Σάββατο, Απριλίου 07, 2018

«Νηστεύω μόνο ὅταν μέ βλέπουν»: Ἀληθινή πασχαλινή ἱστορία ἀπό τά χρόνια τοῦ Ἑλληνικοῦ Μετώπου



Πρίν ἀπό περίπου εἴκοσι ἔτη, τά λιγοστά μέλη τοῦ Ἑλληνικοῦ Μετώπου (ἕνα ἀπό τά ὁποία ἤμουν καί ἐγώ) κατά καιρούς ἔνιωθαν ὅτι ἀνῆκαν σέ ἕνα εὐρύτερο πολιτικό, εὐρωπαϊκό σύνολο. Αὐτό τό σύνολο ἔδειχνε νά ἔχει τίς ἴδιες ἀξίες, ἐπιδιώξεις καί ρητορική μέ ἐκείνην τοῦ δεξιοῦ σωματιδίου μας πού ταξίδευε γρήγορα καί φαινομενικά ἄσκοπα, μάταια στόν ἑλληνόφωνο ἐπιταχυντή τῆς μεταπολίτευσης. Αὐτό τό χρωστούσαμε στήν Εὐρωβουλή. Ὁἱ εὐρωβουλευτές μέσα στίς πάμπολλες παροχές πού ἔχουν εἶναι καί τό δικαίωμα νά κουβαλοῦν στό Εὐρωκοινοβούλιο, περί τά 30-35 ἄτομα ἐτησίως, μέ ἔξοδα τῶν εὐρωπαίων φορολογουμένων. Εἶναι ἠλίου φαεινότερο ὅτι ἕκαστος καλεῖ προσωπικούς καί πολιτικούς φίλους.

Ἡ ευρωκοινοβουλευτική ὁμάδα τοῦ Λεπέν καλοῦσε, πρός τιμήν της, πολιτικά καί ἰδεολογικά συνδεόμενα πρόσωπα. Ὄχι συγγενεῖς, κολλητούς καί λοιπούς ἀσχέτους. Το Ἑλληνικό Μέτωπο, παρά τά νανοποσοστά του ἀντιμετωπιζόταν ὡς μέγα Κίνμα ἀπό τό Front National. Ὁ Λεπέν εἶχε καί ἔχει ἀκόμα σέ τεράστια ἐκτίμηση τόν ἑλληνικό πολιτισμό. Ἔχει ζήσει στήν Ἑλλάδα καί σέ ἀντίθεση μέ πολλούς εὐρωπαίους ἐθνικιστές δέν εἶχε μία ἐξιδανικευμένη ἄποψη γιά τήν ἀρχαιότητα ἀντιπαθώντας τόν τωρινό λαό. Θαύμαζε καί ἀγαποῦσε καί τούς σύγχρονους Ἕλληνες. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος σέ συζήτηση πού εἴχαμε ἐκείνη τήν περίοδο «στήν ἑλληνική ψυχή ὑπάρχει ἕνα ἰδιαίτερο «μέταλλο» πού δέν το βρίσκεις ἀλλοῦ. Αὐτό μπορεῖ νά φτιάξει καί Παρθενῶνες καί Μαραθῶνες».

Τά ταξίδια στίς Βρυξέλλες καί στό Στρασβοῦργο, ὡς προσκεκλημένοι τῶν εὐρωβουλευτῶν τοῦ Ζαν Μαρί Λεπέν, ἦταν γιά τούς κάποιους ἀπό ἐμᾶς μία ἐνθάρρυνση. «Εἶναι καί ἄλλοι ἔτσι. Δέν ἔχουμε ἐμεῖς μόνο τήν «πετριά» τοῦ ἀντιπαθοῦς στό σύστημα πατριωτισμοῦ». Γιά ἄλλους ἦταν μία
μορφή ἀνέξοδου τουρισμοῦ. Λές καί εἶναι τουριστικοί προορισμοί δυό τυποδεμένα καί μουλιασμένα σημεῖα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ χάρτη.

Ὅπως καί νά ἔχει τό πράγμα, ὁ πολύπειρος Λεπέν τήν εἶχε πατήσει κανονικότατα μέ τόν Μάκη Βορίδη καί τόν εἶχε παρεξηγήσει ὄχι μόνο γιά ἐθνικιστή ἀλλά καί γιά «ὁμόλογό» του στήν Ἑλλάδα. Θά ἔπρεπε νά ἔχει ὁ μαχητής γέρων μία χρονομηχανή γιά νά δεῖ τόν «συναγωνιστή Μάκη» νά ψηφίζει παθιασμένα τήν ἀνέγερση τοῦ τζαμιοῦ στήν Ἀθήνα. Τέλος πάντων, αὐτό εἶναι μία ἄλλη συζήτηση, ἕνα ἄλλο ἀνέκδοτο μέ τό ὁποῖο δέν ἀξίζει δά καί νά ἀσχοληθεῖ κάποιος ἄν δέν ἔχει χρόνο γιά... σκότωμα.

Στήν ἀποστολή ὅπου συνέβη τό εὐτράπελο πλήν διδακτικό πού ἀκολουθεῖ, δέν συμμετεῖχα. Τό ἀφηγήθηκε στούς παραμένοντες στήν Ἑλλάδα ὁ ἴδιος ὁ Βορίδης καί ὅσοι τό παρακολούθησαν ἐκ τοῦ σύνεγγυς. Αὐτό ἴσως νά ἦταν καί μία ἀπό τίς καλύτερες στιγμές τοῦ Μετώπου, μία ἀληθινά διδακτική ἐμπειρία, ἕνα μάθημα ἄνευ διδάκτρων στά μέλη τοῦ κόμματος.

Ἡ περίοδος τοῦ ἐν λόγω ταξιδιοῦ στό Εὐρωκοινοβούλιο ἦταν πασχαλινή. Ο Βορίδης νήστευε. Αὐστηρά. Τηροῦσε καί τήν ἀποχή ἀπό τό λάδι τίς Τετάρτες καί τίς Παρασκευές. Σε ὅλους φάνταζε παράδοξο αὐτό διότι στίς θρησκευτικές συζητήσεις φοροῦσε σχεδόν πάντοτε τό εἰρωνικό υφάκι μίας «ἀνωτερότητας» πού ἀναγνώριζε ὁ ἴδιος στόν ἑαυτό του ἔναντι ὅλων τῶν μή ὑλικῶν καί ἐργαστηριακά ἀποδείξιμων ἀξιῶν. Αὐτό τό υφάκι τοῦ ἔκανε ἕνα καλό πολιτικά. Πολλοί τό παρεξήγησαν γιά τεράστια αὐτοπεποίθηση καί καλλιέργεια. Τοῦ ἔκανε κι ἕνα κακό. Στίς εὐρεῖες μάζες κατέστη (κι ἀκόμα καθίσταται) ἀντιπαθής, ἀπόμακρος ἀπό τά ἄγχη, τίς πεποιθήσεις, τίς ἀνάγκες τῶν πολλῶν. Τοῦ ἀρέσουν μόνο οἱ δικές του πεποιθήσεις. Ἐξυπηρετεῖ μόνο τίς δικές του ἀνάγκες.

Πάντως, μέ ὕφος καί ἄνευ, τήν νηστεία τήν τηροῦσε καί στό εὐρωκοινοβούλιο, ὅπου ὑπῆρχαν θηριώδεις μπουφέδες καί ὁρμοῦσαν (ειδικά οἱ Ἕλληνες, οἱ Ἰταλοί καί οἱ Γερμανοί ευρωβουλευτές) σάν ἱέρακες, φάνταζε δύσκολο σέ ὁρισμένους νά τηρήσουν νηστεία. Γιά τόν Μάκη, ὄχι. Τηροῦσε τό γράμμα τοῦ θρησκευτικοῦ ἤ ἐσωτερικοῦ νόμου του πιστά.

Σ’ ἐκείνη τήν ἀποστολή εἶχε συμπεριληφθεῖ καί ἕνας πολύφερνος τηλεοπτικός ἀστήρ τοῦ εὐρύτερου «χώρου»(«ἐθνικιστικός χῶρος» = ἕνας παραπλανητικός ὄρος πού ἔχει κάνει τόσο κακό στό ἑλληνικό ἐθνικιστικό κίνημα ὅσο ὅλο τό κράτος μαζί). Συνωμοσιολόγος, ξερόλας, μέ μάτι λερό καί φάτσα λές καί εἶχε πιεῖ τόν Βόσπορο σέ ποτά-μπόμπες καί μόλις εἶχε ἐξέλθει ἀπό κολλάδικο μέ κονσοματρίς φίσκα στήν κυτταρίτιδα καί στίς κακές παιδικές ἀναμνήσεις. Ἀπό δορυφόρο τό ἄτομο δείχνει σάν το βλέμμα του. Θολός, ἁρπακτικός, ἀφερέγγυος, ταραγμένος.

Ἐκεῖνο τό μεσημέρι ὁ Βορίδης εἶχε καταφέρει νά ἐξασφαλίσει μία μακαρονάδα «ὀρφανή» - δηλαδή ἁπλά βρασμένα μακαρόνια. Οὔτε βούτυρο οὔτε λάδι οὔτε τυρί. Τον βλέπει ὁ «πολύφερνος» πού εἶχε γεμίσει μία πιατέλα μέ τά πάντα ἐπί δύο καί ἀκολουθεῖ ὁ ἑξῆς διάλογος:

-Καλά ρε Μάκη, δέν θά φᾶς τίποτα τῆς προκοπῆς;

-Ὄχι. Νηστεύω.

-Δέν πεινᾶς;

-Πεινάω ἀλλά νηστεύω. Δέν τρέχει καί τίποτα. Ὁ ἄνθρωπος ἀντέχει. Ἐσύ θά φᾶς ὅλα αὐτά;

-Ναί. Κορόιδο εἶμαι; Θά τούς ἀλλάξω τά φῶτα.

-Ἐσύ πού τά λές πολλά γιά τήν θρησκεία, τόν Χριστό κ.λπ. δέν νηστεύεις τώρα Μεγαλοβδομάδα;

-Μάκη μου, ἐγώ νηστεύω μόνο ὅταν μέ βλέπουν.


Ἐπιστρέφοντας ἀπό τό ταξίδι στό εὐρωκοινοβούλιο τό «νηστεύω μόνο ὅταν μέ βλέπουν» ἔγινε ἐσωτερικό ἀνέκδοτο. Ὁ Μάκης τό ἀφηγήθηκε σέ ὅλους (δέν ἤμασταν καί πολλοί, ἄλλωστε), περιγράφοντας μέ εἰλικρινή ἀηδία τό ἀνύπαρκτο ἦθος καί τήν ὑποκρισία του… πολύφερνου.

Αὐτό εἶχε ἰσχυρό ἀντίκτυπο στίς συνειδήσεις ὅλων ἡμῶν πού εἴχαμε πάρει κάπως στά σοβαρά τήν πολιτική διαδικασία. Μόλις ἀκούγαμε ἔντονα φορτιμένες λέξεις ἀπό κραυγάζοντα, ἀπύλωτα στόματα τηλεκάποιων σαρκοβόρων φυλαγόμασταν. Αντιλαμβανόμασταν ὅτι πιθανότατα ἡ περίπτωσή τοῦ τηλεκάποιου φωνακλᾶ ὑπαγόταν στή συνομοταξία τῶν πατριωτῶν τοῦ στιλ «νηστεύω μόνο ὅταν μέ βλέπουν».

 



Δεν υπάρχουν σχόλια: