνα, τα βαρετά και τα δύσκολα. Ο «ισχυρός» (σ.σ.: σ’ αυτούς περιλαμβάνονται και οι γνωστοί των εχόντων εξουσία) έρχεται όταν τελειώνει το ζόρι για τις απαραίτητες παράτες, τα ταρατατζούμ και τη διανομή των λαφύρων. Αυτό το απέδειξε και η μικρή πασχαλινή περιπέτεια στο ΚΕΜΧ.
Τότε λοιπόν, το Μέγα Σάββατο, όσοι κληρωτοί είχαν δηλώσει πως την επομένη θα τους επισκέπτονταν συγγενείς τους, είχαν μία σπουδαία παροχή. «Λαμπρή» παροχή. Δεν θα είχαν υπηρεσία μετά την 10η νυχτερινή! Και την επομένη, την Κυριακή της Αναστάσεως θα έβγαιναν και βολτούλα στην πόλη με τους συγγενείς. Ορθό αυτό. Να μην δουν σαν λείψανο από την κούραση το σπλάχνο τους και σκιαχτούν.
Μια που υπήρχε μέγα ζόρι τις ημέρες της προετοιμασίας (μόνο τα φύλλα των δέντρων δεν γυαλίσαμε οι… μάχιμοι), υπήρξε η πρόνοια να θεσμοθετηθεί ένα (περίπου) 24ωρο λάσκο στα λουριά. Ωστόσο, έπρεπε να δηλώσεις ποιοι θα έρχονταν και πόσοι – μην τυχόν και πέσει έξω στις μερίδες το Κέντρο. Οι οικείοι των κληρωτών θα συνέτρωγαν με τα φαντάρια, γαρ. Κι αυτό σωστό. Τόσα φράγκα σκάνε στα εξοπλιστικά οι δύσμοιροι. Να κάνουν και καμιά απόσβεση. Έστω το Πάσχα.
Η αφεντομουτσουνάρα μου είχε δηλώσει άτομα δύο. Μήτηρ και αδελφή. Ο πατήρ δεν ήταν διαθέσιμος - ήδη από το 1988. Μόνο σε περίπτωση Αναστάσεως (και των κοινών θνητών) θα ήταν εφικτή η πρόσκλησή του.
Πασιχαρής, κατά τις 10.30 που είχε ολοκληρωθεί ο ημερήσιος κάματος, πήγα να ξαπλάρω. «Τι ωραία. Απόψε δεν έχει ντράβαλα», σκεφτόμουν ο ανίδεος.

Λιάαααααακος!

Πριν αλέκτωρ φωνήσαι δις έσκασε μύτη ανθυπολοχαγός με λίστα και άρχισε να φωνάζει επίθετα.
«Δεν με αφορά τίποτε απόψε», ξανασκέφτηκα.
Πάλι λάθος έκανα. Πάλι ντόρτια ήφερα.
«Λιάαααααακος!» άκουσα.
«Μπα, αποκλείεται να πρόκειται για… χώσιμο. Διευκρινήσεις για τα αυριανά θα θέλουν», υπέθεσα.
«Παρών!»
«Τι παρών; Ετοιμάσου!», διέταξε ο οργίλος ανθυπολοχαγός.
«Να ετοιμαστώ; Σε άσκηση θα πάμε;», ρώτησα.
«Πολλά λες. Ετοιμάσου! Σε 5’ λεπτά στα μαγειρεία!»
«Αγιακαράμπα! Μαγειρεία; Πώς το είπε αυτό; Τι εννοεί; Ποιος θα μαγειρέψει τέτοια ώρα;», έλεγε το βλέμμα (διασταύρωση χάνου και ροφού) που είχα φορέσει ειδικά για την περίσταση.
Έδειχνα κεραυνοβολημένος. Ένας συνάδελφος με είδε, χαμογέλασε πονηρά και ήλθε προς το μέρος μου.
«Εγώ», μου είπε καμαρωτά και έδειχνε με τους αντίχειρές του το στήθος του.
«Τι εσύ; Τι έκανες εσύ;»
«Εγώ έβαλα το όνομά σου στη λίστα».
«Ποια λίστα; Γιατί έβαλες το όνομά μου εκεί; Τι εννοείς;» άρχισα να του φωνάζω.
«Να ρε χαζέ. Σε δήλωσα εθελοντή ψήστη!»
«Ζζζζζμπόινγκ! Ψήστης; Εγώ; Από πού κι ως που; Μόνο τοστ ξέρω να ψήνω. Τι θα ψήσουμε;»
«Τα αρνιά ρε κορόιδο. Ζητούσαν εθελοντές ψήστες για τα αυριανά αρνιά και σε δήλωσα».
«Εθελοντής; Εγώ; Και με δήλωσες εσύ; Μιλάς σοβαρά;»
«Ναι αμέ! Κορόιδο είσαι; Θα πάρουμε τιμητική ρεεεεεε!»
«Ποιος σου είπε ότι θα πάρουμε τιμητική;»
«Κανένας. Έτσι κάνουν πάντα. Το ξέρω από χέρι».
«Από χέρι με έκαψες ρε άθλιε! Θα πάμε τώρα να ψήνουμε αρνιά; Αφού σου είπα δεν ξέρω».
«Ούτε εγώ ξέρω. Σιγά τ’ αυγά ρε ημίμαγκα Πειραιώτη. (σ.σ.: βέρος Αθηναίος, Χατζηφωτίου και βάλε, αυτοσυστηνόταν ο συνάδελφος). Εδώ ο κάθε μπαστουνόβλαχος ξέρει να το κάνει, εμείς θα κολλήσουμε; Επιστήμη είναι να γυρνάς μια σούβλα;»
«Δεν είναι επιστήμη, δεν είναι Τέχνη, αλλά θέλει τεχνική ρε τρόμπα. Απόψε θα την κατακτήσουμε την τεχνική;»
Μόλις άρχισα να αναπτύσσω αντεπιχειρήματα για την απροσπέλαστη τεχνική του σουβλίσματος ακούστηκαν ξανά οι αγριοφωνάρες του ανθυπολοχαγού που είχε αναλάβει την αποστολή να στείλει το «Τάγμα Θανάτου» (των αρνιών) στα μαγειρεία για τα περαιτέρω.
Μου είχε ανέβει το αίμα στο κεφάλι. Είχα δηλωθεί «εθελοντής ψήστης» εν αγνοία μου. Αντί για τιμητική μυριζόμουν «καμπάνα» (διαστάσεων Νοτρ Νταμ). Είχα την εδραία πεποίθηση ότι θα τα κάναμε μαντάρα με τους αμνούς, θα τα τρώγανε με τα αίματα ή καρβουνιασμένα οι επισκέπτες και θα την πληρώναμε εμείς. Οι τάχα μου δήθεν «εθελοντές» καμικάζι της σούβλας.
Ο συνάδελφος ήτο και ολίγον αρχαιόφιλος και άρχισα να του εκτοξεύω όσα αποσπάσματα από καταδέσμους (κατάρες στα αρχαία ελληνικά) μου ερχόντουσαν στο νου. Υπ’ όψιν, αν θέλεις να βρεις τους πιο θανατηφόρους καταδέσμους να ανατρέξεις στην Πέλλα, την Ρόδο και την Θεσσαλία επίδοξε μάγε.
Αν έπιαναν οι αρές μου, έστω και λίγο, θα έπρεπε να είχε πέσει ξερός επί τόπου ο τολμητίας συνάδελφος. Ωστόσο, ανυποχώρητα αισιόδοξος (και εν τέλει αφελής) καθώς ήταν, με έσερνε κι εμένα προς τον αρχικό χώρο διασποράς του μαρτυρίου των αμνών και των εθελοντών. Ξερός δεν έπεσε, παρά μόνον από τα γέλια.
Μαγειρεία, ΚΕΜΧ! Πόσο όμορφος προορισμός για ένα μπριλάντε βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Μας έδειξαν καμιά εικοσαριά σφαχτάρια απλωμένα σ’ έναν μεγάλο πάγκο και στο πάτωμα σε κάτι λερούς μουσαμάδες.


Βλάχικα, Βάρη

Μας έδειξαν μερικά σύρματα, λίγα κορδόνια και σούβλες. Είχαν και πέντε έξι πινέλα δίπλα στα αρνιά κι αναρωτήθηκα αν θα τα περνάγαμε ντουκόχρωμα τα αρνάκια. Για λάδωμα ήταν τα πινέλα. Τύφλα να έχει ο μέσος κουλαντριστής αμυντικών προμηθειών, δηλαδή.
«Δέστε τα!» φώναξε ένας μονίμως στραβωμένος υπαξιωματικός. Αυτός ειδικά δεν με πήγαινε με τίποτα. Είχα καταλάβει ο σαδιστής ότι τον ενοχλούσε ο μικρός βαθμός του και πριν τον προσφωνήσω, πάντοτε έβαζα μια μικρή παύση ανάμεσα στο «κύριε» και το «αρχί ή επί-λοχία».
«Μάλιστα κύριε….. επιλοχία» έλεγα με ένα σχεδόν ανεπαίσθητο υπομειδίαμα και φουρκιζόταν ο αχρείος. Η παύση πριν τον βαθμό τόνιζε τον βαθμό (ή ορθότερα την έλλειψη ανωτέρου βαθμού). Ας μην έβαζε τις βρωμοχερούκλες του στα ταψιά με το φαγητό των φαντάρων για να τσιμπολογά κι εγώ δεν θα τον πείραζα. Τέλος πάντων, περασμένα και κάπως ξεχασμένα όλα αυτά.
Οδηγίες δεν μας έδωσαν. Λες και απευθύνονταν σε βετεράνους από τις ψησταριές στα Βλάχικα. Το μόνο που μας είπαν ήταν ότι «πολλά σύρματα και σκοινιά εφεδρικά δεν έχει. Κανονίστε να τα δέσετε σωστά και να τα ψήσετε καλά, αλλιώς το Ναύπλιο δεν θα το ξαναδείτε. Θα πήξετε στην υπηρεσία και την φυλακή αν κάτι δεν πάει καλά».
Νάτα μας! Το Μηχανικό, υπό κανονικές συνθήκες δεν ασχολείται με την μαγειρική. Γεφυροποιία θέλεις; Έχει. Πλωτά; Πάλι έχει. Μπας γουστάρεις ναρκοπέδια; Τίγκα είναι. Εκρήξεις; Διαθέτει και από αυτές. Μάστερ Σεφ δεν έχει το μενού του Όπλου μας, αλλά ένεκα του μπαγλαμά του συναδέλφου έπρεπε να αναδειχθούμε σε μεγάλους ψήστες σε χρόνο μηδέν και δίχως πολλά ανταλλακτικά (σχοινιά, σύρματα κ.λπ). Φυσικά, δεν έπρεπε καν να περάσει από το μυαλό σου η υπόθεση «κι αν κάψω κάνα αρνί; Αν λαμπαδιάσει;»
Αν τρώγαμε τέτοιο σφόλι, μάλλον ακόμα θα υπηρετούσαμε…
Αν και σε κατάσταση (ελεγχόμενου) πανικού ευρισκόμενοι, κατορθώσαμε άρον-άρον να τα δέσουμε τα σφαχτά και να τα βισματώσουμε στις σούβλες. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι δεν προέβαλαν αντίσταση τα νεκρά ζώα. Το θέαμα αστείο και οικτρό. Εικοσιτόσοι νέωπες με εικοσιτόσες σούβλες επ’ ώμου.
Η θράκα δεν είχε ανάψει την ώρα που γινόταν η απόθεση των αρνιών. Πολλά κάρβουνα απλωμένα, σε σχετικά ακανόνιστη διάταξη, εγγύς των βάσεων των ψησταριών.
«Χμμμ, μάλιστα. Για να δούμε τώρα πώς θα ανάψουν όλα αυτά, πότε θα βάλουμε τα κρέατα πάνω να γυρνάνε, πότε θα ψηθούν», σκεφτόμουν σχεδόν φωναχτά. Είχα κι άλλες πολλές απορίες – και έπρεπε σε όλες να απαντήσω όχι ακριβώς εγώ αλλά η τεχνική που θα αποκτούσα εκείνο το βράδυ!
Ταχύρυθμο μάθημα ψήστου υπό την απειλή της στερήσεως εξόδου; Κρατήσεως; Φυλάκισης; Ψόγου; Δεν ήθελα να μάθω.
Με τα πολλά, ένας υπάξ (υπαξιωματικός μπρε Ταρνανά, που θα ‘λεγε κι η Λωξάντρα), εκ Τρικάλων αν ενθυμούμαι καλώς, μας ενεχείρισε ένα μικρό μπιτονάκι πετρέλαιο και δυο-τρία μπουκαλάκια οινόπνευμα. Αναπτήρες είχαμε δικούς μας και για προσάναμμα χρησίμευσαν περιοδικά και εφημερίδες (αθλητικές, αν θυμάμαι καλά). Ξεδιάλεξα σελίδες που αφορούσαν στον ΠΑΟ (στις αθλητικές εφημερίδες) και σε συνεντεύξεις πασοκόμουτρων (στα περιοδικά) και τις πυρπόλησα πρώτες. Ομολογουμένως ήταν απολαυστική η στιγμή. Μπουρλότο! Η μοναδική απολαυστική στιγμή στο αχάριστο νυχτέρι.

Θεία Κωμωδία

Με το που φούντωσε αυτή η επιμήκης λωρίδα κάρβουνου, θυμήθηκα τη Θεία Κωμωδία. Κανονική δαντική κόλαση το σκηνικό. Εικοσιτόσοι ιεροφάντες με ομοιόμορφες φαιοπράσινες στολές ενώπιον της αιωνίου πυράς που καψάλιζε τα πρόσωπά τους. Οι αυξομειούμενες σκιές έπαιζαν με τα χαρακτηριστικά των τελεστόρων του ψηστικού δράματος, προσδίδοντάς τους άλλοτε σχήματα δαιμονικά, σαρδόνια κι άλλοτε θυμάτων, μάγων, Ναϊτών που περίμεναν την σειρά τους να παραδοθούν στις φλόγες της Ιεράς Εξετάσεως. Ο Ζακ ντε Μολέ στο Ναύπλιο… Κλαυθμός, οδυρμός και βρυγμός οδόντων. Ααααα, και κάτι άλλο: μετά τον κλαυθμό, τον οδυρμό και τον βρυγμό οδόντων ήλθε το σκλήρισμα του μετάλλου πάνω στο μέταλλο!
Μόλις κατάκατσε λίγο η αρχική πυρκαγιά και ανεφάνη η λάβα από τα πυρωμένα κάρβουνα, τοποθετήθηκαν οι σούβλες κι άρχισαν να γυρνούν. Αυτό παρήγαγε θόρυβο που δεν μπορούν να παράξουν μύριες μυριάδες λεγεώνων δαιμόνων, οι οποίοι έχουν γίνει κουρούμπελο από το μεθύσι και τραγουδούν Mayhmen, Prince, Bolt Thrower, Vanilla Ice, Emperor, Eminem και Burzum. Τέτοιο σκλήρισμα δεν είχα ξανακούσει στη ζωή μου, παρόλο που ήδη είχα συμπληρώσει χιλιάδες ένσημα στις πιο εξωτικές και ακραίες εκφάνσεις του metal – καλή του ώρα.
Πανζουρλισμός θορύβου, κάψα ασυγκράτητη, κόπωση, άγχος, θητεία, ύπνος σε έλλειψη. Το μάγμα της ατόφιας σάχλας είχε καρβουνιάσει τις ελπίδες για μια άνετη βραδιά. Οι μόνοι που δεν νοιάζονταν για το τι θα απογινόμασταν εμείς ήταν οι αξιωματικοί και τα αρνιά.
Εκείνες τις δύσκολες στιγμές (δύσκολες όχι για όλους, αλλά για ημίμαγκες όπως ο ειλικρινής υμέτερος) είχα μια από τις ελάχιστες φαεινές και πρακτικές ιδέες του βίου μου. Ένιωσα τουλάχιστον Αϊνστάιν, Ευπαλίνος, φον Μπράουν, Αρχιμήδης όταν την εξέφρασα και την υλοποίησα: «Βρε παιδιά, γιατί να μην λαδώσουμε τις ρημάδες τις σούβλες; Θα κάνουν λιγότερο θόρυβο και θα γυρνούν ευκολότερα», είπα με στόμφο και φωνή πρώτου σε Χορό αρχαίας τραγωδίας.
Συμφώνησαν άπαντες. Λάδι μηχανής ήθελε; Μπορεί. Ίσως και όχι. Ό,τι κι αν ήθελαν οι σούβλες για να βγάλουν τον σκασμό, εμείς τις πασαλείψαμε με σπορέλαιο που ευρέθη εν αφθονία στα μαγειρεία.
Σίγησε αρκετά το «γκιν γκιν γκιν, σκριτς, ιτσν» που ακουγόταν από την συναυλία των Μηχανικάριων ψηστών. Εδέχθην συγχαρητήρια απ’ όλους για το εύρημα. Ένιωσα καταπληκτικά. Ύστερα απλά πληκτικά. Έως αφόρητα. Ο καπνός και η ζέστη έρχονταν απρόσκλητα στα μούτρα μας διότι ο άνεμος μας είχε βάλει στο μάτι και έσπρωχνε τα ανεπιθύμητα παράγωγα της δραστηριότητάς μας προς εμάς. Δεν φύσαγε ο αυνάνας ο Αίολος από την άλλη μεριά. Όοοοοοχι φίλε. Μας έφτυνε με καπνό και φωτιά. Αδιάκοπα. Αμέτι μουχαμέτι το είχε βάλει να μας μπουκώσει με αηδία!
Κάνα ημίωρο αργότερα είχα κι άλλη φαεινή ιδέα. Να βρέξω το τζόκεϊ με νερό και να γυρνάω τη ρημαδοσούβλα με αυτό κολλημένο στα μούτρα μου. Χρησίμευε σαν αντικαπνικό φίλτρο και ανασχετικό της φλογός συνάμα. Κι αυτό το κόλπο έπιασε.
Ύστερα, το γκρόσο κόλπο. Ψήστης που το παίζει θεά Κάλι, αλλά με δύο χέρια, όχι με οκτώ. Ήτοι: Γυρνάω δύο σούβλες, αφού διευθετώ τις βάσεις και το κάθισμά μου. Μία με το δεξί και μία με το αριστερό. Αυτός που δεν γυρνάει σούβλα πάει και ρίχνει στα κλεφτά υπνάκο μίας ώρας. Κατόπιν η σειρά μου να κοιμηθώ. Αυτό δεν το ακολούθησαν όλοι. Ωστόσο, με την σκάτζα βάρδια η νύχτα βγήκε ευκολότερα – αν και γύρω στην 10η πρωινή τα πνευμόνια των στρατευμένων ψηστών θύμιζαν ανθρακωρύχο Βελγίου. Τίγκα στα μικροσωματίδια.
Μόλις ολοκληρώθηκε η πρωινή αναφορά και ημείς οι Μάστερ Σεφ είχαμε τερματίσει –για προφανείς λόγους- την ημιπαράνομη σκάτζα βάρδια, πέρασε μια βόλτα κι ο Δίκας (σ.σ.: Διοικητής) για να δει την πορεία της ψητής γκουρμεδιάς.
«Μπράβο παιδιά», είπε, προσπερνώντας μας με βιάση, αναζωπυρώνοντας τις περί «τιμητικής αδείας» ελπίδες του αρχαιόφιλου, γκάγκαρου Αθηναίου συναδέλφου μου, ο οποίος με έβαλε σε μια από τις πολλές ατελέσφορες περιπέτειες του βίου μου.
Με το «μπράβο» του κυρίου Διοικητού, οι γυροβολιές στις σούβλες έγιναν ταχύτερες, βιαιότερες, ανυπόμονες. Σαν ερωτική πράξη στον κολοφώνα της, λίγο πριν την εκτόνωση της ζωοφόρου ορμής.
Ενθουσιασμός κι ελπίδα στο φαιοπράσινο πλήθος. Με τα πολλά τα γύρω γύρω, πέρασε κι ένας ημιπαράφρων ανθυπολοχαγός (ο οποίος μιλούσε πριμάτα και υστερικά σαν τον Ζεντ στη Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή) που δοκίμασε τις πέτσες για να διαπιστώσει αν είχαν ψηθεί καλώς και… (εδώ γελάστε άφοβα) «προβλεπόμενα!».


Δισκοπότηρο

Οι λέξεις «προβλέπεται, προβλεπόμενο, προβλεπόμενα» και λοιπές παράγωγες είναι μερικά από τα γκράαλ (σ.σ.: ιερά δισκοπότηρα) του Ελληνικού Στρατού. Τις βρίσκεις μπροστά σου ακόμα κι αν δεν είσαι ο Πάρσιφαλ ή ο Γκάλαχαντ.
Πάμε τώρα στο γκραν φινάλε φίλε αναγνώστη. Μετά από τόσες λέξεις σίγουρα θα έχεις χωνέψει το αρνί που χλαπάκιασες τις άγιες ώρες της κρεοφαγούσας Στανισοκατάνυξης. Σχώρα μου την φλυαρία αλλά δεν μπορώ να πράξω αλλιώς. Γυρεύω ακόμα, εν έτει 2013, εν τίνι μέτρω, έναν λεκτικό –έστω- γδικιωμό. Είθισται να εκδικούμαι με λέξεις, που έχουν το μαύρο χούι να είναι αληθινές. Η αλήθεια εστί ανεπιθύμητη παρέα για όλα τα έμβια όντα σαν εμένα, εσένα, τον άλλον, τον παράλλον και όλους όσοι λένε ότι λατρεύουν τον Χριστό αλλά ενδέχεται να ψήφιζαν κι εκείνοι υπέρ της Σταύρωσής του (πνεύμα πρόθυμο, σαρξ αδύναμη, που να τα βάζεις τώρα με την κυβέρνηση και λοιπές αηδίες).
Για να μην σε ζαλίζω, λοιπόν, περαιτέρω φίλε αναγνώστη/αναγνώστρια θα σου πω ότι, όλως περιέργως, τα αρνιά ψήθηκαν ΚΑ-ΤΑ-ΠΛΗ-ΚΤΙ-ΚΑ! Λες και είχε επιμεληθεί της βασανιστικής περιστροφής τους πάνω από την θράκα η ελίτ των απανταχού ψητοπωλών. Σαν από θαύμα κανένα δεν ξεπέτσιασε, κανένα δεν καρβούνιασε, κανένα δεν έβγαζε αίματα πάνω στο πιάτο. Οι εικοσικάτι ψήστες εξετέλεσαν την αποστολή τους σαν μουσικοί υπό την διεύθυνση του Κάραγιαν σε ανέβασμα του μοτσαρτικού Ρέκβιεμ. Άπαντα τέλεια! Παρά την χόρταση λόγω της κάπνας δοκίμασα από διάφορα ψητά και διαπίστωσα ότι κάτι μαγικό είχε συμβεί. Τέτοια αρμονία γεύσης ήταν πρωτόγνωρη, ακόμα και για τα ημέτερα γευστικά κριτήρια. Δεν ξέρω να μαγειρεύω μεν αλλά να τρώω μια χαρά το κατέχω, φίλτατε επισκέπτη του ιστολογίου.
Και ύστερα δεν ήλθαν οι μέλισσες αλλά οι επισκέπται. Πρώτα οι δικοί μας. Ενδιαφέρουσα εμπειρία. Η μάνα μου και η αδελφή μου δεν μου το εξέφρασαν ανοιχτά αλλά το βλέμμα τους έλεγε τα κάτωθι: «Βρε το ταλαίπωρο το παλικάρι. Απόβαση στη Νορμανδία, μακελειό στο Μανιάκι, έπαρση σημαίας στο Ίβο Τζίμα, παιχνίδι με τον θάνατο στο Ματζικέρτ. Ήρωας!».
Η αλήθεια ήταν σκάλες χαμηλότερη από την συγγενική ανάγνωση της πραγματικότητας. Ουδέποτε ήμουν ήρωας. Μακάρι να ήμουν. Ένας απλός «πηγμένος» που μπλέχτηκε σε κάτι αχάριστο διατέλεσα. Αυτό μόνο. Τίποτε άλλο. Καλά θα ήταν να είχαμε προσθέσει μερικές επικές μάχες στο παλμαρέ των ανδραγαθιών μας αλλά δεν μας έκατσε η μπίλια. Ευτυχώς, διότι δεν αποκλείεται να τα είχαμε κάνει μούτι στην κρίσιμη αναμέτρηση.



Βαψομαλλιάδες

Τες πα (σ.σ.: τέλος πάντων) αυτό είχε το μενού. Αρνί και φαιοπράσινους ταλαίπωρους. Σκάσανε μύτη και μπόλικοι βαψομαλλιάδες «επίσημοι». Χαμογελαστοί, άλλοι με τις οικογένειες, άλλοι με μινιφορούσες γραμματείες και όλοι με την αυτοπεποίθηση του ανυποχώρητου βλακός. Του νικηφόρου ανόητου. Του κερδοφόρου τίποτα στον οποίον αξίζει η υπόκλιση, το σέβας. Σημειωτέον, «επίσημος» στη νεοελλαδίτικη διάλεκτο είναι ο ανυπόστατος λαμογιώτατος φάβας που κλέβει για να ζει και αρπάζει για να έχει. Πρώτα τον ψηφίζουμε για να μας καταστρέφει κι έπειτα για να μας σώζει από την καταστροφή. Ακούσιο εκλογικό χιούμορ λέγεται η συνήθεια τούτη. Ήρθανε μετά και νομαρχαίοι και βουλευταί και δικασταί και άλλοι τέτοιοι. Πόση αηδία μου προκαλούσαν και μου προκαλούν… Ίσα με τις μπάμιες, τον πατσά και την πολιτική «ορθότητα» που καμώνεται ότι δεν υπάρχει το βασικό εργαλείο της ανθρώπινης φύσης: η διάκριση! Ο κοντός και ο ψηλός. Ο όμορφος και ο άσχημος. Ο καπάτσος και ο αδέξιος. Η ξανθιά και η μελαχρινή. Πόση απέχθεια οι…. αμφίσημοι επίσημοι. Να σηκωθούν τα αρνιά να φύγουν τρέχοντας με τις σούβλες ολούθε στα κορμιά τους, φίλε και φίλη. Και με τις βίδες πάνω τους σαν τον Φρανκενστάιν. Μπλιαχ, ο κατιμάς της ανθρώπινης φύσης ήλθε για να «τιμήσει» τα στρατευμένα νιάτα.
Φάτσες, μα τι φάτσες!
Σκάσανε μύτη αυτοί και τα συγγενολόγια των κρεάτων για τα κανόνια τα παραμέρισαν οι πολυάστεροι «αξιωματικοί». «Καθίστε εκεί!», είπε ένας λοχαγός στους δικούς μας, λες και διέταζε ψάρακες. Καθίσανε. Τι να σου κάμουν; Σέβας στο αξίωμα, στην στολή.

Φουρνιστά ίχνη αρνιού

Και η ώρα του φαγητού έφτανε με βήμα ταχύ. Ταχύ είπαμε, όχι ταχίνι. Ταχίνι τέλος. Φινίτο η νηστεία. Τώρα έρχονται τα αρνιά. «Τουλάχιστον τα ψήσαμε καλά», σχολίασα νοερώς ο τλήμων.
Και τι φέρανε να φάμε εμείς οι αναλώσιμοι; Με τι ταΐσανε τα κωλοφάνταρα και τα σόγια τους; Χαχαχα. Το καλύτερο είναι εδώ, και το ντεσού της ημέρας: με ίχνη αρνιού στο φούρνο!
Προσοχή: τα σουβλιστά, τα έφαγαν οι επίσημοι. Τα φουρνιστά (ίχνη αμνού σε στρώμα από παγωμένα λίπη plus ελάχιστες πατάτες) οι κληρωτοί και οι οικογένειές τους! Πάρτα κορόιδο! Ό,τι προσπάθησες επί μία νύχτα αξημέρωτη προοριζόταν για το ελληνικό πρόβλημα, τους επισήμους!
Μάλιστα, αυτοί οι ανεκδιήγητοι αφενός έμαθαν ότι τους επιφυλάχθηκε ειδική, σκανδαλώδης μεταχείριση και αφετέρου εξέφρασαν ικανοποίηση επειδή συνέβη! Ούτε ένας δεν βρέθηκε με τσίπα (έστω καψαλισμένη σαν του αρνιού στη σούβλα) για να πει «θα φάμε ό,τι τρώνε όλοι». Ούτε ένας! Κάποια περιστατικά σαν αυτά του Αλεξάνδρου με το νερό στην έρημο της Γεδρωσίας πρέπει να θεωρούνται ως… ακρότητες μιας «λαϊκιστικής» εξουσίας. Αν δεν το ξέρετε το ιστορικό συμβάν, υπάρχει και το Google ή ο Αρριανός… Διδακτικό είναι για τα ελληνικά πάθη.
Κάθισαν μάλιστα σε ειδικό τραπέζι μαζί με τον διοικητή και τους αξιωματικούς ενώ ο ψωριάρης λαός σαβούριαζε τον παγωμένο (από την προηγούμενη ημέρα, έμαθα) κατιμά!
Αυτή ήταν η αξιολογική κλίμακα του στρατεύματος. Αυτό ήταν το πρώτο crash course στην πραγματική ζωή που έλαβα από την Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία του Μητσοτάκη (κυβέρνηση τότε) και των σεσημασμένων ανάξιων που διευθύνονταν από την αραχνιασμένη μπαγκέτα του υπερήλικα παρακμιακού. «Εξ όνυχος τον λέοντα», έλεγαν οι αρχαίοι. Κι εγώ είδα τον όνυχα, κι ακόμα περιμένω τον λέοντα – αν και εδώ και χρόνια υποπτεύομαι ποιος είναι. Ακόμα υπάρχει ελπίδα…
Στα επόμενα θα σου πω περισσότερα, ω υπομονετικέ αναγνώστη και ακάματη αναγνώστρια. Θα σου πω και γιατί υπηρέτησα και ποιο –κατά την γνώμη μου- είναι το έθνος των Ελλήνων για το οποίο θα έβαζα το κεφάλι μου στον τορβά…

ΥΓ: Φυσικά, ουδεμία «τιμητική» άδεια ελήφθη ένεκα της πυρακτωμένης «εθελοντικής» αγγαρείας. Είναι ευτύχημα που δεν καμπανιαστήκαμε…