Το εκσυγχρονισμένο λειτούργημα της ενημέρωσης του κοινού, πάνω απ’ όλα, στοχεύει στο δίκαιο: εκείνο του ισχυρότερου.
Δεν είναι η πρώτη φορά που από εδώ γίνεται χρήση του όρου «δημοσιογράφος τζουκ-μποξ». Δυστυχώς, όλα δείχνουν ότι δεν θα είναι και η τελευταία. Ο κλάδος των δημοσιογράφων που λειτουργούν όπως τα (αποσυρμένα πλέον) ευμεγέθη κυτία με τα 45άρια βινύλια ολοένα και διευρύνει την επιρροή του στα ελληνικά πράγματα και αυτό είναι πολύ καλό για τους ίδιους. Όχι για άλλους. Ο δημοσιογράφος τζουκ-μποξ δεν είναι σημείο των καιρών μας αλλά παλιό όσο το είδος μας. Είναι μοντέλο επαγγελματία που αντέχει στον χρόνο διότι διέπεται από απλότητα. Δεν έχει ανησυχίες, ενδοιασμούς, ηθικούς φραγμούς, εθνικά προτάγματα κι άλλα τέτοια αόρατα και συχνά επιβλαβή για την
τσέπη και την υγεία. Λεφτά γυρεύει. Μόνο. Άντε και κάνα χειροκρότημα, κάνα μπιζάρισμα κοινού και «μπράβο καλά τα λέτε». Αλλά, επιζητεί τα χρήματα, τα ποθεί, τα γουστάρει όπως ο καρχαρίας τις ψαρούκλες. Κι ο καρχαρίας είναι μια απλή κατασκευή με μονοθεματική ατζέντα: το φαΐ. Γι’ αυτό το είδος του κυκλοφορεί στις θάλασσες από την Ορδοβίκια Περίοδο (πριν από περίπου 450-480 εκατομμύρια χρόνια). Με την απλότητα στον σχεδιασμό και την κατασκευή έκανε καριέρα ο καρχαρίας. Πεινάει; Τρώει. Δεν πεινάει; Πάλι τρώει επειδή θα πεινάσει.
Τάμπα Τούμπα
Κι ο «δημοσιογράφος τζουκ-μποξ» είναι εξίσου απλός. Του δίνουν χρήματα; Παίρνει κι ύστερα «ενημερώνει». Δεν του δίνουν; Ζητάει, δεν παίρνει και «ενημερώνει» κόντρα στα συμφέροντα εκείνου που ΔΕΝ δίνει. Μόλις του δώσουν θα «ενημερώσει» σύμφωνα με τα συμφέροντα εκείνου που ενέδωσε και έδωσε. Ρίχνεις κέρμα κι ακούς είδηση φίλε καταναλωτή απόψεων που δεν είναι δικές σου. Όπως παλιά στα κλαμπ έριχνες δεκάρικο κι άκουγες Έλβις. Μετά έριχνες ακόμα ένα και το κουτί σου έπαιζε Τομ Τζόουνς κι ύστερα Λεντ Ζέππελιν. Και Μενιδιάτη άμα λάχει, το «Τάμπα Τούμπα» ή το «Τεφαρίκι». Και Παπαλάμπραινα και Χριστουγεννιάτικα τραγούδια.
Είπαμε, τα κυτία συλλογής κερμάτων και αναπαραγωγής ήχων (κατά παραγγελίαν) δεν έχουν προτιμήσεις. Μόνο ανάγκες. Γι’ αυτό όσοι καταναλώνουν ιδέες, ειδήσεις, θεωρίες και αναλύσεις πρέπει να μην αιφνιδιάζονται αν κάποιος «δημοσιογράφος τζουκ-μποξ» αλλάξει γνώμη, δηλαδή κάνει κωλοτούμπα. Δεν αλλάζουν γνώμη αυτοί που δεν έχουν. Ενίοτε αλλάζουν αφεντικό, χορηγό, χρηματοδότη. Το κοινό τους παραμένει το ίδιο και από καιρού εις καιρόν απορεί για τις μεταστροφές των δημοσιολογούντων.
Δεν είναι η πρώτη φορά που από εδώ γίνεται χρήση του όρου «δημοσιογράφος τζουκ-μποξ». Δυστυχώς, όλα δείχνουν ότι δεν θα είναι και η τελευταία. Ο κλάδος των δημοσιογράφων που λειτουργούν όπως τα (αποσυρμένα πλέον) ευμεγέθη κυτία με τα 45άρια βινύλια ολοένα και διευρύνει την επιρροή του στα ελληνικά πράγματα και αυτό είναι πολύ καλό για τους ίδιους. Όχι για άλλους. Ο δημοσιογράφος τζουκ-μποξ δεν είναι σημείο των καιρών μας αλλά παλιό όσο το είδος μας. Είναι μοντέλο επαγγελματία που αντέχει στον χρόνο διότι διέπεται από απλότητα. Δεν έχει ανησυχίες, ενδοιασμούς, ηθικούς φραγμούς, εθνικά προτάγματα κι άλλα τέτοια αόρατα και συχνά επιβλαβή για την
τσέπη και την υγεία. Λεφτά γυρεύει. Μόνο. Άντε και κάνα χειροκρότημα, κάνα μπιζάρισμα κοινού και «μπράβο καλά τα λέτε». Αλλά, επιζητεί τα χρήματα, τα ποθεί, τα γουστάρει όπως ο καρχαρίας τις ψαρούκλες. Κι ο καρχαρίας είναι μια απλή κατασκευή με μονοθεματική ατζέντα: το φαΐ. Γι’ αυτό το είδος του κυκλοφορεί στις θάλασσες από την Ορδοβίκια Περίοδο (πριν από περίπου 450-480 εκατομμύρια χρόνια). Με την απλότητα στον σχεδιασμό και την κατασκευή έκανε καριέρα ο καρχαρίας. Πεινάει; Τρώει. Δεν πεινάει; Πάλι τρώει επειδή θα πεινάσει.
Τάμπα Τούμπα
Κι ο «δημοσιογράφος τζουκ-μποξ» είναι εξίσου απλός. Του δίνουν χρήματα; Παίρνει κι ύστερα «ενημερώνει». Δεν του δίνουν; Ζητάει, δεν παίρνει και «ενημερώνει» κόντρα στα συμφέροντα εκείνου που ΔΕΝ δίνει. Μόλις του δώσουν θα «ενημερώσει» σύμφωνα με τα συμφέροντα εκείνου που ενέδωσε και έδωσε. Ρίχνεις κέρμα κι ακούς είδηση φίλε καταναλωτή απόψεων που δεν είναι δικές σου. Όπως παλιά στα κλαμπ έριχνες δεκάρικο κι άκουγες Έλβις. Μετά έριχνες ακόμα ένα και το κουτί σου έπαιζε Τομ Τζόουνς κι ύστερα Λεντ Ζέππελιν. Και Μενιδιάτη άμα λάχει, το «Τάμπα Τούμπα» ή το «Τεφαρίκι». Και Παπαλάμπραινα και Χριστουγεννιάτικα τραγούδια.
Είπαμε, τα κυτία συλλογής κερμάτων και αναπαραγωγής ήχων (κατά παραγγελίαν) δεν έχουν προτιμήσεις. Μόνο ανάγκες. Γι’ αυτό όσοι καταναλώνουν ιδέες, ειδήσεις, θεωρίες και αναλύσεις πρέπει να μην αιφνιδιάζονται αν κάποιος «δημοσιογράφος τζουκ-μποξ» αλλάξει γνώμη, δηλαδή κάνει κωλοτούμπα. Δεν αλλάζουν γνώμη αυτοί που δεν έχουν. Ενίοτε αλλάζουν αφεντικό, χορηγό, χρηματοδότη. Το κοινό τους παραμένει το ίδιο και από καιρού εις καιρόν απορεί για τις μεταστροφές των δημοσιολογούντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου