Ὅποιος παλεύει μὲ τέρατα, πρέπει νὰ προσέξει νὰ μὴ γίνει τέρας. Κι ὅταν κοιτᾶς πολλὴ ὥρα μέσα σὲ μία ἄβυσσο, κοιτάει καὶ ἡ ἄβυσσος μέσα σὲ σένα». Φρειδερίκου Νίτσε, «Πέρα ἀπὸ τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Πρελούδιο σὲ μία φιλοσοφία τοῦ μέλλοντος», σελ. 75, ἐκδόσεις Νησῖδες.
Ἡ σκέψη τοῦ Νίτσε σὲ αὐτὸν τὸν ἀφορισμὸ στηρίζεται στὴν ἀνθρώπινη ἐμπειρία ἀλλὰ καὶ στὸν φυσικὸ νόμο: μὲ ὅ,τι συντονιζόμαστε σὲ αὐτὸ τείνουμε νὰ ὁμοιάσουμε, αὐτὸ μᾶς καθορίζει. Ἡ ἐνασχόληση μὲ τὰ τέρατα, προφανῶς, σμιλεύει τὸν ἐσωτερικὸ καὶ ἐξωτερικὸ κόσμο μᾶς κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωση τῶν τεράτων.
Ὑπάρχει καὶ ἡ ἄβυσσος. Πάντοτε ἀνταποδίδει τὸ βλέμμα ποὺ τῆς ρίχνουμε. Εἶναι ἕνα ἄπειρο πεδίο ποὺ ἀπορροφᾶ πάσα ἐκλυόμενη ἐνέργεια ποὺ κατευθύνεται πρὸς αὐτὸ καὶ τὴν ἐπιστρέφει ἰσόποση, ἀλλὰ μὲ ἀντεστραμμένη πολικότητα. Τῆς δίνεις θετικό, σοῦ τὸ ἐπιστρέφει ἀρνητικό.
Ἡ ἄβυσσος εἶναι τὸ κατοπτρικὸ εἴδωλο τῶν δυνατοτήτων καὶ τῶν ἀδυναμιῶν μας. Των ἀρετῶν καὶ τῶν πτώσεὼν μας. Της χαμέρπειας καὶ τῶν ὑπερβάσεὼν μας. Τα ἐργαλεῖα τῆς ἀβύσσου οὐδέποτε σταματοῦν νὰ παράγονται καὶ νὰ ἐξελίσσονται. Στις ἡμέρες μας ἔχουν πολλαπλασιαστεῖ καὶ ἰσχυροποιηθεῖ. Ἡ ἐμβέλειὰ τους ἔχει ξεπεράσει κάθε προσδοκώμενο ὅριο καὶ σύνορο.
Ὡστόσο, ἡ κεντρικὴ τους στόχευση εἶναι ἡ ἴδια: ἡ ἀποξήρανση τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ χρόνο, ἰσχὺ καὶ ψυχικὸ δυναμικό. Ἐργαλεῖο τῆς ἀβύσσου, γιὰ παράδειγμα, εἶναι ἡ τηλεόραση, ποὺ μαγνητίζει τὰ μάτια, ποὺ πολιορκεῖ τὶς συνειδήσεις τῶν ἀποχαυνωμένων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔριξαν ἐθελουσίως τὶς πύλες τῶν συνειδήσεὼν τους ἀνοίγοντας τὰ μάτια καὶ κοιτάζοντας μὲ τὶς ὧρες προγράμματα πού… αποπρογραμματίζουν τὸν λογισμὸ ἀπὸ καθετὶ ὑψηλό, ἀληθὲς καὶ δημιουργικό. Οἱ ψηφιακὲς χωματερὲς τῆς τηλεόρασης μολύνουν τὴ νοόσφαιρα μὲ ψέματα, κλισέ, κοάσματα ὑπεράσπισης χυδαίων συμφερόντων καὶ ρουφοῦν ἀδιάκοπα χρόνο καὶ οὐσία ἀπὸ τὰ ἀποκαμωμένα θύματὰ τους. Τελειώνει ὁ βίος καὶ ὁ θνητὸς διαπιστώνει ὅτι τὸ μόνο ἀποτύπωμα ποὺ ἄφησὲ στὸν κτιστὸ κόσμο ἦταν τὸ ἀνάγλυφὸ του, ἕνα θλιβερὸ βαθούλωμα πάνω στὸν