Αἰὼν παῖς ἐστὶ παίζων, πεσσεύων
Ἡράκλειτος*
Ὁ Χρόνος εἶναι ἕνα παιδί, ποὺ παίζει ζάρια. Ἡ ἡρακλείτειος φράση
συμπυκνώνει τὸ τραγικὸ μεγαλεῖο τοῦ εἴδους μας. Στο αἰώνιο παιχνίδι τοῦ
παράξενου παιδιοῦ, ποὺ δὲν ξέρουμε κἂν ἂν ἔχει γεννηθεῖ καὶ… πότε, ἐμεῖς
εἴμαστε οἱ ἀντίπαλοὶ του. Τὸ παιδικὸ παιχνίδι ἔχει ἔπαθλο ἐμᾶς! Τὸ παράδοξο τοῦ
πράγματος εἶναι πὼς ὅσο καλὰ κι ἂν παίξουμε, ὅσες ἰσχυρὲς κι ἐπιδέξιες
ἀντιστάσεις κι ἂν προβάλλουμε, τὸ πεπρωμένο μας εἶναι νὰ ἡττηθοῦμε. Κι ὅμως,
ἔτσι ὅπως ὁρίστηκε ὁ κανόνας τοῦ στημένου ἀγῶνα, δὲν μᾶς ἀφήνει ἄλλη ἐπιλογὴ
ἀπὸ τὴν συμμετοχή. Παίζουμε τὰ ρέστα μας γνωρίζοντας τὸ πικρὸ φινάλε.
Τὸ νόμισμα ποὺ λαμβάνουμε εἰσερχόμενοι στὸ παιχνίδι ἔχει στὴν μία ὄψη τοῦ τὸ σῶμα μας καὶ στὴν ἄλλη ἕνα κλάσμα τοῦ ἀπέραντου χρόνου. Ἔχουμε σῶμα καὶ χρόνο στὴ διάθεσή μας. Ἄλλη περιουσία δὲν δίδεται μὲ τὴν εἴσοδὸ μας στὴν σκηνή. Καὶ τὰ δύο θὰ ἀφήσουμε πίσω μας φεύγοντας γιὰ μεταβοῦμε σὲ ἕνα χωροχρονικὸ στίγμα, ποὺ μόνο νὰ ὑποθέσουμε μποροῦμε ἀλλὰ στὴν οὐσία ἀγνοοῦμε.
Δὲν ἔχουμε ἰδέα ποὺ πᾶμε καὶ δὲν εἶναι ἀπίθανο νὰ...