Τρίτη, Νοεμβρίου 04, 2014

Βόλτες στα μονοπάτια του πολέμου

<<<--Ο συγγραφέας, αμούστακο παιδί, φωτογραφίζεται στην Αλεξάνδρεια λίγο πριν τη μάχη του Ελ Αλαμέιν.


«Η ζωή στην Αθήνα υπό ξένη κατοχή δεν ήταν καθόλου αυτή που ταιριάζει σε ένα νέο της δικής μου τότε ηλικίας, νοοτροπίας και συνηθειών, και μάλιστα με ένα χαρακτήρα απείθαρχο και αντιδραστικό. Η ζωή στην Αθήνα είχε νεκρωθεί. Νυκτερινά κέντρα και μπαρ κλειστά, μόνον μερικά βαρετά θέατρα με απογευματινές παραστάσεις λόγω απαγόρευσης νυχτερινής κυκλοφορίας και υπό αυστηρά λογοκρισία των κειμένων τους, και μερικά σινεμά με άχαρες Γερμανικές ταινίες να παίζουν για μερικούς θεατές και εγώ... σπίτι μου λόγω, όπως είπα, της απαγόρευσης νυχτερινής κυκλοφορίας». 
Ζάχος Χατζηφωτίου, «Στα Μονοπάτια του Πολέμου», εκδόσεις Ωκεανίδα, σελ. 16

Ο συγγραφέας του βιβλίου, άθελά του ίσως, μας δείχνει το αληθές μέτρο με το οποίο το στερεότυπο του παράτολμου Έλληνα ζυγίζει το βάρος των περιστάσεων. Το κείμενό του, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις περιστάσεις, την ηλικία του και το περιβάλλον όπου ανδρώθηκε, είναι αποκαλυπτικό. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου γεύτηκε το ποτήρι της σκλαβιάς στα 17 του. Στο αυτοβιογραφικό έργο του χρησιμοποιεί τη φράση «ξένη κατοχή» κι ύστερα την αντιπαραβάλλει με την ηλικία, τη νοοτροπία, τις συνήθειες και το απείθαρχο και αντιδραστικό του χαρακτήρα του. Εκείνο που μέτρησε πιο πολύ απ’ όλα ως αποτροπαϊκό στοιχείο της εκγερμανισμένης και ανελεύθερης καθημερινότητας ήταν η έλλειψη πολιτισμικών δραστηριοτήτων! Η νύχτα για τον κ. Χατζηφωτίου, μέτρησε περισσότερο από
την ημέρα! Η βαρεμάρα στις θεατρικές παραστάσεις, η ανία που προκαλούσαν οι «άχαρες» Γερμανικές ταινίες, η λογοκρισία των κειμένων. Αν και παιδί από μεγαλοαστική οικογένεια δεν κάμφθηκε, δεν φοβήθηκε, δεν εξεγέρθηκε εσωτερικά διαπιστώνοντας μια ανατροπή του status quo και ανησυχώντας για το ενδεχόμενο απώλειας περιουσίας. Αλλά, αντίθετα, το θυμικό του συνταράχθηκε από το ξεθώριασμα του θεατρικού-δραματικού στοιχείου από το σύνηθες τοπίο. Και στην αρχαία Αθήνα ο πολίτης έτσι θα αντιδρούσε. Το ίδιο μέτρο θα είχε αξιοποιήσει για να προχωρήσει στη λήψη της απόφασης να πολεμήσει.

Προγονική μνήμη

Στο συναρπαστικό έργο του κ. Χατζηφωτίου, αναφέρεται η αντίδραση της περιδεούς μητρός του, η οποία είχε νιώσει τον κίνδυνο να έρχεται. Είχε καταλάβει ότι ο ανυποχώρητα ζωντανός και αταλάντευτα Έλληνας πιτσιρικάς είχε ενστερνιστεί –είτε το είχε διδαχθεί είτε όχι- το θουκυδίδειο «ους νυν υμείς ζηλώσαντες καί τό εύδαιμον τό ελεύθερον το δέ ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες, μή περιοράσθε τούς πολεμικούς κινδύνους». Προσπάθησε, εις μάτην, να συγκρατήσει το πολεμικό άτι του εφήβου που ήδη είχε αρχίσει να καλπάζει νοερά προς τα πεδία θανάτου της Μέσης Ανατολής. «Είσαι μόνο 17 χρονών και τι ξέρεις εσύ από τη ζωή και τους κινδύνους της; Και που νομίζεις πως θα πας; Παντού τριγύρω μας είναι ένας άγριος πόλεμος». Αυτά του έλεγε, αποπειρώμενη να μην κάνει την αποκοτιά ο γιος της. Τελικά έλαβε τη λογικότερη και ωριμότερη απάντηση που θα μπορούσε να της δώσει άνθρωπος: «Εκεί θα πάω, στον πόλεμο. Εκεί θα έχω περισσότερες πιθανότητες να επιζήσω. Εδώ, οπωσδήποτε οι Γερμανοί, αργά ή γρήγορα, θα με εκτελέσουν».
Ο 17χρονος νεαρός εκστόμισε αυτά τα λόγια που κουβαλούν πάνω τους συλλογική μνήμη και σοφία χιλιάδων ετών.  Σε περιπτώσεις όπως η κατοχή από ξένη δύναμη και η συνεπακόλουθη κατήφεια που προκαλεί δεν υπάρχει άλλος δρόμος επιβίωσης παρά αυτός που οδηγεί στην ένοπλη σύρραξη. Με την κήρυξη και τη διεξαγωγή πολέμου, κάθε αιλουροειδές που έχει στριμωχτεί με την πλάτη στον τοίχο μπορεί να δοκιμάσει την ισχύ των νυχιών του και να διεκδικήσει το δικαίωμα στη ζωή. Οι Έλληνες ουδέποτε δίστασαν την κατάφαση στον πόλεμο όποτε απειλείτο ο τρόπος ζωής τους. Την ίδια την απειλή μεταβολής των θεσμίων τους, της καθημερινότητάς τους, οι Έλληνες τη θεωρούσαν κήρυξη πολέμου. Και είχαν δίκιο. Όταν κάποιος αλλογενής, εξωτερικός παράγοντας θέλει με έντονη ή κάπως πιο «βελούδινη» άσκηση βίας να αλλάξεις την κοινωνία όπου ζεις και την επικοινωνία σου μαζί της είναι σαν να θανατώνει στοιβάδες της προσωπικότητάς σου και να δημιουργεί κάτι άλλο από αυτό που διδάχθηκες ότι είσαι.
Κανείς δεν θέλει να πεθάνει. Ουδείς λογικός άνθρωπος επιθυμεί να ανοίξει παρτίδες με τον Άδη. Όμως, η καταφυγή σε αυτή την επιλογή καθίσταται μονόδρομος όποτε η ζωή υποβιβάζεται σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε να καταντά χειρότερη από τον θάνατο. Ο πόλεμος, ενίοτε, είναι ζωοδότης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: